Μόλις περάσαμε τα δέκα χρόνια κρίσης. Της αισθητής κρίσης. Αυτής που μας στοίχισε σε ευζωία και κατανάλωση. Αυτής που μας άδειασε τα πορτοφόλια και τους λογαριασμούς, μας επέβαλε κεφαλαιακούς ελέγχους και μας έβγαλε τα σπίτια στο σφυρί. Της κρίσης που δημιούργησε νεόφτωχους και προκάλεσε αδιέξοδα και αυτοκτονίες. Της κρίσης που μας ψύχρανε τις σχέσεις με συγγενείς και φίλους και αναδόμησε τις παρέες μας γύρω από επιτραπέζια παιχνίδια, πάνω σε παγκάκια και μέσα σε πάρκα.
Αυτής που μας ξαναθύμισε την ταξική δομή των κοινωνιών μας. Που έστειλε μισό εκατομμύριο νέους στο εξωτερικό σε αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Που όξυνε διαφορές και άμβλυνε τη δημιουργικότητά μας. Μιας ακόμα οικονομικής κρίσης στον πλανήτη μας. Μιας ακόμα ουσιαστικής πτώχευσης της ελληνικής οικονομίας. Δέκα ολόκληρα χρόνια από τη ζωή μας. Δέκα χρόνια γερασμένοι αντί μεγαλύτεροι και σοφότεροι. Δέκα άγονα χρόνια μιζέριας, γκρίνιας και κλαουρίσματος.
Γιατί ακόμα κι αν δεν κλαιγόσουν όλα αυτά τα χρόνια, αλλά δούλευες πεισματικά όλα τα σχέδιά σου για καλύτερο αύριο, δεν μπορεί να αδιαφόρησες για τον ήχο της δυστυχίας όσων δεν ήταν αρκετά ψύχραιμοι για να συνεχίσουν και ευέλικτοι για να προσαρμοστούν. Γιατί χρειάζεται να είσαι πολύ σκληροτράχηλος ή πολύ τομάρι για να μη νοιαστείς για την ανέχεια που σε περιβάλλει. Και το κρύο νερό μπορεί να μην είναι πολύ δροσιστικό όταν ο γείτονάς σου δεν έχει ρεύμα. Και οι περισσότεροι από εμάς μάλλον είχαν έναν τουλάχιστον γείτονα χωρίς ρεύμα.
Όχι από αυτούς που βολεύτηκαν με επιδόματα, δικαιώματα ανέργων και δέματα αγάπης. Όχι από αυτούς που οχυρώθηκαν πίσω από ψευτοκινήματα τύπου «δεν πληρώνω». Αλλά από τους άλλους, που δεν ήταν τζάμπα μάγκες και πόνεσαν πραγματικά από την ανεπάρκειά τους να διαχειριστούν τη φτώχεια τους. Αυτούς που δούλευαν κάθε μπουκάλι γάλα και χαίρονταν κάθε μικρό και μεγάλο αγαθό όταν το κέρδιζαν με την προσπάθειά τους. Που έχασαν τον κόσμο, που θεωρούσαν δεδομένο, κάτω από τα πόδια, που νόμιζαν σταθερά.
Επιχειρήσεις έκλεισαν και πτώχευσαν και έφυγαν. Και όσες έμειναν προσπαθούν να γλείψουν τις πληγές τους χωρίς σάλιο. Όχι οι βολεμένες της οικονομικής ελίτ. Κι αυτές ίσως δεν περνούν καλά, αλλά έχουν τον τρόπο τους. Το πολύ πολύ να πετάξουν μερικούς φουκαράδες στον δρόμο για να περιορίσουν τις δαπάνες τους και να προστατέψουν τον ισολογισμό τους. Να είναι ανθεκτικός σε κάθε έλεγχο με κριτήρια αγγλοσαξονικά και να τις συγχαρούν για τα αντανακλαστικά τους. Οι άλλες όμως, οι μικρές και μικρομεσαίες, που στήριξαν οικονομία και απασχόληση, πώς να συνεχίσουν τον δρόμο;
Η κρίση ακόμα συνεχίζεται, κουκουλωμένη από τον οίκτο και τις σκοπιμότητες των Ευρωπαίων. Σταδιακά ερχόμαστε εκεί που μας χρειάζονται. Κατά διαστήματα παίρνουμε και καμιά επιβράβευση να χαρούμε. Και κανένα θετικό σχόλιο τύπου «οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες» για να νιώσουμε εθνική υπερηφάνεια. Τώρα βέβαια είναι άλλου είδους οι θυσίες του ελληνικού λαού. Τώρα είμαστε παράδειγμα προς αποφυγή στους κόλπους της Ένωσης. Οι ανόητοι σπάταλοι, που νόμιζαν ότι θα ζουν με δανεικά λεφτά. Οι ηλίθιοι, που καταβρόχθισαν το μέλλον τους. Οι αλαφροΐσκιωτοι, που πέρασαν τα ευρώ για χάντρες.
Με πολιτικούς που τους αξίζουν. Που κερδίζουν εκλογές βάζοντας τους αντιπάλους φυλακή. Που τουμπάρουν δημοψηφίσματα και λένε πως λεφτά υπάρχουν. Που αναζητούν διεθνή αναγνώριση γι’ αυτούς στην πλάτη των φουκαράδων. Που ξεπουλούν πατρίδα και ομοαίματους για να κάνουν παιχνίδι. Πολιτικούς χωρίς ιδεολογία και αξίες. Χωρίς πραγματική έγνοια για την ανθρώπινη ευτυχία. Με βαθιά αδιαφορία για σύμμετρη αειφόρο ανάπτυξη. Με μοναδική ηδονή τη νικηφόρα διαδρομή στα ταμπλό της παγκόσμιας σκηνής, στην υπηρεσία άγονων παιχνιδιών εξουσίας.
Και όλα αυτά ολοκληρώνουν την εικόνα του ζαλισμένου λαού. Που έχασε αβγά και πασχάλια μέσα σε μια στιγμή. Που κατεβαίνει σπάνια στις πλατείες να διαμαρτυρηθεί για τα λεφτά που δεν υπάρχουν και σκαλίζει τα σκουπίδια του για να χορτάσει την πείνα του. Που θέλει αναδρομικά κομμένα από το μέλλον των παιδιών του. Που είναι πρόθυμος να διεκδικήσει επανορθώσεις για το αίμα των προγόνων του όχι για χρήση σε καλύτερο μέλλον, αλλά για να συμψηφίσει τις σπατάλες του. Που περιορίζεται σε ρόλο θηλαστικού, ξεχνώντας πνεύμα, πολιτισμό, αξίες, τέχνη και πρόοδο.
Κατοχυρώθηκε. Δέκα χρόνια χωρίς νόημα και σκοπό για την Ελλάδα.
Δημήτρης Φυντάνης