Έχεις ακούσει ποτέ κάποιον να λέει τη λέξη «βαριέμαι», μακρόσυρτα, νωχελικά, ίσως συνοδευόμενη από τέντωμα ή χασμουρητό; Μήπως ήσουν εσύ, ρε μπαγάσα; Καταλαβαίνεις, ρε, τι κάνεις; Το μόνο που διαθέτουμε, τελικά, είναι χρόνος. Μας δίνουν τάλαντα και ευκαιρίες να πορευτούμε και μια κλεψύδρα με καλυμμένο το πάνω μέρος της, να μην ξέρουμε πόσο θα κρατήσει ο «περίπατός» μας. Και βλέπεις τον άλλον –ελπίζω όχι εσένα– να χαραμίζεται στον καναπέ ή σε παρατεταμένες «ταβανοθεραπείες». Και να βαριέται, ρε φίλε.
Να σπαταλάει το κεφάλαιό του, το απροσδιόριστο κεφάλαιο που του χορήγησε ο Πανάγαθος, με τη σιγουριά ότι του περισσεύει. Και βλέπει άλλους να φεύγουν νωρίς και αναρωτιέται αν πρόλαβαν να ζήσουν. Αν ερωτεύτηκαν, αν δημιούργησαν, αν πόνεσαν και έκλαψαν, αν αποχωρίστηκαν, αν γέλασαν ή αν βρέθηκαν σε ματωμένο ηλιοβασίλεμα. Και βλέπεις πάλι να φέρεται με την υπεροψία της ασέβειας στα αγαθά που του χαρίστηκαν. Σαν να του δόθηκαν μόνο γι’ αυτόν τον ίδιο και για τις καλυμμένες ανάγκες του.
Μάθαμε να αξιολογούμε τον βίο με κριτήρια διάρκειας και αποτελέσματος. Ξεχάσαμε το ωραίο ταξίδι της Ιθάκης. Αν είσαι εκατό ετών και έφτιαξες δυο σπίτια, είσαι καλά. Ακόμα κι αν σεργιάνισες μόνο δυο μέτρα ή αν γνώρισες μόλις δέκα ανθρώπους. Και καλά αν ήταν από αναγκαία επιλογή. Αλλά αν έγινε έτσι, χωρίς λόγο; Άλλο να αναλώσω τη ζωή μου για να την υποστηρίξω με στέγη, τροφή, ασφάλεια και άλλο να τα έχω όλα και να σπαταλιέμαι στην ξάπλα και τη βαρεμάρα. Ευχαριστούμε τον Κύριο.
Και τι κάνεις όταν φτάνεις στον αδυσώπητο κόμβο της ματαιότητας; Εκτός από το να πάρεις βιταμίνες, μαγνήσιο και να ρυθμίσεις τη θυροξίνη σου. Εκεί που όλα σου φαίνονται μικρά κι ασήμαντα και η αυτοπραγμάτωση ανούσια κι ανόητη. Όταν όλα αποκλίνουν και συγκλίνουν χωρίς κανένα νόημα. Την ώρα που δεν ξέρεις τι να γνέψεις στον καθρέφτη σου. Οι εκκρεμότητες δεν σε ενδιαφέρουν και δεν σε εμποδίζουν. Και στέκεσαι σκεφτικός εμπρός στο δώρο της ζωής. Σαν να μην έχεις πια κάτι να κάνεις. Έλα, ρε φίλε.
Τι θα έκανες αν ήταν η τελευταία μέρα της ζωής σου; Αν ήταν ο επίλογος ενός προκαθορισμένης διάρκειας βίου. Αν μάθαινες το πρωί ότι είναι το τελευταίο σου εικοσιτετράωρο. Θα ένιωθες την ίδια αδιαφορία ή βαρεμάρα; Πόσους ανθρώπους θα ήθελες να χαιρετήσεις και να τους πεις πως αγαπάς; Πόσα μισά λόγια και μισά σχέδια θα ήθελες να ολοκληρώσεις; Πόση παράταση μπορούσες να ζητήσεις για να πατσίσεις τις ώρες της μούχλας και της αδράνειας; Πόσους ανθρώπους θα έβλεπες να θέλουν να σε κρατήσουν εδώ;
Ή μήπως πάλι δεν σε νοιάζει; Ίσως είσαι πολύ εγωιστής για να το παραδεχτείς. Ή αρκετά υπερόπτης για να πιστεύεις ότι όλα σου δόθηκαν για σένα και τα κάνεις ό,τι θέλεις. Όχι, ρε φίλε. Από την ώρα που γεννήθηκες –μη σου πω κι εννιά μήνες νωρίτερα– όλος ο κόσμος σε υπηρετεί. Μπορεί να μη σε ρώτησε κανείς αν ήθελες να γεννηθείς, αλλά και να σε ρωτούσε πού θα το καταλάβαινες, ρε ανύπαρκτο ζαγάρι; Αλλά τώρα είσαι εδώ. Άλλοι, πολλοί άλλοι, έκαναν πράγματα για σένα. Γιατί αναγνώριζαν πως η «προίκα» τους δεν ήταν μόνο για πάρτη τους.
Δεν θα σε σύρω στις ενοχές για τα δανεικά που δεν επέστρεψες. Έτσι δεν κάνει νόημα, δεν είναι ευλογημένο. Όμως θα ήθελα να χαλαλίσεις κι εσύ στους άλλους, όποιους άλλους, ένα μέρος από τα δώρα σου. Να επενδύσεις χρόνο και ικανότητες για να έχουν και άλλοι τις ευκαιρίες. Μη στραβώνεις, ρε φίλε. Κάνε κάτι για σένα τουλάχιστον και θα ωφεληθούμε όλοι. Κάνε κάτι. Γνώρισε ανθρώπους, ψάξε ενδιαφέροντα, εξερεύνησε τον απέραντο κόσμο της ανθρώπινης γνώσης, έστω διάβασε ιστορία. Κάτι θα σου κάνει κι εσένα.
Παρακαλώ, αποκολλήσου από τον καναπέ, δεν είσαι χελώνα. Μπορεί να κουνηθείς, και πάλι να μη βρεις κάτι να σε αυτοπραγματώνει, αλλά κουνήσου. Από εκεί τίποτα δεν θα συμβεί. Άσε το ταβάνι χωρίς παρακολούθηση. Έχει χρόνια που δεν κουνήθηκε από τη θέση του. Και μη βαριέσαι, είναι ασέβεια. Μη γυρίζεις την πλάτη στις μέρες και στις ώρες. Γέμισε κάθε κρίσιμο λεπτό σου με εξήντα δευτερόλεπτα ζωής, όπως προτείνει ο Κίπλινγκ. Γίνε χορηγός ενέργειας και υποστήριξης γι’ αυτούς που ξέρουν ήδη τι θέλουν να χτίσουν. Πιες σπιτική λεμονάδα, ρε φίλε.
Δεκάδες τα τσιτάτα. Ζήσε σαν να μην υπάρχει αύριο. Σήμερα είναι η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής σου. Η ζωή είναι γλυκιά. Οι βλάκες ζουν χωρίς να φχαριστιούνται. Η ζωή είναι μικρή. Να ζει κανείς ή να μη ζει; Η ζωή είναι παιχνίδι. Γλέντα τη ζωή. Η ζωή είναι ένα αγγούρι. Υπάρχει ζωή και πριν από τον θάνατο. Η ζωή είναι ένα κρεμμύδι.
Σοβαρά τώρα. Κι αν είναι η τελευταία μέρα;
Δημήτρης Φυντάνης