Άστεγοι στο ίδιο τους το σπίτι, χωρίς στοιχειώδεις ανέσεις ζουν χιλιάδες Έλληνες
Η ταλαιπωρία του παρελθόντος έχει αφήσει τα σημάδια της. Κοινώς, ένας χρέος προς τη ΔΕΗ που φτάνει τα 4.000 ευρώ. Η ίδια, παρότι εξακολουθεί να ζει με το βάρος περασμένων χρόνων, δηλαδή να αποπληρώνει σε δόσεις τα χρωστούμενα, δηλώνει πια «περήφανη» που τότε κατάφερε να αντιμετωπίσει το ζόρι. Ζόρι που μετριόταν, εκτός από το χρέος για το ηλεκτρικό του σπιτιού της, σε εννέα μη καταβαλλόμενα ενοίκια των 350 ευρώ έκαστο, που σημαίνει περί τα 3.000 ευρώ και βάλε. Παρότι περήφανη πλέον, δεν θέλει να δημοσιοποιηθεί το όνομά της. Για να συνεννοηθούμε, θα τη βαφτίσουμε Μαρία. Ούτε πού βρισκόταν το σπίτι της θέλει να δηλώσει. Για να συνεννοηθούμε, θα το ονομάσουμε Νησί.
Η Μαρία λοιπόν σ’ αυτό το Νησί πήγε στα 20 της χρόνια. Δούλευε, σπούδαζε και είχε συμφωνήσει με τους γονείς της να πληρώνει μέρος των εξόδων της εκεί κι εκείνοι να συμπληρώνουν το ποσό. Το σπίτι ήταν γύρω στα 65 τετραγωνικά, στον τέταρτο όροφο. «Μάλλον είχα κάνει λάθος που νοίκιασα το συγκεκριμένο διαμέρισμα» λέει σήμερα. Λάθος ή παράτολμη επιλογή, το ερώτημα απαντήθηκε από τις εξελίξεις. Μια αναποδιά οικονομικής φύσης υποχρέωσε τους γονείς να αθετήσουν την υπόσχεση που είχαν δώσει στην κόρη τους. Κι έτσι, όλα τα έξοδα του σπιτιού φορτώθηκαν στους ώμους της. Η Μαρία σπούδαζε και παράλληλα δούλευε στην εστίαση. Αμειβόταν καλά αλλά, ανάλογα με τις υποχρεώσεις της, ανεπαρκώς. Και ο κόμπος έφτασε στο χτένι και το ρεύμα κόπηκε. Ο σπιτονοικοκύρης ζητούσε τα νοίκια και μετά τον έβδομο μήνα έφτασε στο σημείο να βρει τη Μαρία εν ώρα εργασίας και να την περιλούσει με προσβολές και βρισιές.
«Έκανα μπάνιο με κρύο νερό, χειμώνα καιρό, ή πήγαινα στο σπίτι της κολλητής μου για να πλυθώ. Θέρμανση δεν είχα, την έβγαζα κυκλοφορώντας με κουβέρτα μέσα στο σπίτι. Ούτε ρεύμα για να μαγειρέψω είχα, κι έτσι έτρωγα στη σχολή ή στη φίλη μου. Για να διαβάσω για το πανεπιστήμιο καθόμουν με ανοιχτή την εξώπορτα του σπιτιού, ώστε να βλέπω από το κοινόχρηστο φως της πολυκατοικίας. Το θέμα είναι ότι δεν ήξερα από την αρχή ότι οι γονείς μου δεν πλήρωναν το νοίκι και το φως. Και τα χρέη συσσωρεύτηκαν. Κι έτσι, προκειμένου να αποφεύγω τον σπιτονοικοκύρη, απέφευγα να γυρνάω στο σπίτι. Μάλιστα δύο νύχτες είχα κοιμηθεί στο παγκάκι».
