AnvI_900x600.jpg

 

Ο μονόλογος της «Αγγέλας Παπάζογλου» με την ευκαιρία του φετινού εορτασμού της επετείου των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή αποδεικνύεται στις μέρες μας πιο επίκαιρος από ποτέ, ενώ παράλληλα αποτελεί μια σπουδαία κληρονομιά και ιστορική παρακαταθήκη για τις νεότερες γενιές. Για 23 χρόνια η Άννα Βαγενά συναντά την «Αγγέλα» πάνω στη σκηνή και μας μεταφέρει με το ίδιο κάθε φορά πάθος τον πόνο των προσφύγων, τη θλίψη για τους νεκρούς της Σμύρνης αλλά και τη λησμονιά για τις χαμένες πατρίδες. Γιατί, όπως έλεγε και η Αγγέλα, «Μην ξεχνάς, είναι αμαρτία να ξεχνάς».

Κα Βαγενά, θα ήθελα να σας γυρίσω κάποια χρόνια πίσω. Τι σας ώθησε να ακολουθήσετε το επάγγελμα του ηθοποιού;

Ξεκίνησα να σπουδάζω στη Νομική Σχολή Αθηνών αλλά πάντα είχα το μικρόβιο της υποκριτικής μέσα μου και έτσι παράλληλα παρακολουθούσα μαθήματα αρχικά στην Σχολή του Καρόλου Κουν και στη συνέχεια στο Εθνικό Θέατρο. Τελικά, λόγω της δικτατορίας το 1967 δεν μπόρεσα να συνεχίσω στη Νομική, την οποία εν τέλει την είχα επιλέξει για βιοποριστικούς λόγους. Πάντα ήθελα να γίνω ηθοποιός και, παρά τις στερήσεις που περάσαμε στην οικογένειά μου, αυτό δεν άλλαξε ποτέ. Από μικρό παιδί κυνηγούσα το όνειρό μου.

Τελικά, η ηθοποιία ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες σας;

Απολύτως. Αυτό που ήθελα να κάνω το έκανα. Νιώθω ευτυχής γιατί κατάφερα να κάνω θέατρο για τον πολύ κόσμο, για τον απλό κόσμο. Έκανα το όνειρό μου πραγματικότητα και μου δόθηκε η ευκαιρία να δημιουργήσω το Θεσσαλικό Θέατρο το 1975, που ήταν το πρώτο θέατρο που δημιουργήθηκε στην επαρχία, καθώς και το θέατρο Μεταξουργείο το 1999 μαζί με τον σύζυγό μου Λουκιανό Κηλαηδόνη.

Έχουν υπάρξει έργα ή συνεργασίες που σας απογοήτευσαν; 

Δεν θα έλεγα ότι συμμετείχα σε έργα που με απογοήτευσαν. Άλλωστε όλα ήταν συνειδητές επιλογές. Κάποια πήγαν πολύ καλά, κάποια άλλα όχι και τόσο. Συνεργασίες φυσικά και έχουν υπάρξει αποτυχημένες, καθώς δεν μπορείς πάντα να ταιριάζεις με όλους. Όπως σε όλους τους χώρους, έτσι και στο θέατρο συμβαίνει να μην είσαι ευχαριστημένος με κάποιους συνεργάτες. Μια πορεία 50 χρόνων στο θέατρο αποκλείεται να μην εσωκλείει και απογοητεύσεις.

Είστε άνθρωπος ευαισθητοποιημένος για τα προβλήματα του τόπου. Άλλωστε ως βουλευτής ασχολείστε με τα κοινά. Πώς συνδυάζετε την πολιτική με την υποκριτική;

Για μένα η υποκριτική και η δημιουργία των θεάτρων είναι συνυφασμένη με τα πολιτικά και κοινωνικά μου ερείσματα. Από μικρό παιδί συνειδητοποίησα πως ήθελα να χρησιμοποιήσω την τέχνη μου ώστε να βρεθώ δίπλα στους ανθρώπους, να αναδείξω τα δικαιώματά τους και να υπερασπιστώ όσα στερούνται. Αυτό νιώθω πως κάνω επίσης μέσα από το όραμα της Αριστεράς. Επομένως για μένα το θέατρο δεν ξεχωρίζει από την πολιτική αλλά θεωρώ πως το ένα συμπληρώνει το άλλο.

