900x600-arthro3_panic.jpg

 

Το άγχος αποτελεί ένα γνώριμο και οικείο συναίσθημα σε όλους μας. Τόσο οι ενήλικες όσο και τα παιδιά βιώνουν άγχος και ανησυχία σε ορισμένες καταστάσεις. Αν και συνοδεύεται από δυσάρεστα συμπτώματα, όπως είναι ο ιδρώτας, η ταχυκαρδία, η γαστρεντερική δυσφορία, η επιτάχυνση της αναπνοής κ.α., στην πραγματικότητα είναι ένα λειτουργικό συναίσθημα, το οποίο συχνά μας βοηθάει να αντιμετωπίσουμε τις καταστάσεις που προκύπτουν στη ζωή μας και να προσαρμοστούμε στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος.

Πότε το άγχος γίνεται δυσλειτουργικό;

Το άγχος μας θέτει σε κατάσταση ετοιμότητας και εγρήγορσης και αποτελεί ένα φυσιολογικό στοιχείο της αναπτυξιακής πορείας του ανθρώπου. Όταν όμως το άγχος εμφανίζεται υπερβολικό σε ένταση, δυσανάλογο σε σχέση με το ερέθισμα που το προκαλεί και επίμονο στο χρόνο, τότε χάνει τη λειτουργικότητα του.

Σε αυτή την περίπτωση αντί να προετοιμάζει τον οργανισμό για αντιμετώπιση του αγχογόνου ερεθίσματος ή κατάστασης, τον προτρέπει στην αποφυγή του και έτσι παρεμποδίζει την ομαλή προσαρμογή του ατόμου. Όταν η προσπάθεια αποφυγής δύσκολων και αγχογόνων καταστάσεων γίνεται κανόνας, τότε μιλάμε για γενίκευση του άγχους ακόμα και όταν απουσιάζουν τα αρχικά ερεθίσματα που το προκαλούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ενδέχεται να υπάρχει κάποια Αγχώδης Διαταραχή. Οι Αγχώδεις Διαταραχές είναι οι πιο συχνές ψυχιατρικές διαταραχές στον γενικό πληθυσμό και χαρακτηρίζονται από έντονο και χρόνιο άγχος. Μια από αυτές είναι η Διαταραχή Πανικού.

Τι είναι η Διαταραχή Πανικού;

Η λέξη πανικός προέρχεται από τον θεό παν, ο οποίος κατά τη μυθολογία ήταν προστάτης των ποιμένων και με τις κραυγές του έσπερνε τον πανικό. Οι Αθηναίοι απέδιδαν τη νίκη τους στο Μαραθώνα στο θεό αυτό γιατί θεωρούσαν ότι οι Πέρσες τράπηκαν σε φυγή επειδή τρόμαξαν από τις κραυγές του. Αυτό λοιπόν το συναίσθημα του τρόμου που έσπερνε ο θεός Παν, έμεινε γνωστό ως πανικός.

Η διαταραχή πανικού καθορίζεται από επαναλαμβανόμενες προσβολές πανικού, οι οποίες εμφανίζονται απότομα και απρόβλεπτα και κορυφώνονται μέσα σε λίγα λεπτά. Μια προσβολή πανικού περιγράφεται ως μια περίοδος έντονου φόβου και δυσφορίας και συνοδεύεται από διάφορα συμπτώματα, όπως ταχυκαρδία, πόνοι στο στήθος, εφίδρωση, τρέμουλα, αίσθημα δυσφορίας, ζάλη, τάση για λιποθυμία, ναυτία¸ κοιλιακή ενόχληση, ρίγη ή αίσθημα ζέστης κ.α. Το άτομο που βιώνει την κρίση, έχει μια αίσθηση επικείμενου θανάτου ή κινδύνου και μια έντονη επιθυμία να απομακρυνθεί από την κατάσταση. Βεβαίως, αξίζει να σημειωθεί ότι παρόλο που τα συμπτώματα είναι εξαιρετικά δυσάρεστα για το άτομο, στην πραγματικότητα δεν το θέτουν σε κίνδυνο και σε καμία περίπτωση δεν απειλούν τη ζωή του.

Εξαιτίας της απρόβλεπτης φύσης των κρίσεων, το άτομο νιώθει αδυναμία ελέγχου της κατάστασης και αναπτύσσει μεταξύ αυτών έντονο άγχος και φόβο (άγχος αναμονής) για το πότε θα εμφανιστούν ξανά και για το αν θα καταφέρει να επιβιώσει. Έτσι αρχίζει να αποφεύγει καταστάσεις και μέρη, στα οποία πιστεύει ότι μπορεί να εκδηλωθεί μια προσβολή πανικού. Για το λόγο αυτό η διαταραχή πανικού συνοδεύεται συχνά από αγοραφοβία, δηλαδή από την φοβία να βρεθεί κάποιος σε μέρη από όπου νιώθει ότι θα είναι δύσκολη η διαφυγή σε περίπτωση κρίσης πανικού.

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι μια προσβολή πανικού δεν συνεπάγεται απαραίτητα την διάγνωση της διαταραχής πανικού. Υπό στρεσογόνες συνθήκες μια κρίση πανικού μπορεί να εμφανιστεί μεμονωμένα και να υποχωρήσει μόνη της. 

Παλιότερα οι ειδικοί πίστευαν ότι οι προσβολές πανικού εμφανίζονται μόνο στους ενηλίκους. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η διαταραχή αυτή εμφανίζεται και στον πληθυσμό των εφήβων, με μεγαλύτερη συχνότητα στα κορίτσια. Στον παιδικό πληθυσμό η διαταραχή είναι πιο σπάνια.

Η πορεία της διαταραχής

Η συνηθισμένη πορεία της διαταραχής είναι χρόνια με υφέσεις και εξάρσεις. Σε περίπτωση που δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να έχουμε έντονη συμπτωματολογία και πολύ σοβαρά προβλήματα στην καθημερινότητα και τις κοινωνικές σχέσεις του ατόμου. Όσοι εμφανίζουν προσβολές πανικού, έχουν πλήρη επαφή με την πραγματικότητα, γνωρίζουν ότι οι φόβοι τους δεν έχουν αντικειμενική βάση αλλά νιώθουν ανήμποροι να αντιδράσουν.

Η έγκαιρη παρέμβαση ειδικού είναι ουσιώδης για την πρόγνωση της διαταραχής. Η ψυχοθεραπεία σε συνδυασμό με φαρμακευτική αγωγή, όπου χρειάζεται, μπορεί να συμβάλλει στην ουσιαστική ανακούφιση από τα συμπτώματα.

Γράφει,

Ιωάννα Κούρια,

Ψυχολόγος MSc- Οικογενειακή Θεραπεύτρια - τραυματοθεραπεύτρια 

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn