Ο όρος καρκίνος αναφέρεται σε μια ετερογενή ομάδα πολλών παθήσεων, οι οποίες διαφέρουν σημαντικά ως προς την κλινική εικόνα, τα αίτια, τη διάγνωση, τη θεραπεία αλλά και τις επιπτώσεις στη ζωή του ατόμου. Περισσότερο από οποιαδήποτε ίσως άλλη ασθένεια, ο καρκίνος στο άκουσμα του και μόνο, προκαλεί τον τρόμο παρόλο που πλέον αρκετές μορφές του είναι πλήρως ιάσιμες. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι γιατί η διάγνωση αλλά και η θεραπεία συνιστούν έναν μακρύ αγώνα για επιβίωση γεμάτο αβεβαιότητα ως προς την πορεία και την πρόγνωση της νόσου.
Ο ογκολογικός ασθενής διέρχεται πλήθος ψυχολογικές διεργασίες και διακυμάνσεις οι οποίες ακολουθούν τις επώδυνες θεραπείες, τις αλλαγές στο σώμα, την εξάρτηση από τους γιατρούς, τους νοσηλευτές και τους υπόλοιπους φροντιστές αλλά και την προσπάθεια διατήρησης ακέραιης της ταυτότητας. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η διάγνωση μιας απειλητικής για τη ζωή ασθένειας
Η διάγνωση μιας απειλητικής για τη ζωή ασθένειας δημιουργεί μια τομή στη ζωή του ατόμου, μια διαχωριστική γραμμή, υπάρχει το πριν και το μετά, όπου τίποτα πια δεν μπορεί να είναι το ίδιο. Για κάποιους ανθρώπους η εμπειρία μιας τέτοιας ασθένειας γίνεται η ευκαιρία να αναθεωρήσουν τις προτεραιότητες τους, να βελτιώσουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις, να αγαπήσουν τον εαυτό τους. Για κάποιους άλλους όμως, η αρρώστια βιώνεται τραυματικά, οδηγεί σε ταλαιπωρίες, σωματικό και ψυχικό πόνο, ενώ κεντρικό ρόλο παίζει η έννοια της απώλειας, η οποία διακρίνεται σε 3 άξονες: την απώλεια του ελέγχου, την απώλεια της ταυτότητας, την απώλεια των σχέσεων.
Απώλεια ελέγχου
Το άτομο νιώθει ότι δεν έχει κανέναν έλεγχο πάνω στο σώμα του, στην ασθένεια, τη ζωή και το μέλλον του.
Απώλεια ταυτότητας
Το άτομο προσπαθεί να διατηρήσει σταθερή την αίσθηση του Εγώ που απειλείται να αλλοιωθεί. Προσπαθεί να αναγνωρίσει τον εαυτό του μέσα από τις διαφοροποιήσεις που έχουν επέλθει από το πριν στο μετά. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζουν οι αλλαγές στο σώμα, μόνιμες ή προσωρινές που έρχονται ως απόρροια της αρρώστιας. Η προσωρινή απώλεια των μαλλιών, η απώλεια ενός μέλους ή οργάνου του σώματος αποτελούν μια πρόκληση για το άτομο, το οποίο προσπαθεί να τις ενσωματώσει στην εικόνα εαυτού, ενώ παράλληλα θρηνεί την απώλεια της ακεραιότητας του.
Η απώλεια των σχέσεων
Βιώνεται σε οικογενειακό, κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο αλλά και ως απειλή ενός μόνιμου χωρισμού εν όψει της πιθανότητας ενός επερχόμενου θανάτου. Σχετικό με αυτό είναι και η απώλεια των ρόλων. Ο βασικός ρόλος που το άτομο ενδεχομένως χάνει είναι ο επαγγελματικός, καθώς οι συνεχείς θεραπείες, η παραμονή στο νοσοκομείο, οι παρενέργειες των εξουθενωτικών θεραπειών καθιστούν συχνά αδύνατη την ικανότητα του να εργαστεί. Η απώλεια των ρόλων μπορεί να βιωθεί ως πλήγμα στην αυτοεκτίμηση.
