Θέλουμε να αισθανόμαστε το σύστημα σαν μία ενιαία και εποπτευόμενη μηχανή, κατασκευασμένη να διαχειρίζεται τις ανάγκες μας. Υπό αυτή τη θεώρηση του χρεώνουμε μηχανικές αδυναμίες, βλάβες και δυσλειτουργίες. Απλή αίσθηση ή πραγματικότητα, το ταμείο των αναγκών μας είναι προοδευτικά ελλειμματικό στο τέλος κάθε διαχειριστικής ενότητας.
Ατομικές ή κοινές, οι διαπιστώσεις της κακοδαιμονίας του αποκαλούμενου συστήματος συγκλίνουν στην ανεπάρκειά του. Αυτή αναφέρεται συνήθως στις βασικές ανθρώπινες ανάγκες που εικάζουμε ότι ανέλαβε να διαχειριστεί. Η ευτυχία δεν είναι ρεαλιστικό θέμα συζήτησης.
Κάθε οικονομολογική, φιλοσοφική, κοινωνιολογική ή άλλη απόπειρα αποκωδικοποίησης του συστήματος, αν δεν προεξοφλεί κάποιο τμήμα του, φλυαρεί με την ατέλειά της, συνήθως σε απόσταση από το γήπεδο. Στη χειρότερη περίπτωση ξεκινά από εκεί που σταμάτησε η προηγούμενη. Στην καλύτερη αποτυπώνει τεχνοκρατικά αυτό που ήδη αντιλαμβανόμαστε να συμβαίνει. Δημιουργείται έτσι ένας παράλληλος κόσμος παραδοχών, γενικεύσεων, θεωρητικών ζυμώσεων και στατιστικής ομογενοποίησης, όπου η επεξεργασία του βίου μας οδηγεί στην εικονική πραγματικότητα του μαζικού.
Στη συνέχεια η πραγματικότητα έρχεται ως κακέκτυπο να επιβεβαιώσει το εικονικό της είδωλο, όποιο κι αν είναι αυτό. Το ψυχρό χέρι των επιστημών, στο βελούδινο γάντι της τέχνης, ενισχύει το διαρκές παιχνίδι συμπεριφορικής επιβεβαίωσης. Η επαναλαμβανόμενη αυτή διαδικασία, σε κάθε έκδοσή της, χαίρει της ανοχής των διαχειριστών του συστήματος ή -αν τέτοιοι δεν υπάρχουν- των διαχειριστών των υποσυστημάτων.
Οι ισορροπίες που εκπαιδευτήκαμε να σεβόμαστε εκτρέπονται και απροειδοποίητα ανατρέπονται. Οι ανισότητες ανοίγουν πεισματικά την ψαλίδα τους στριμωγμένες από φούσκες μη πραγματικών οικονομιών. Οι εγκληματικές και οι συνειδησιακές αποκλίσεις πυκνώνουν.
Τα μέσα και οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν για τη διαχείριση των υποσυστημάτων μετακυλίονται τακτικά στην κατανάλωση σαν παρωχημένα οπλικά συστήματα, χωρίς αντίστοιχη φαινόμενη ωρίμανση κάποιας στρατηγικής. Όλο και περισσότερο διακρίνεται μέσα στην ομίχλη ένας μικροσκοπικός καπετάνιος πάνω σε ένα γιγαντιαίο οιακοστρόφιο.
Η συνοχή των μηχανισμών και η συγκέντρωση των διαχειριστών χάνει την πρωτεύουσα σημασία που της προσδίδουν οι θεωρίες συνομωσίας. Το σύστημα καθημερινά, υπό την καθοδήγηση των μετρίων, απομακρύνεται από το συμβατικό ρόλο του εγγυητή της ικανοποίησης βασικών αναγκών. Στοιχειώδη αγαθά απουσιάζουν από περιοχές και γειτονιές του πλανήτη. Οι παρασιτικές λειτουργίες μεγεθύνονται εις βάρος των συρρικνούμενων παραγωγικών εργασιών. Οι μηχανισμοί του χρήματος απομυζούν τη ζωή. Ακόμη και η πιστή μεσαία τάξη χώνει λίρες στα στρώματα.
Δεν υπάρχει σαφής εκτίμηση για το υπόλοιπο ζωής ενός συστήματος που ίσως να μην έζησε ποτέ, παρά σε έναν υπέροχο αστικό μύθο. Οι ενέσεις αναδιανομής πλούτου και αποκάλυψης φυσικών πόρων επιβραδύνουν αμελητέα το αναπόφευκτο της συγκέντρωσής τους σε πρόσωπα και έθνη. Νέες αγορές, διαχείριση της πληροφορίας, καινοτομία, ρομποτική, αειφόρος ανάπτυξη και παγκοσμιοποίηση σηματοδοτούν το τέλος μιας μακράς περιόδου που ξοδεύτηκε σε πολέμους, εξόρυξη πετρελαίου και διαστημικά προγράμματα.
Αν ο άνθρωπος ωρίμασε έστω και ελάχιστα, μέσα σε αυτό το περιβάλλον όπου σπατάλησε μονάδες φαντασίας και δημιουργικότητας για να αναγνωρίσει τους κληροδοτημένους μηχανισμούς, τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι είναι έτοιμος να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του, ανάγοντας οριστικά το ζητούμενο στην εκπλήρωση της ανθρώπινης ευτυχίας.
Όσο για τους ενδεχόμενους διαχειριστές του συστήματος: στη θέση τους θα προσευχόμουν καθημερινά όχι απλά για έναν τρίτο δρόμο, αλλά για ένα θαύμα που θα έβγαζε από τα διαφαινόμενα αδιέξοδα, επιτρέποντας ουσιαστικούς ειρηνικούς μετασχηματισμούς χωρίς βίαιες ανατροπές και φονικές συγκρούσεις.
Δημήτρης Φυντάνης