Εθελοντική Διακονία Ασθενών
Η μοναξιά δεν αντέχεται. Πολλοί το ξέρουμε, λιγότεροι το παραδεχόμαστε. Η μοναξιά, όταν είναι επιβεβλημένη για οποιονδήποτε λόγο, βγάζει νύχια και σκίζει σάρκες. Λιγότεροι το έχουμε ζήσει, πολλοί το έχουμε αντιληφθεί. Έστω και περιστασιακά. Έστω και φευγαλέα. Σε μία επίσκεψη σε κάποιο νοσοκομείο, σε έναν θάλαμο με πέντε κρεβάτια ασθενών με συγγενείς και φίλους ολόγυρα, με κομοδίνα γεμάτα μπουκάλια νερό και σοκολατένια μπισκότα πλάι. Σε έναν θάλαμο με πέντε κρεβάτια και με έναν ασθενή στον ίδιο θάλαμο, ένα παιδί, έναν έφηβο, έναν ενήλικα ή έναν ηλικιωμένο, δεν έχει σημασία, που είναι ξαπλωμένος, άρρωστος και ολομόναχος. Χωρίς συγγενείς, χωρίς φίλους, χωρίς νερό, χωρίς μπισκότα. Μόνος, μόνο με τη μοναξιά του και την αρρώστια του.
Η Εθελοντική Διακονία Ασθενών δημιουργήθηκε γι’ αυτό τον σκοπό: για να φροντίζει κάθε νοσηλευόμενο, παιδί, έφηβο, ενήλικα ή ηλικιωμένο, που δεν έχει κανέναν να τον νοιαστεί. Για να κάνει συντροφιά στον μοναχικό νοσηλευόμενο, που μπορεί να μπήκε στο νοσοκομείο για λίγες μέρες και ξέμεινε αναγκαστικά για πολλούς μήνες με μόνη συντροφιά του την αρρώστια και την ιατρική παρακολούθηση.
Ο αντιπρόεδρος της Εθελοντικής Διακονίας Ασθενών Θανάσης Κοντογιάννης και οι εθελοντές Θεοδώρα Παπαφράγκου και Βαγγέλης Μαρκετάκης μίλησαν για την επιλογή τους να στηρίζουν μοναχικούς, εγκαταλελειμμένους ασθενείς. Μία επιλογή που, ακόμη κι όταν κάποιος απλώς την αφηγείται, προκαλεί συγκίνηση και κόμπο στον λαιμό.
Αν κάποιος δεν πιστεύει, δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος, μπορεί να γίνει εθελοντής στον σύλλογό σας;
Θανάσης Κοντογιάννης: Προϋπόθεση να γίνει κάποιος εθελοντής στην Εθελοντική Διακονία Ασθενών είναι να θέλει να προσφέρει στον συνάνθρωπό του, όχι να είναι χριστιανός ορθόδοξος. Διακονούμε και αλλόθρησκους και αλλόπιστους και άθεους. Τα «πιστεύω» μας τα κρατάμε για τον εαυτό μας. Τα «πιστεύω» του ο καθένας τα κρατάει για τον εαυτό του. Δεν θέλουμε να προσηλυτίσουμε. Θέλουμε ο ασθενής να έχει κοντά του έναν άνθρωπο να του προσφέρει τη στοιχειώδη βοήθεια, ένα ποτήρι νερό, μια κουβέντα.