Τα στάδια του πένθους
Και όπως συμβαίνει σε κάθε απώλεια, έτσι και ο ασθενής με καρκίνο αμέσως μετά τη διάγνωση αρχίζει να διέρχεται τα στάδια του πένθους, όπως περιγράφηκαν από την ψυχίατρο Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ – Ρος (Elisabeth Kϋbler – Ross). Αυτά συνιστούν φυσιολογικές διεργασίες που εν τέλει οδηγούν στην διαχείριση των συναισθημάτων και την αποδοχή της κατάστασης. Τα στάδια αυτά δεν είναι απαραίτητα διαδοχικά αλλά μπορεί να εμφανίζονται κυκλικά και να εναλλάσσονται ανά διαστήματα. Η ένταση επίσης με την οποία εμφανίζονται τα συναισθήματα σε κάθε στάδιο ποικίλει. Έτσι ένας ασθενής μπορεί τη μια μέρα να δείχνει βυθισμένος στην απελπισία και τη θλίψη και την επόμενη να είναι ήρεμος και να δείχνει ότι έχει αποδεχτεί την κατάσταση. Αμέσως μετά ενδέχεται να νιώθει πάλι θυμό. Τα στάδια λοιπόν αυτά είναι:
Άρνηση. Το άτομο εδώ δυσκολεύεται να αποδεχτεί ότι η ασθένεια αφορά εκείνον, αμφισβητεί τη διάγνωση ή μειώνει την σοβαρότητα της πιστεύοντας ότι είναι κάτι που μπορεί να θεραπευτεί γρήγορα και εύκολα. Σκέψεις όπως «Αποκλείεται να συμβαίνει σε εμένα» κυριαρχούν. Η άρνηση είναι μια προσωρινή αντίδραση, ένας μηχανισμός άμυνας, τον οποίο το άτομο επιστρατεύει προκειμένου να αντέξει τα πρώτα αρνητικά συναισθήματα που συνοδεύουν τη διάγνωση.
Θυμός. Την άρνηση διαδέχεται η συνειδητοποίηση ότι η ασθένεια συμβαίνει, ότι είναι γεγονός. Τότε εμφανίζεται έντονος ψυχικός πόνος, ο οποίος δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμος. Έτσι το άτομο «επιλέγει» να θυμώσει, καθώς αυτό είναι ένα πιο εύκολο συναίσθημα που τον κρατάει σε εγρήγορση. Ψάχνει να βρει κάποιον για να κατηγορήσει, συνήθως αυτός είναι ο θεός, η μοίρα και ενίοτε τα άτομα της οικογένειας ή και ο ίδιος του ο εαυτός. Βιώνοντας το αίσθημα της αδικίας («γιατί σε εμένα;»), συχνά ξεσπάει με ένταση προς τους γύρω του.
Διαπραγμάτευση. Εδώ το άτομο σκέφτεται τι διαφορετικό θα μπορούσε να είχε κάνει ή να κάνει για να μη νοσεί. Αρχίζει τις διαπραγματεύσεις κυρίως με το θεό, από τον οποίο επιζητά την ίαση με αντάλλαγμα την καλή συμπεριφορά και μια ζωή αφιερωμένη σε αυτόν.
Κατάθλιψη. Το άτομο σε αυτή τη φάση αρχίζει να συνειδητοποιεί τη σοβαρότητα της κατάστασης, και έρχεται σε επαφή με τα συναισθήματα θλίψης τα οποία μπορεί να αυξομειώνονται ανά διαστήματα. Η έντονη δυσφορία, ο φόβος και το αίσθημα αβοηθητότητας είναι επίσης κυρίαρχα.
Αποδοχή. Στο τελευταίο από τα 5 στάδια, το άτομο φαίνεται να συμφιλιώνεται με την κατάσταση, συνειδητοποιεί ότι η ασθένεια είναι υπαρκτή και ότι χρειάζεται να παλέψει για να την νικήσει. Μπορεί να επιθυμεί να μείνει μόνο του και πιθανό να γίνει πιο απόμακρο αλλά ταυτόχρονα ίσως αποφασίσει να τακτοποιήσει τις εκκρεμότητες του και γιατί όχι να αποχαιρετίσει αγαπημένα πρόσωπα.
Συνδέεται όμως ο καρκίνος με ψυχιατρικές διαταραχές;
Ο υγιής άνθρωπος διατηρεί μια ψυχολογική απόσταση από την έννοια του θανάτου. Ο θάνατος είναι κάτι που αφορά και συμβαίνει στους άλλους, ενώ δύσκολα μπορεί να φανταστεί να απειλείται από αυτόν. Μετά τη διάγνωση η απόσταση αυτή μικραίνει σημαντικά. Το άτομο για πρώτη φορά έρχεται αντιμέτωπο με την προοπτική του θανάτου. Η προοπτική αυτή σε συνδυασμό με στόχους και όνειρα που καλούνται να μείνουν ανεκπλήρωτα, με την ανησυχία για την φροντίδα των αγαπημένων προσώπων όταν εκείνο δεν θα είναι πλέον στη ζωή, με το φόβο ότι γίνεται βάρος για την οικογένεια του, με την αίσθηση της αδικίας αλλά και την απώλεια της αυτονομίας, μπορούν να οδηγήσουν σε πλήθος ψυχικών διαταραχών. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζουν και πρακτικές δυσκολίες που αναδύονται, όπως είναι τα οικονομικά προβλήματα.