Η Μαρία μιλάει μελαγχολικά για το παρελθόν της, το οποίο ως χρέος τη βαραίνει ακόμα. Μελαγχολικά αλλά και με χαμόγελο. «Δεν ήταν τόσο τραγικά τα πράγματα. Φαντάσου να είχα οικογένεια, παιδιά και να μου συνέβαινε το ίδιο! Κέρδιζα καλό μηνιάτικο, έβγαινα και ξόδευα λίγα ευρώ για να μη με πάρει από κάτω, αλλά να ξεχρεώσω τόσα χιλιάρικα δεν μπορούσα. Το βάρος μου δεν ήταν τα χρέη μου. Ήταν ο φόβος για την κοινωνική κριτική. Γι’ αυτό και δεν το είχα πει πουθενά. Καλούσα τους φίλους σπίτι μου, αλλά έβρισκα τρόπο να μην παίρνουν χαμπάρι ότι δεν έχω ρεύμα. Για παράδειγμα, αν θέλαμε καφέ, παραγγέλναμε απέξω με την πρόφαση ότι ήταν καλύτερος. Μόνο η κολλητή μου τα ήξερε όλα. Ομολογώ ότι από τότε έχω εκτιμήσει ακόμη περισσότερο τη φιλία και έχω απαξιώσει την οικογένεια».
Χρέη βουνό
Η περίπτωση της Μαρίας είναι μια σταγόνα στον ωκεανό. Αμέτρητα ενοίκια είναι απλήρωτα, αμέτρητοι άνθρωποι τρώνε σε φίλους, πεθερικά, ή περιορίζουν μικρές γευστικές πολυτέλειες όπως τα τυριά ή οι ξηροί καρποί, αμέτρητα σπίτια έχουν ενοίκους αλλά όχι φως. Μια βόλτα στα υποκαταστήματα της ΔΕΗ θα πείσει και τον πλέον ανυποψίαστο για το ζόρι που τραβάνε χιλιάδες Έλληνες στην καθημερινότητά τους από τα δυσβάσταχτα πάγια έξοδα.
Άστεγοι στο σπίτι τους
Το τελευταίο διάστημα κυκλοφορεί η επωδός «άστεγοι στο σπίτι τους». Όποιος κοινός θνητός –ή τουλάχιστον πολλοί εξ ημών– ρίξει μια ματιά στην τσέπη του θα αντιληφθεί πως είναι ένας απ’ αυτούς τους ιδιότυπους άστεγους. Πρόσφατα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι μέχρι το τέλος του χρόνου ο ΔΕΔΔΗΕ θα προχωρήσει σε περίπου 35.000 διακοπές ρεύματος σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που αδυνατούν να πληρώσουν τις οφειλές τους. Το 70% αφορά σε νοικοκυριά.
Η φτώχεια θέλει καλοπέραση
Στοιχεία του Μαΐου 2018 που δημοσιοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) για τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα καταδεικνύουν μεταξύ πολλών άλλων ότι με ποσοστό ανεργίας που το 2017 έφτασε το 21,5% και με το 35,6% του πληθυσμού (2016) να βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό, η κατανάλωση αγαθών παραμένει σε γενικές γραμμές στα ίδια επίπεδα. Εξαίρεση στη διαφοροποίηση των παγίων εξόδων αποτελεί το καλοριφέρ πετρελαίου, που το 2008 είχε ποσοστιαία κατανομή 68,2% στα νοικοκυριά ως κύριο μέσο θέρμανσης, ενώ το 2016 ήταν στο 41,5%. Την ίδια στιγμή, η κατανομή των καλοριφέρ φυσικού αερίου διπλασιάστηκε (5,0% το 2008 έναντι 10,4% το 2016). Όπως δείχνουν τα στοιχεία, οι Έλληνες δεν αλλάζουν εύκολα συνήθειες, βρέξει χιονίσει. Προφανώς η φτώχεια θέλει καλοπέραση, αλλά μ’ αυτά και μ΄ αυτά το ιδιωτικό χρέος ανέρχεται στα 250 δισ. ευρώ, πλησιάζοντας το δημόσιο χρέος, το οποίο βέβαια ξεπερνά τα 300 δισ. ευρώ. Τα χρέη φτάνουν στο απροχώρητο, οι μισθοί στο ναδίρ και οι άστεγοι στο ίδιο τους το σπίτι τείνουν να αποτελούν τη νέα τάξη πραγμάτων. Κι αν η Μαρία έζησε χωρίς φως και υπό την απειλή έξωσης για περίπου έναν χρόνο, αλλά τώρα έχει βάλει τη ζωή της σε λογαριασμό, κάποιοι άλλοι βαριανασαίνουν ακόμη και στα όνειρά τους.
Κυβέλη Χατζηζήση,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»