Συμμετέχετε σε μια παράσταση-σταθμό. Η «Αγγέλα Παπάζογλου», πέρα από το ιστορικό της περιεχόμενο, είναι και η μακροβιότερη παράσταση με τον ίδιο πρωταγωνιστή, εσάς. Πείτε μου τα συναισθήματά σας.

Νιώθω περήφανη για την ιστορικότητα που εμπνέει η παράσταση αυτή και ιδιαίτερα συγκινημένη για το επίκαιρο κοινωνικό της περιεχόμενο. Νιώθω επίσης πολύ χαρούμενη αλλά και βαθιά ικανοποιημένη που μπορώ, παρά το πέρασμα των χρόνων, να συνεχίζω να ανταποκρίνομαι στις απαιτήσεις της, καθώς είναι μονόλογος 1,5 ώρας που απαιτεί συναισθηματισμό, ψυχική και σωματική δύναμη και διαρκή συγκέντρωση.

Πώς αποφασίσατε και φέτος να συμμετάσχετε σε αυτή;

Φέτος ο ρόλος της Αγγέλας Παπάζογλου είναι ιδιαίτερα επίκαιρος, καθώς τις μέρες αυτές ενθυμούμαστε την επέτειο από τα 100 χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής. Με τη συμμετοχή μου στο συγκεκριμένο έργο νιώθω πως μου δίνεται η ευκαιρία να αποτίνω έναν φόρο τιμής. Να τιμήσω τους νεκρούς της Μικρασιατικής Καταστροφής, τις χαμένες πατρίδες και τον πολιτισμό που χάθηκε.

Έχετε κοινά στοιχεία με την ηρωίδα σας; Αν ναι, ποια είναι αυτά;

Βλέπω αρκετά κοινά στοιχεία. Διακρίνω σε μένα την εσωτερική δύναμη της Αγγέλας, την αγωνιστικότητά της, το πείσμα, το θάρρος του λόγου της αλλά και την αγνή αγάπη της για την πατρίδα.

Γιατί αξίζει να έρθει κανείς να παρακολουθήσει την παράσταση;

Γιατί είναι ένα διδακτικό μάθημα Ιστορίας που αξίζει να γνωρίσουν και οι νεότερες γενιές ,αλλά παράλληλα είναι και πολύ επίκαιρο. Μιλά για τον πόλεμο, την καταστροφή και την προσφυγιά. Που δυστυχώς σηματοδοτούν και το παρόν μας. Η Αγγέλα περιγράφει γεγονότα του τότε σαν να γίνονται σήμερα. Επίσης, η παράσταση εκπέμπει πανανθρώπινα μηνύματα, όπως η αγάπη για τους ανθρώπους και η αλληλεγγύη, που τόσο εκλείπουν στις μέρες μας.

Ποια είναι τα καλλιτεχνικά σας σχέδια για τον χειμώνα;

Στις 15 Οκτωβρίου ξεκινούν οι παραστάσεις στο θέατρο Μεταξουργείο για το «Ατσάλι» της Rona Monru με τη Γιασεμή Κηλαηδόνη, και με το νέο έτος θα ανέβει στο ίδιο θέατρο το έργο «Φοβάμαι, ταυρομάχε» του Λεμεμπέλ, το οποίο θα σκηνοθετήσω εγώ.

Για να κλείσουμε τη συνέντευξή μας, τι θα συμβουλεύατε τους νέους που επιθυμούν να ασχοληθούν στις μέρες μας με την υποκριτική;

Να το κάνουν μόνο αν την νιώθουν ως ανάγκη. Αν δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς αυτή. Η δόξα, η φήμη και η προβολή δεν πρέπει να αποτελούν κίνητρα για την υποκριτική. Για μένα η υποκριτική δεν είναι επάγγελμα, είναι τέχνη. Και όσοι την ασκούν γίνονται όχι μόνο καλύτεροι άνθρωποι αλλά, το πιο σημαντικό, γίνονται ευτυχισμένοι.

Συνέντευξη-επιμέλεια: Κατερίνα Γκρίτζαλη

Δ/ντρια Σύνταξης, stentoras.gr

 

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn