900x600se-2405.jpg

 

Τι συμβαίνει μέσα μας όταν χάνουμε ένα αγαπημένο μας πρόσωπο; Οι ειδικοί στη μελέτη του πένθους και του θρήνου έχουν προσπαθήσει κατά καιρούς να εξηγήσουν και να κατανοήσουν την εσωτερική διεργασία αποχωρισμού του προσώπου που χάθηκε ώστε να δημιουργήσουν μια σειρά προβλέψιμων συναισθηματικών μεταβάσεων. Ωστόσο, πόσο προβλέψιμες μπορεί να είναι τελικά αυτές οι μεταβάσεις;

Αρχικά, για να αναπτύξουμε το παραπάνω ερώτημα, θα χρειαστεί να ορίσουμε τις δύο βασικές μας έννοιες: πένθος και θρήνος. Ως πένθος νοείται μια παθητική διαδικασία, συμβαίνει στο άτομο που μένει πίσω, ενώ ο θρήνος είναι μια ενεργητική διαδικασία. Έτσι, το πένθος φαίνεται να είναι μια φυσική συνέπεια της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου (Stephenson, 1985), ενώ ο θρήνος φαίνεται να σχετίζεται με την προσωπική διαδικασία νοηματοδότησης και επεξεργασίας αυτής της απώλειας (Neimeyer, 2006). Ο τρόπος που θρηνεί ένα άτομο επηρεάζεται από αυτό που θεωρείται κοινωνικά αποδεκτό, πράγμα που μπορεί να περιορίζει τη διαδικασία θρήνου (Stephenson, 1985).

Κατά καιρούς, διάφορες θεωρίες πένθους έχουν προσπαθήσει να κατανοήσουν και να προβλέψουν τα στάδια του πένθους τα οποία βιώνουν τα πρόσωπα που θρηνούν. Σύμφωνα με μια από τις επικρατέστερες θεωρίες του πένθους, αυτή της Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ-Ρος (Elizabeth Kübler-Ross), το άτομο που πενθεί περνά από τα εξής πέντε (5) στάδια:

  1. Άρνηση: Η άρνηση αποτελεί μια άμυνα του ανθρώπου. Στο στάδιο της άρνησης, συνήθως η πραγματικότητα απέχει κατά πολύ από αυτήν που μπορεί να αντέξει το άτομο που έχει χάσει κάποιο αγαπημένο πρόσωπο.
  2. Θυμός: Ο θυμός είναι η μάσκα πολλών συναισθημάτων, για παράδειγμα, στεναχώρια, φόβος, άγχος. Συνήθως διαδέχεται το στάδιο της άρνησης στη διαδικασία του πένθους.
  3. Διαπραγμάτευση: Στο στάδιο της διαπραγμάτευσης, το άτομο διαπραγματεύεται μέσα του ένα διαφορετικό τέλος, σαν μια προσπάθεια «να χωρέσει τον πόνο της απώλειας».
  4. Κατάθλιψη: Η κατάθλιψη βρίσκεται σε ένα μεγαλύτερο συναισθηματικό βάθος του εκφρασμένου θυμού, και είναι φυσική συνέπεια της συνειδητοποίησης της απώλειας. Στο στάδιο αυτό, το άτομο τολμά να ακουμπήσει τα δυσάρεστα και συχνά «τρομακτικά» συναισθήματά του.
  5. Αποδοχή: Στο στάδιο της αποδοχής, ο πόνος της απώλειας είναι παρών, αλλά δεν καθορίζει τη ζωή του ατόμου. Εδώ, το άτομο μπορεί να δίνει χώρο και να εστιάζει το ενδιαφέρον του σιγά σιγά και σε άλλους τομείς της ζωής του.

Τα στάδια αυτά διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από την Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ-Ρος το 1969, και είναι γνωστά ως το «Kübler-Ross model». Ωστόσο, τα στάδια αυτά δεν αποτελούν κάποιον αλάνθαστο κανόνα ούτε απορρίπτουν οποιαδήποτε συμπεριφορά ή αντίδραση έξω από αυτά ως μη φυσιολογική. Σύμφωνα με τον Neimeyer (2006), κάθε άνθρωπος θρηνεί διαφορετικά, και για αυτό, κάθε άτομο χρειάζεται να το προσεγγίζουμε εξατομικευμένα.