Οι ασθενείς συχνά παλεύουν με μια μοίρα που μοιάζει άδικη. Χρησιμοποιείται ποτέ εσείς και οι εθελοντές που είναι πιστοί χριστιανοί την έκφραση «είναι θέλημα Θεού»;
Θανάσης Κοντογιάννης: Όχι δεν λέμε κάτι τέτοιο. Η ανάγκη ενός παιδιού ή οποιουδήποτε διακονούμε είναι να ξέρει πως για τρεις ώρες δεν είναι μόνος του. Αυτό χρειάζεται. Θα σας διαβάσω κάτι: «“Το 2017 ήταν μία καλή χρονιά” μας είπε ο πατέρας του παιδιού και τον κοίταξαν απορημένοι. Για το πολύ σοβαρό πρόβλημα υγείας που είχε η κόρη του είπε: “Χάσαμε το παιδί μας τρεις φορές και επανήλθε. Ξέρεις τι είναι να βλέπεις το παιδί σου να λιώνει στην αγκαλιά σου, γιατί η αρρώστια έχει καταστρέψει τα πάντα; Μόνο το μυαλό της λειτουργούσε και αποφάσισε να ζήσει. Δεν παραιτήθηκε και έζησε. Αν αυτό δεν είναι το καλύτερο που μπορούσε να συμβεί, ποιο είναι; Δύο εβδομάδες στην εντατική ζήσαμε τον θάνατο πέντε παιδιών δίπλα στο δικό μας. Έχετε προσέξει πως μόνο στην εντατική υπάρχουν κάγκελα στα παράθυρα; Αν δεν κοιτάξεις μπροστά και δεις μόνο αυτό που συνέβη, δεν αντέχεται. Κοιτάς μπροστά, βάζεις στόχους, προχωράς. Η αρρώστια μας άφησε τον ακρωτηριασμό του ενός ποδιού του παιδιού για να μας θυμίζει ότι είμαστε θνητοί. Αλλά η κόρη μας είναι γερή, είναι ζωντανή”». Ξέρετε, οι άνθρωποι που παλεύουν με τον θάνατο δεν σκέφτονται σαν εμάς…
Οι εθελοντές της Διακονίας προετοιμάζονται πριν πάνε στους νοσηλευόμενους;
Θανάσης Κοντογιάννης: Υπάρχει εκπαίδευση με 14 εισηγητές. Πρέπει να ξέρει κανείς πώς να συμπεριφερθεί σε έναν νοσηλευόμενο, πώς να προστατέψει και εκείνον και τον ίδιο του τον εαυτό. Θέλουμε να εκπαιδεύουμε τους ανθρώπους ώστε να γίνονται επαγγελματίες εθελοντές και να λειτουργούν με βάση κανόνες και πλαίσιο. Η διακονία γίνεται κυκλικά. Για να μην υπάρξει στενή σχέση ανάμεσα στον νοσηλευόμενο και τον εθελοντή. Για να μην υπάρξει (σ.σ. ανεξέλεγκτη) συναισθηματική εμπλοκή. Κάνουμε διακονία μόνο όταν υπάρξει αίτημα από το νοσοκομείο και κατόπιν υπογραφής πρωτοκόλλου με το νοσοκομείο.
Τι προσδοκάτε μέσα από τη λειτουργία του συλλόγου;
Θανάσης Κοντογιάννης: Ο στόχος, το όραμά μας, είναι να μην υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος μόνος του στο νοσοκομείο. Έχουμε 450 εθελοντές. Διακονούμε τρία τρίωρα, από τις 11 το πρωί μέχρι της 8 το βράδυ 365 ημέρες τον χρόνο. Σχεδιάζουμε σύντομα να κάνουμε διακονία και σε σπίτια ανθρώπων που δεν έχουν κάποιον να τους φροντίσει, καθώς και να φιλοξενούνται άνθρωποι από την επαρχία που πρέπει να έρθουν στην Αθήνα, αλλά δεν χρειάζεται να νοσηλευτούν στα σπίτια εθελοντών. Προς το παρόν διακονούμε σε 34 νοσοκομεία. Σε άστεγους, πρόσφυγες, τοξικομανείς και κυρίως παιδιά που βρίσκονται στα νοσοκομεία με εισαγγελική εντολή, γιατί το περιβάλλον τους είναι κακοποιητικό. Ένα από τα προβλήματα είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι, αυτά τα παιδιά, μπορεί να πάνε στο νοσοκομείο για δύο τρεις ημέρες, αλλά τελικά, επειδή δεν έχουν πού αλλού να πάνε, μένουν εκεί για μήνες και παρά πάνω. Έχουμε 450 εθελοντές. Δεν φτάνουν…
Πως νιώσατε σε κάποια από τις διακονίες σας;
Θοδώρα Παπαφράγκου: Έκανα διακονία σε ένα κορίτσι που είχε γεννηθεί με σύνδρομο, δεν ξέρω να σας πω τι ακριβώς, και ήταν τυφλό, κωφό και παράλυτο. Μόλις την είδα για πρώτη φορά, πήγαινα για μεγάλο χρονικό διάστημα, έκλεγε. Αναρωτήθηκα τι θα έκανα μαζί της τις τρεις ώρες της διακονίας μου. Να της διάβαζα παραμύθι ήταν ανώφελο, γιατί ήξερα ότι δεν άκουγε. Να ζωγραφίζαμε δεν μπορούσαμε, γιατί δεν έβλεπε. Να πηγαίναμε βόλτα δεν γινόταν, ήταν παράλυτη. Την πήρα αγκαλιά. Για τρεις ώρες την κρατούσα στην αγκαλιά μου και της μιλούσα. Ήξερα ότι δεν άκουγε, αλλά εγώ της μιλούσα. Εκείνη αμέσως έγειρε το κεφάλι της στον ώμο μου, σταμάτησε να κλαίει και χαμογέλασε. Για τρεις ώρες χαμογελούσε. Για τρεις ώρες και εκείνη και εγώ ήμασταν πανευτυχείς.
