Η πιο ελκυστική χώρα στην Ευρώπη και μια από τις πλέον υποσχόμενες αγορές για τον ιατρικό τουρισμό διεθνώς είναι η Ελλάδα. Εκείνοι που το αμφισβητούν μπορεί και να αλλάξουν γνώμη μέσα από τα λεγόμενα της Αγγελικής Κατσάπη, διευθύνουσας συμβούλου της Swiss Aprroval T.B. και υπεύθυνης της Temos Hellas.
Η Temos Aegean (Temos Quality in Medical Care Aegean Ltd.) ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 2011 στην Κύπρο με σκοπό την πιστοποίηση ιατρικών υπηρεσιών και την επιχειρηματική δικτύωση των παρόχων υγείας στη διεθνή αγορά του ιατρικού τουρισμού. Η Temos Aegean,εκπροσωπώντας ένα σημαντικό ποσοστό ενδιαφερόμενων μερών της αγοράς του ιατρικού τουρισμού από την Κεντρική και τη Βόρεια Ευρώπη ως την Ασία και τη Νότια Αμερική, έχει ως βασική στρατηγική της να υποστηρίζει και να ενδυναμώνει την προσπάθεια των παρόχων υγείας στην Ελλάδα και την Κύπρο να αναβαθμίσουν την ποιότητα των υπηρεσιών τους και να ενσωματώσουν καλές πρακτικές για την εξυπηρέτηση του διεθνούς ασθενούς και κυρίως να δικτυώνει τους πλέον αξιόπιστους παρόχους υγειονομικής φροντίδας στις διεθνείς αγορές.
Ως ένας παγκόσμιος οργανισμός στην αξιολόγηση και την πιστοποίηση υπη-ρεσιών ιατρικού τουρισμού ποιες πιστεύετε ότι είναι οι αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας;
Ο οργανισμός Temos και η δική μας επαγγελματική ομάδα εκπροσώπων του στην Ελλάδα πίστεψαν εξ αρχής στις δυνατότητες και στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν από τους παρόχους της χώρας προκειμένου ο ιατρικός τουρισμός να αποτελέσει έναν αναπτυξιακό μοχλό και έναν κλάδο με σημαντικές θετικές οικονομικές επιπτώσεις. Διανύθηκε αρκετή απόστασητα τελευταία 7-8 χρόνια ομολογουμένως και μπορώ με βεβαιότητα να πω πως πλέον υπάρχουν πάροχοι υγείας που είναι γνωστοί εκτός συνόρων για το υψηλό επίπεδο υπηρεσιών που προσφέρουν. Η εξωσωματική, η οφθαλμολογία και ορισμένες από τις υπηρεσίες τριτοβάθμιας προηγμένης ιατρονοσηλευτικής φροντίδας,όπως η ογκολογία, είναι εκείνες που ήδη κατέχουν προβάδισμα για λόγους προφανείς και άλλους, λιγότερο γνωστούς. Για παράδειγμα, η προβολή και η καταξίωση των υπηρεσιών εξωσωματικής και αναπαραγωγικής ιατρικής μας και εκτός ελληνικών συνόρων δεν έχει να κάνει μόνο με το ευνοϊκό νομικό πλαίσιο, αλλά κυριωςμε τις υψηλού επιπέδου μονάδες που δημιουργήθηκαν, τα προηγμένων τεχνολογιών εργαστήρια γενετικής, τους ειδικούς επιστήμονες που στελεχώνουντις υπηρεσίες αυτές και εργάζονται προς την κατεύθυνση της εξωστρέφειας και της διασύνδεσης του έργου τους με οργανισμούς του εξωτερικού.Η πληθώρα ιατροτεχνολογικών υποδομών και σύγχρονων μηχανημάτων που κάνουν τις ιατρικές θεραπείες λιγότερο επεμβατικές και κοστοβόρες, το ικανό επιστημονικό προσωπικό και η ποιοτική αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας μέσα από τις διεθνείς πιστοποιήσεις τα τελευταία χρόνια συγκροτούν τη δυναμική μιας αγοράς που έχει πολλά να δώσει στην τοπική οικονομία.