Όσο πιο σοβαρή η κατάσταση της νόσου, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα να αναπτύξει ένας ασθενής ψυχιατρική διαταραχή. Οι πιο κοινές από αυτές είναι οι εξής:
- • Διαταραχή προσαρμογής,
• Κατάθλιψη,
• Διαταραχή άγχους,
• Διαταραχή μετατραυματικού στρες
• Οργανικό ψυχοσύνδρομο
Η διάγνωση των παραπάνω διαταραχών μπορεί να είναι δύσκολη διότι οι παρενέργειες της νόσου και των θεραπειών συχνά μιμούνται ψυχιατρικής συμπτωματολογίας. Όμως από τη στιγμή που θα υπάρχει η διάγνωση μιας ψυχιατρική διαταραχής αυτή θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την βοήθεια των κατάλληλων ειδικών. Η ενασχόληση με τον καρκίνο και τη θεραπεία του δεν θα πρέπει να γίνεται αφορμή για την παραμέληση της ψυχικής υγείας. Εξάλλου τα δύο αυτά βρίσκονται σε πλήρη αλληλεπίδραση, καθώς μια καλή ψυχολογική κατάσταση μπορεί να συνεισφέρει θετικά στην εξέλιξη της νόσου.
Ψυχολογική στήριξη του ογκολογικού ασθενή
Για την αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών, όταν εμφανίζονται, ο ογκολογικός ασθενής χρήζει βοήθειας από ψυχίατρο και ψυχολόγο-ψυχοθεραπευτή. Ο ψυχίατρος θα κάνει την διάγνωση και θα χορηγήσει φαρμακευτική αγωγή εφόσον απαιτείται και ένας έμπειρος ψυχολόγος – ψυχοθεραπευτής θα γίνει ισχυρός σύμμαχος στον δρόμο προς τη διατήρηση της ψυχικής υγείας.
Η αφετηρία για την παροχή ψυχολογικής βοήθειας θα πρέπει να είναι η αναζήτηση και ο μετριασμός των φόβων οι οποίοι εμφανίζονται.
Στόχος της ψυχοθεραπείας είναι η μείωση της δυσφορίας, η βελτίωση της αίσθησης ελέγχου και η ενίσχυση των εσωτερικών πηγών και των στρατηγικών προσαρμογής του ασθενή, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως όπλα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών. Είναι σημαντικό οι ασθενείς να ενθαρρύνονται στην έκφραση των συναισθημάτων και των σκέψεων, ώστε να αναδύονται όλοι οι φόβοι και να εξαλείφονται παράλογες ή μη χρήσιμες σκέψεις, που οδηγούν σε αισθήματα αβοηθητότητας και απελπισίας. Θέματα αποχωρισμού και απώλειας πρέπει επίσης να διερευνώνται. Η θεραπευτική σχέση μπορεί να συμβάλει στον φόβο της εγκατάλειψης προσφέροντας εμπιστοσύνη και παρηγοριά αλλά και να ενισχύσει την αίσθηση της αυτοεκτίμησης και της αξιοπρέπειας στην αντιμετώπιση της νόσου. Ιδιαίτερη ανακούφιση μπορεί να λάβει ένας ογκολογικός ασθενής μέσα από ομάδες υποστήριξης. Σε αυτές θα βρει κατανόηση, ασφάλεια και αποδοχή από άτομα που επίσης νοσούν. Τέλος, για τη μείωση του άγχους μπορούν να χρησιμοποιηθούν τεχνικές χαλάρωσης και οραματισμού.
Υπάρχουν διάφορες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, οι οποίες είναι αποτελεσματικές για την επίτευξη όλων των παραπάνω. Ιδιαίτερη μνεία όμως πρέπει να κάνουμε στη μέθοδο EMDR. Το EMDR (Eye Movement Desensitization and Reprocessing) είναι η πλέον ενδεδειγμένη και σύγχρονη μέθοδος για τη θεραπεία ψυχικού τραύματος και συνδυάζει στοιχεία από διάφορες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις. Είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική για την αντιμετώπιση της διαταραχής μετατραυματικού στρες που συχνά έχουν οι ογκολογικοί ασθενείς αλλά και όχι μόνο. Με τη βοήθεια αυτής της μεθόδου ο ασθενής μπορεί να ενδυναμωθεί ώστε να αντιμετωπίσει όλες τις τραυματικές εμπειρίες της ασθένειας αλλά και να αποκτήσει νέα μοτίβα συμπεριφοράς και θετικές πεποιθήσεις.
Κλείνοντας…
Ας θυμηθούμε τα λόγια του Μενέλαου Λουντέμη και ας τα αφιερώσουμε σε όλους όσους υποφέρουν από κάποια νεοπλασματική ασθένεια, με την ευχή ο δρόμος προς την ίαση να είναι σύντομος και εύκολος.
«Έλα. Ό,τι κι αν είναι, θα τελειώσει γρήγορα. Μάζεψε την ψυχή σου και όρμα».
Γράφει,
Ιωάννα Κούρια Ψυχολόγος MSc - Ψυχοθεραπεύτρια – Τραυματοθεραπεύτρια
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.