Θα μπορούσατε να κάνετε διακονίες εάν δεν πιστεύατε στο Θεό; Όπως και να το κάνουμε, σε αυτή τη ζωή πολλά πράγματα είναι άδικα.
Θοδώρα Παπαφράγκου: Δεν μπορώ να απαντήσω σε μία τέτοια ερώτηση. Δεν υπάρχει δίκιο και άδικο. Όλα είναι ζωή. Το σχέδιο του Θεού δεν το γνωρίζω. Δεν κρίνω το δίκαιο και το άδικο. Αυτές οι καταστάσεις είναι θλιβερές, οδυνηρές. Αν είναι άδικες ή όχι δεν το ξέρω. Το αποδέχομαι και είμαι εκεί για να βοηθήσω. Από τη στιγμή που εγώ είμαι υγιής, δίνω τη βοήθειά μου ως αντίδωρο της δικής μου υγείας. Η στάση μου καθορίζεται από τη θέση μου. Ακριβώς επειδή πιστεύω στο Θεό, πιστεύω ότι μπορώ και να βοηθήσω οποιονδήποτε άνθρωπο ζητά να βοηθηθεί.
Υπάρχει περίπτωση να μην εμπλακεί συναισθηματικά ο εθελοντής με τον νοσηλευόμενο, έστω και εάν δεν είναι πολύ συχνές οι διακονίες του;
Βαγγέλης Μαρκετάκης: Φυσικά και υπάρχει συναισθηματική εμπλοκή με τους ασθενείς. Όμως έχουμε μάθει να τη διαχειριζόμαστε. Αυτή είναι η διαφορά. Πριν από λίγο καιρό έκανα τη μεγαλύτερη διακονία της ζωής μου. Η μητέρα μου ήταν άρρωστη και τελικά την έχασα. Φαντάζεστε τι θα είχα πάθει εάν δεν ήμουν στην Αποστολική Διακονία. Εάν δεν είχα παρακολουθήσει τα σεμινάρια.
Τι λέτε σε ένα παιδί που πάσχει από σοβαρή ασθένεια όταν σας ρωτήσει γιατί να τα ζει όλα αυτά;
Θοδώρα Παπαφράγκου: Είμαι εθελόντρια στην Αποστολική Διακονία Ασθενών οκτώ χρόνια. Έχω κάνει πάρα πολλές διακονίες, κυρίως σε παιδιά. Τα παιδιά είναι πολύ αγνές ψυχές. Τους αρκεί που κάποιος είναι κοντά τους. Που δεν είναι μόνα τους. Δεν ξέρω γιατί, αλλά συνήθως δεν κάνουν ερωτήσεις. Τις πρώτες ημέρες της νοσηλείας τους μπορεί να είναι αναστατωμένα. Μου έχει τύχει με ένα αγόρι που βρισκόταν στο νοσοκομείο μαζί με τον αδελφό του με εισαγγελική εντολή να με ρωτάει επίμονα τι είχε κάνει στον εισαγγελέα και τον είχε φέρει εκεί. Του εξήγησα ότι δεν έφταιγε αυτός. Ότι δεν τον τιμωρούσε ο εισαγγελέας επειδή είχε κάνει κάτι κακό. Ότι καμιά φορά οι μεγάλοι άνθρωποι έχουν προβλήματα. Και, μέχρι να λυθούν αυτά τα προβλήματα, δεν μπορούσε να μείνει κάπου αλλού εκτός από το νοσοκομείο. Συνήθως όμως τα παιδιά δεν ρωτούν. Αυτό που κάνουν είναι να διεκδικούν τη διακονία. Θυμάμαι μία φορά ένα παιδάκι που με ρωτούσε με αγωνία «θα έρθει άλλη κυρία»; Αυτό τους νοιάζει. Πότε θα έρθει άλλη κυρία για να μην είναι μόνα τους.
Κυβέλη Χατζηζήση,
Δημοσιογράφος