Έχω την εντύπωση ότι μπήκαμε με αρκετή καθυστέρηση σε όλο αυτό τον χώρο που ονομάζουμε τουρισμό υγείας. Για ποιο λόγο έγινε αυτό;
Ο τομέας της υγείας άρχισε να ψάχνει εναλλακτικές αγορές όταν τις χρειάστηκε. Όταν η εσωτερική οικονομία εισήλθεσε ύφεση και τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της παροχής υπηρεσιών από την ιδιωτική υγεία και ταυτόχρονα στις ρυθμίσεις για τον εξορθολογισμό της χρήσης των υπηρεσιών, υπήρξε σημαντικό θέμα βιωσιμότητας. Τότε ακριβώς δημιουργήθηκε η τάση για ενίσχυση των συνεργασιών με ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες του εξωτερικού και συνεργειών με δίκτυα του εξωτερικού για την εισροή ξένων ασθενών. Τότε άρχισε και η αναμέτρηση με τις ανταγωνίστριες χώρεςγια τις διάφορες κατηγορίες υπηρεσιών που προσφέρονται στον διεθνή ασθενή και η επαφή με τις διεθνείς διοργανώσεις (εκθέσεις, συνέδρια) με αντικείμενο τον ιατρικό τουρισμό. Αρχικά οι αποκλίσεις ήταν σημαντικές: έλλειμμα στην οργάνωση των υπηρεσιών και τη σύνθεση του αποκαλούμενου ως «προϊόντος» ιατρικού τουρισμού,απουσία κατάλληλης προετοιμασίας για την υποδοχή ξένων ασθενών, απουσία ποιοτικών ελέγχων και πιστοποιήσεων και πάνω απ’ όλα υποβάθμιση της εικόνας του συστήματος υγείας της χώρας στις άλλες ευρωπαϊκές κυρίως χώρες εξαιτίας της κρίσης.Έκτοτε είναι δεδομένο πού έχουν γίνει σημαντικά βήματα, εκπορευόμενα από τη συνειδητοποίηση για την ανάγκη ουσιαστικήςαναδιοργάνωσης και ποιοτικήςαναβάθμισης της υπηρεσίας με επίκεντρο τον ασθενή.
Υπάρχει σήμερα μια εθνική στρατηγική που να ενισχύει τον ιατρικό τουρισμό;
Φοβάμαι πως η απάντησηείναι αρνητική, παρότι τα τελευταία χρόνια, όπως ειπώθηκε, έχουν γίνει σημαντικά βήματα. Ένα από αυτά ήταν και η ίδρυση της ΕΛΙΤΟΥΡ,του Ελληνικού ΣυμβουλίουΙατρικού Τουρισμού, για να επιτευχθεί η σύμπραξη που εξηγήσαμε και προκειμένου να υποστηριχθεί η πολιτεία για να λάβει τις ορθές αποφάσεις προς τη σωστή κατεύθυνση. Επίσης δεν υπάρχει εθνική στρατηγική με την έννοια πουσχεδιάστηκε, υποστηρίχθηκε και εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξέλιξη –ακόμη και κατά την περίοδο πολιτικής αποσταθερο-ποίησης– στη γείτονα χώρα. Η Τουρκία στήριξε παραδοσιακάτην προώθηση του ιατρικούτουρισμού με κρατική χρηματοδότηση των πιστοποιήσεων ποιότητας, με τη λειτουργία γραφείων διασύνδεσης σε διάφορες χώρες του κόσμου, με την ανάπτυξη πλαισίου ποιοτικών προδιαγραφών και ελέγχων στις υπηρεσίες υγείας και την καθιέρωση μέσα από ειδική διαδικασία αδειοδότησης του επαγγέλματος του πράκτορα ιατρικού τουρισμού (medical tourism facilitators). Τον Μάιο που μας πέρασε φιλοξενήθηκε στη χώρα μας μια από τις μεγαλύτερες συνεδριακές διοργανώσεις και εκθέσεις ιατρικού τουρισμού διεθνώς, με τους συμμετέχοντες να ανέρχονται σε 330 επαγγελματίες από 35 χώρες από όλο τον κόσμο.Η προβολή της χώρας μας με αφορμή αυτό το γεγονός, καθώς και η συμμετοχή των κρατικών παραγόντων, ήταν από μικρή έως ανύπαρκτη.Η ΕΛΙΤΟΥΡ μπορεί να γίνει ο άξονας διαμόρφωσης ενός τέτοιου αναπτυξιακού πλαισίου. Θα πρέπει να αντιληφθούμε πως δεν μπορούμε να έχουμε αποτελεσματικές αναπτυξιακές δράσεις για τον ιατρικό τουρισμό στη χώρα μας εάν δεν υπάρξουν δράσεις αναβάθμισης των υπηρεσιών υγείας ευρύτερης εμβέλειας. Δεν μπορούμε να μιλάμε για ιατρικό τουρισμό χωρίς τομές στα νοσοκομεία για την πρόληψη των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, συστηματοποίηση των ελέγχων πρόληψης ιατρογενών σφαλμάτων, δίχως αναδιοργάνωση των υπηρεσιών υγείας στην περιφέρεια και στις τουριστικές περιοχές, όπου οι κατά περίπτωση υγειονομικές ανάγκες αντιμετωπίζονται με τρόπους που βρίσκονται στα όρια της νομιμότητας και της αποτελεσματικότητας.
Ποια είναι τα συγκριτικά πλεονεκτήματά μας και τι θέση κατέχουμε παγκοσμίως αυτή τη στιγμή;
Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως αναφέραμε, είναι δεδομένα και ανάγονται ως επί το πλείστον στην επιστημονική υπεροχή μας, αλλά προκειμένου να αξιοποιηθούν απαιτείταισυστηματικότητα, οργάνωση, συνεργασία. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν αντικειμενικά το μέγεθος της αγοράς αυτής στη χώρα μας ή την κατάταξή της σε διεθνές επίπεδο. Οι πάροχοι δεν γνωστοποιούν τα στοιχεία εκτός μεμονωμένων περιπτώσεων και οι εποπτεύουσες Αρχές δεν διαχωρίζουν συχνά τα μεγέθη των περιστατικών που εξυπηρετούνται στο πλαίσιο του επείγοντος από εκείνα των προγραμματισμένων περιπτώσεων ιατρικού τουρισμού.
Έχουμε τις κατάλληλες δομές, αλλά και τοαπαραίτητο προσωπικό, προκειμένου να στηρίξουμε επαρκώς τον ιατρικότουρισμό;
Αυτή είναι μια πολύ εύστοχη ερώτηση. Καλώς αναδεικνύουμε το υψηλό επιστημονικό επίπεδό μας, τις προηγμένες υποδομές, αλλά είναι επαρκείς για να υποδεχτούν έναν διευρυμένο όγκο περιστατικών ως αποτέλεσμα της προβολής σε μια διευρυμένη αγορά-στόχο; Η αλήθεια είναι πως για ορισμένες από τις υπηρεσίες η απάντηση είναι θετική, ενώ για άλλες κατηγορίες υπηρεσιών θα λέγαμε πως είναι αμφίβολη. Όταν μεγάλα νοσηλευτικά κέντρα της χώρας –και δεν μιλάμε για τα δημόσια– έχουν ποσοστό κάλυψης των κλινών τους πάνω από 90%, είναι προφανώς αδύνατο να υποδεχτούν μεγάλους αριθμούς νέων περιστατικών από το εξωτερικό. Υπάρχει όμως ένας μεγάλος αριθμός μικρότερων δομών, κυρίως εκτός των δύο μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας, που χρειάζονται άμεσα ενίσχυση της δραστηριότητάς τους, μια και έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν με αξιώσεις περιστατικά διαφόρων κατηγοριών. Εκεί ακριβώς είναι που πρέπει να εφαρμοστούν σχέδια περιφερειακής ανάπτυξης για την ενίσχυση της προσβασιμότητας και των υποδομών φιλοξενίας στις περιοχές αυτές ώστε να προκύψει ένα πολλά υποσχόμενο συνολικά τουριστικό προϊόν. Σημαντικό παράδειγμα η Θεσσαλία και η Χαλκιδική με τα κέντρα αποκατάστασης/αποθεραπείας, τα οποία κρίνονται εφάμιλλα αντίστοιχων μονάδων της Κεντρικής Ευρώπης. Πέραν των αριθμών, θα ήθελα να θίξω άλλη μια διάσταση: εκείνη της ετοιμότητας του τομέα της υγείας και του προσωπικού να διαχειρίζεται με επάρκεια και αποτελεσματικότητα προκλήσεις που έχουν να κάνουν με έκτακτα γεγονότα (φυσικά φαινόμενα, καταστροφές, αιφνίδιες απειλές), κάτι που δυστυχώς δεν είναι μόνο επίκαιρο, αλλά και συχνό πλέον. Η έννοια του «preparedness» είναι άγνωστη για τις δομές στην Ελλάδα, τους κρατικούς λειτουργούς, τους ιδιώτες επαγγελματίες. Αδειοδοτούνται κλινικές χωρίς εξόδους διαφυγής, λειτουργούν δομές φροντίδας υγείας χωρίς πρόβλεψη χειρισμού επειγουσών καταστάσεων. Κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω η γνώση, η εφαρμογή δομημένων συστημάτων από ανθρώπους που γνωρίζουν να σχεδιάζουν και να εφαρμόζουν συστήματα που προάγουν το αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης των πολιτών και των πελατών των υπηρεσιών υγείας.
Ποια είναι τα οφέλη της ελληνικής οικονομίας,αλλά και της κοινωνίας εν συνόλω;
Κάθε άνοιγμα προς τη διευρυμένη διεθνή αγορά επιφέρει θετικά στην πλειονότητά τους αποτελέσματα στο εσωτερικό της χώρας.Η αύξηση των αλλοδαπών εξυπηρετούμενων από το σύστημα των υπηρεσιών υγείας δεν σημαίνει μόνο αύξηση άμεσων εσόδων για τους επιχειρηματίες και το κράτος, αλλά και αύξηση θέσεων εργασίας και δημιουργία νέων ειδικοτήτων. Πάνω απ’ όλα όμως σημαίνει διεθνή αναγνώριση και διασύνδεση με αξιοπιστία με τα δίκτυα του εξωτερικού και δημιουργία πρόσθετων ευκαιριών για ακόμα μεγαλύτερη ανάπτυξη, προσέλκυση επενδυτών στον χώρο της υγείας ή της ιατρικής ευεξίας, που κρίνεται επίσης ως ένας σημαντικά αναδυόμενος επιχειρησιακός κλάδος.
Απόστολος Ζαβιτσάνος
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»