Όλοι έχουμε αρρωστήσει έστω μία φορά στη ζωή μας. Τι κάνουμε τότε; Παίρνουμε κάποια αγωγή για να καταστείλουμε τα παθολογικά μας συμπτώματα και να επαναφέρουμε τη φυσιολογία του σώματός μας στα φυσιολογικά του επίπεδα. Όταν αρρωσταίνει το σώμα μας, λοιπόν, παίρνουμε αντιβίωση για να το θεραπεύσουμε. Όταν αρρωσταίνει η ψυχή , τι αντίδοτο υπάρχει;
Αρχικά, χρειάζεται να ορίσουμε τι εννοούμε με τη φράση «αρρωσταίνει η ψυχή». Μια ψυχή άρρωστη είναι μια ψυχή που ασθενεί, οπότε με κάποιον τρόπο διαταράσσονται η ισορροπία και η ηρεμία της. Οι ψυχικές διαταραχές είναι σημάδια ασθένειας της ψυχής. Έννοιες όπως αγχώδης ή καταθλιπτική διαταραχή, διαταραχή πανικού και διάφορες άλλες ψυχικές διαταραχές αποτελούν ένδειξη νόσου της ψυχής. Αντίστοιχα, ως ψυχή ορίζουμε την ψυχολογική σκέψη κάθε ανθρώπου, χωρίς να περιλαμβάνουμε κάποια θρησκευτικότητα στον όρο αυτό.
Για να βρούμε το αντίδοτο στη διαταραγμένη ψυχολογική σκέψη, χρειάζεται πρώτα να προσδιορίσουμε, όσο γίνεται με ακρίβεια, ποια είναι η ψυχική ασθένεια που την προκαλεί. Ωστόσο, ο προσδιορισμός αυτός συχνά δεν είναι μια εύκολη και απλή διαδικασία, για αυτό και οι ειδικοί συχνά πέφτουν στην παγίδα της διαφοροδιάγνωσης (διαφορετικές διαγνώσεις της ίδιας ψυχοπαθολογικής εικόνας) με αποτέλεσμα να μη λαμβάνει το άτομο την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή ή, και αντίστοιχα, την κατάλληλη ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση. Η διάγνωση μπορεί να μην είναι τόσο σημαντική για την κατάλληλη ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση, ειδικά σε πιο ανθρωπιστικές προσεγγίσεις, αλλά είναι ένα μέσο που μπορεί να βοηθήσει και να διευκολύνει τον θεραπευτή να βρει μαζί με τον θεραπευόμενο το αντίδοτο του δικού του ψυχικού πόνου.
Κάποιες «ποιότητες» οι οποίες θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αντίδοτα στις διάφορες ασθένειες της ψυχής είναι οι εξής:
Το αντίδοτο της κατάθλιψης είναι η δημιουργικότητα.
Το αντίδοτο του άγχους είναι η εστίαση σε αυτά που μπορώ να ελέγξω στο παρόν.
Το αντίδοτο της ενοχής είναι η συμπόνοια.
Το αντίδοτο της απόρριψης/κριτικής/φόβου είναι η αποδοχή.
Το αντίδοτο της αναβλητικότητας είναι ο οραματισμός του πρώτου ρεαλιστικού βήματος.
Το αντίδοτο στο ψέμα είναι η αυθεντικότητα.
Το αντίδοτο στη μιζέρια είναι η αναζήτηση νοήματος.
Το αντίδοτο στην απελπισία είναι η ενσυναισθητική παρουσία.
Όπως, όταν παίρνουμε μια αντιβίωση, δεν δρα αμέσως για το σώμα, έτσι χρειάζεται να διαμορφωθούν οι συνθήκες που θα λειτουργήσουν ως αντίδοτα στην ψυχή για μια διάρκεια χρόνου. Κάποιες αντιβιώσεις αποδίδουν πιο άμεσα ενώ κάποιες άλλες χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να δράσουν. Αυτό έχει να κάνει με διάφορους παράγοντες, όπως η ανθεκτικότητα του οργανισμού, το υποστηρικτικό περιβάλλον, η συνέπεια στην τήρηση της αγωγής. Σε κάποιες περιπτώσεις χρειάζεται συνδυασμός «αντιβιώσεων», ειδικά αν τα συμπτώματα προέρχονται από διαφορετικές αιτίες. Έτσι, έναν άνθρωπο που νιώθει μοναξιά, δεν αρκεί να τον συναισθανθούμε για μια διάρκεια χρόνου. Χρειάζεται να καταλάβουμε τι σημαίνει για τον ίδιο να είναι μόνος, να τον αποδεχτούμε, να σταθούμε αυθεντικά δίπλα του, και να του προσφέρουμε την εξατομικευμένη θεραπεία που νιώθουμε ότι χρειάζεται. Αντίστοιχα, για έναν άνθρωπο που είναι επαναλαμβανόμενα αναβλητικός, δεν αρκεί αυτός να οραματιστεί το πρώτο ρεαλιστικό βήμα, αλλά χρειάζεται να διερευνήσουμε την πηγή της αναβλητικότητάς του. Η λίστα με τα αντίδοτα μπορεί να λειτουργήσει ως ένας «φάρος» στη διαδικασία φροντίδας του ατόμου που «πονάει», αλλά όχι ως αποκλειστική λύση. Η ένταση και η συχνότητα «χορήγησης» του αντίδοτου, επίσης, παίζουν σημαντικό ρόλο στο θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Τέλος, ένας άνθρωπος, προκειμένου να θεραπεύσει κάποιο είδος ψυχικής διαταραχής και δυσφορίας του, χρειάζεται πρώτα να το θέλει, και να το κάνει προτεραιότητά του. Μόνο όταν η επιθυμία για θεραπεία είναι μεγαλύτερη από τη δύναμη που συντηρεί την ψυχική δυσλειτουργία, το άτομο είναι διατεθειμένο να αλλάξει.
Εσύ, τι αντίδοτο ψάχνεις;
Γράφει, Καραγιάννη Αναστασία-Χαρά
Ψυχολόγος - προσωποκεντρική ψυχοθεραπεύτρια