Ειδικότερα, ο θρήνος αφορά δύο (2) επίπεδα:

  1. Το άτομο θρηνεί τη σχέση που είχε με το αγαπημένο του πρόσωπο, η οποία χάθηκε με τη μορφή που προϋπήρχε (αναδόμηση σχέσης με αγαπημένο πρόσωπο, η οποία βασίζεται πια όχι στις νέες εμπειρίες, αλλά στις αναμνήσεις που συντηρούν αυτήν τη σχέση).
  2. Το άτομο θρηνεί την απώλεια του εαυτού του, η οποία προϋπήρχε της απώλειας του αγαπημένου του προσώπου. Δεδομένου ότι αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως εαυτό είναι στενά συνυφασμένο με τις σημαντικές σχέσεις της ζωής μας, τείνει να μεταβάλλεται και η εικόνα του εαυτού του ατόμου που μένει πίσω και θρηνεί όταν αυτές οι σχέσεις λήγουν με τη μορφή της φυσικής απώλειας (Attig, 1996).

Από τι εξαρτάται ο θρήνος;

Το πόσο, πώς και πότε θα θρηνήσει ένα άτομο είναι πολυπαραγοντικό. Τείνει να εξαρτάται από:

  1. τη σχέση που είχε αναπτύξει το άτομο που πενθεί με τον θανόντα: Τι σήμαινε ο θανών για αυτό;
  2. το σημείο που διακόπηκε η σχέση: Πού βρισκόταν η σχέση τους το χρονικό διάστημα της απώλειας;
  3. Αν είχαν «ανοιχτούς λογαριασμούς»: Αν, δηλαδή, έχουν μείνει πράγματα που δεν έχουν ειπωθεί, και δυσκολεύουν τη διαδικασία του θρήνου.
  4. την ιδιοσυγκρασία του ατόμου που θρηνεί: Κάποιοι άνθρωποι θρηνούν πιο μοναχικά, ενώ άλλοι μέσα στις ανθρώπινες σχέσεις (εσωστρέφεια-εξωστρέφεια).
  5. αν πρόκειται για μια ξαφνική ή μια αναμενόμενη απώλεια (π.χ. χρόνια ασθένεια, τροχαίο δυστύχημα).
  6. τις πεποιθήσεις του ανθρώπου που θρηνεί μετά την απώλεια του αγαπημένου προσώπου, για παράδειγμα, αν πιστεύω ότι υπάρχει ένας δίκαιος Θεός και ξαφνικά χάνω έναν δικό μου άνθρωπο, κατά πόσο μεταβάλλεται ή προσαρμόζεται στη νέα πραγματικότητα η πεποίθησή μου για τον δίκαιο Θεό;

Κλείνοντας, τόσο το πένθος όσο και ο θρήνος τείνουν να επηρεάζονται από ποικίλες μεταβλητές που διευκολύνουν ή επιβαρύνουν την επεξεργασία της απώλειας. Είναι σημαντικό κάθε άνθρωπος που θρηνεί να λάβει την εξατομικευμένη φροντίδα που χρειάζεται, και να βγάλει από πάνω του το στίγμα μιας μη φυσιολογικής ή μη αναμενόμενης διαδικασίας πένθους και θρήνου.

                                                                           Γράφει, Καραγιάννη Αναστασία-Χαρά

 Ψυχολόγος - προσωποκεντρική ψυχοθεραπεύτρια

 

 

 

Πηγές

Attig, T. (1996). How we grieve: Relearning the world. New York: Oxford University Press.

Elizabeth Kübler-Ross and David Kessler (2005). On Grief and Grieving: Finding the Meaning of Grief Through the Five Stages of Loss. New York: Scribner, 235 pp.

Neimeyer, R. A. (2006). Ναγαπάς και να χάνεις. Aντιμετωπίζοντας την Απώλεια. Αθήνα: Κριτική.

Stephenson, J. S. (1985). Death, grief, and mourning. Simon and Schuster.

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn