Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ισότητας των Αμοιβών μεταξύ των Δύο Φύλων η Κομισιόν έδωσε στη δημοσιότητα στοιχεία που δείχνουν μια σημαντική απόκλιση των μισθολογικών απολαβών μεταξύ ανδρών και γυναικών. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία προκύπτει ότι οι γυναίκες στην Ελλάδα αμείβονται κατά 12,5% λιγότερο από τους άνδρες, τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ανέρχεται στο 16,2%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για το υπόλοιπο του χρόνου (απομένουν 16% ημέρες για την ολοκλήρωση του τρέχοντος έτους) οι γυναίκες θα δουλεύουν, αλλά θα είναι σαν να μην αμείβονται.
Το ζήτημα της ίσης αμοιβής μεταξύ γυναικών και ανδρών μπορεί να φαίνεται σήμερα αναχρονιστικό ή και παλαιομοδίτικο. Σε μια εποχή που τα εργασιακά δικαιώματα έχουν δεχθεί και συνεχίζουν να δέχονται άγρια επίθεση, πολλοί μπορεί να αναρωτιούνται γιατί αυτό έχει ξεχωριστή ή μεγαλύτερη σημασία σε σχέση με το χτύπημα σε άλλα δικαιώματα. Η αλήθεια είναι ότι η ανισότητα των αμοιβών δεν έχει μόνο επιπτώσεις στην οικονομική ανεξαρτησία των εργαζόμενων γυναικών και τη σύνταξή τους. Είναι θέμα που σχετίζεται με τη φτώχεια των γυναικών και συχνά ολόκληρης της οικογένειας, αλλά και της συμπίεσης συνολικά των μισθών προς τα κάτω. Έχει να κάνει με ολόκληρους κλάδους που, επειδή σε αυτούς εργάζονται γυναίκες κυρίως, θεωρούνται «κατώτεροι», ακόμα κι αν οι εργαζόμενες προσφέρουν εργασία κοινωνικώς ιδιαίτερα χρήσιμη και δουλεύουν με εξαντλητικά ωράρια.
Γιατί υπάρχει αυτή η κατάσταση
Για ποιο λόγο λοιπόν παρατηρείται αυτό το φαινόμενο; Το σημαντικότερο εμπόδιο που επηρεάζει τη μισθολογική ισότητα είναι ο κοινωνικός ρόλος των γυναικών. Φυσικά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που διαμορφώνουν αυτή την κατάσταση, όπως η τρέχουσα οικονομική κρίση, αλλά ο κοινωνικά προκαθορισμένος ρόλος τους είναι αυτός που σήμερα δημιουργεί το χάσμα. Έτσι λοιπόν βλέπουμε ότι η σύγκρουση μεταξύ οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων, ρόλοι που και οι δύο ως επί το πλείστον εμπεριέχουν την αυτοπραγμάτωση, αποτελεί τον πρωτεύοντα παράγοντα.
Μια σειρά από άλλους παράγοντες λειτουργεί ενισχυτικά προς την ανισότητα. Οι γυναίκες εργάζονται σε επαγγέλματα και τομείς όπου οι αμοιβές είναι χαμηλότερες για τις ίδιες. Ακόμα, υπάρχει σε έναν βαθμό ένας ιδιότυπος διαχωρισμός μεταξύ αντρικών και γυναικείων επαγγελμάτων, ο οποίος οδηγεί σε υπερσυγκέντρωση των φύλων σε συγκεκριμένους επαγγελματικούς κλάδους. Παρατηρείται μια δυσκολία στην επαγγελματική ανέλιξη των γυναικών, που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όπως π.χ. ο ιδιότυπος ρατσισμός στον εργασιακό χώρο. Εξακολουθεί να υφίσταται δυσκολία στον συνδυασμό της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή, με αποτέλεσμα πολλές γυναίκες να απασχολούνται με ευέλικτες μορφές εργασίας.
Όπως αναφέρεται σε στοιχεία της Κομισιόν, «οι εργαζόμενοι άντρες περνούν κατά μέσο όρο 9 ώρες την εβδομάδα σε άμισθες δραστηριότητες φροντίδας και νοικοκυριού, ενώ οι γυναίκες περνούν 22 ώρες — που σημαίνει τουλάχιστον 4 ώρες κάθε μέρα. Το γεγονός αυτό αντανακλάται στην αγορά εργασίας, με περισσότερες από 1 στις 3 γυναίκες να μειώνουν τις έμμισθες ώρες τους σε μερικής απασχόλησης, ενώ μόνο 1 στους 10 άνδρες κάνει το ίδιο». Επιπλέον, η εργασιακή ζωή των γυναικών διακόπτεται συχνότερα και για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα από περιόδους ανεργίας, πράγμα που έχει ανάλογη επίδραση και στη μισθολογική τους εξέλιξη.
Οι συχνότερες και μεγαλύτερης διάρκειας διακοπές του εργάσιμου βίου των γυναικών σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό και με τη μητρότητα. Η μητρότητα αντιμετωπίζεται ως «κόστος» από την εργοδοσία, που αποφεύγει να κρατά στη δουλειά τις νέες μητέρες για να μην «επιβαρύνεται» με τις άδειες, με την απουσία δηλαδή των γυναικών από την εργασία.
Σε πλείστους δε τομείς οι άνδρες εξασφαλίζουν μια προαγωγή αρκετά πιο συχνά από τις γυναίκες και ως εκ τούτου αμείβονται καλύτερα. Αυτή η τάση ισχύει ιδιαίτερα για τις υψηλόβαθμες θέσεις, γεγονός που λειτουργεί καταλυτικά για το χάσμα που εμφανίζεται.
Τα παραπάνω είναι μόνο μερικοί από τους λόγους για τους οποίους υφίσταται η –παράνομη– μισθολογική διαφορά. Αρκετά από αυτά θα μπορούσαν να εξαλειφθούν αν υπήρχε ουσιαστική κρατική βοήθεια. Ακόμα και τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί, όπως π.χ. το ολοήμερο σχολείο, δεν ανταποκρίνονται στις σημερινές ανάγκες.
Ο πρώτος αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Φρανς Τίμερμανς και οι επίτροποι κα Μαριάνε Τίσεν και κα Βιέρα Γιούροβα δήλωσαν: «Οι γυναίκες και οι άντρες είναι ίσοι. Αυτή είναι μία από τις θεμελιώδεις αξίες της Ε.Ε. Ωστόσο στην πράξη οι γυναίκες εξακολουθούν να εργάζονται για δύο μήνες κάθε χρόνο χωρίς να πληρώνονται, σε αντίθεση με τους άντρες συναδέλφους τους. Είναι μια κατάσταση την οποία δεν μπορούμε πλέον να αποδεχόμαστε. Οι γυναίκες στην Ευρώπη κερδίζουν 16,2% λιγότερο από τους άντρες. Αυτό το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων δεν είναι μόνο καταρχήν άδικο, αλλά είναι άδικο και στην πράξη. Θέτει τις γυναίκες σε επισφαλή θέση, τόσο κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους όσο και μετά τη συνταξιοδότησή τους, καθώς το συνταξιοδοτικό χάσμα μεταξύ των φύλων ανέρχεται στο 36,6%.
»Παρ’ όλο που δεν υπάρχει άμεση λύση ώστε να διορθωθεί αυτή η ανισότητα, υπάρχουν τρόποι να εφαρμοστούν συγκεκριμένες αλλαγές. Η Επιτροπή έχει υποβάλει σειρά προτάσεων για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού στον χώρο εργασίας και στο σπίτι. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη να προωθηθούν αυτές οι προτάσεις από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ώστε να προκύψουν απτά αποτελέσματα, για παράδειγμα η ενίσχυση των δικαιωμάτων των εργαζόμενων γονέων και κηδεμόνων να λαμβάνουν άδεια ώστε να στηρίξουν τις οικογένειές τους.
»Νέα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν σήμερα υπογραμμίζουν τη σημασία της άμεσης έγκρισης της νομοθεσίας για την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής, την οποία έχει προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ένας στους τρεις Ευρωπαίους δεν ήταν σε θέση να λάβει οικογενειακή άδεια κατά το περασμένο έτος και μόνο τέσσερις στους δέκα άντρες έλαβαν (ή σκοπεύουν να λάβουν) γονική άδεια. Αυτό δεν είναι δίκαιο ούτε βιώσιμο».
Το δεδομένο είναι ότι οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί επιβαρύνουν περισσότερο τις γυναίκες, ειδικά αν έχουν να ισορροπήσουν μεταξύ οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής. Το παράδοξο είναι όμως ότι κάποτε οι γυναίκες πάλευαν για την εργασιακή και οικονομική χειραφέτησή τους με σκοπό να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία και περισσότερη ελευθερία. Σήμερα όμως, αν και έχουν κατακτήσει επαγγελματικούς κλάδους και εργασιακές θέσεις που κάποτε θεωρούνταν αντρικό άβατο, η ανεξαρτησία δεν έχει έρθει. Ο συνδυασμός του μητρικού ρόλου τους και των επιπτώσεων της κρίσης λειτούργησε ανασταλτικά.
Τι προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Το ερώτημα που εύλογα δημιουργείται είναι πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η υπάρχουσα κατάσταση. Σύμφωνα με την Κομισιόν, είναι επιτακτικό να βελτιωθεί άμεσα η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Προς αυτή την κατεύθυνση έχει κάνει και ανάλογες προτάσεις, που στόχο έχουν να συνδέσουν περισσότερο το αντρικό φύλο με την ενασχόληση με τις οικογενειακές υποχρεώσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόταση να έχει δικαίωμα κάθε πατέρας ένα 10ήμερο γονικής άδειας από την εργασία του τον χρόνο γέννησης του παιδιού του. Η αμειβόμενη αυτή άδεια θα είναι μη μεταβιβάσιμο, ίσο δικαίωμα για τα δύο φύλα. Έτσι, κατά την Επιτροπή, δίνεται ένα ισχυρό κίνητρο για να κάνουν χρήση της 10ήμερης άδειας αντί να σταματούν οι γυναίκες την εργασία τους για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Επιπρόσθετα έχουν προσδιοριστεί οκτώ κύριοι άξονες δράσης:
- Βελτίωση της εφαρμογής της αρχής της ισότητας των αμοιβών
- Καταπολέμηση του διαχωρισμού των φύλων σε επαγγέλματα και κλάδους
- Εξάλειψη της «γυάλινης οροφής»: Πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση του κάθετου διαχωρισμού
- Αντιμετώπιση της τροχοπέδης της φροντίδας
- Καλύτερη αξιοποίηση δεξιοτήτων, προσπαθειών και ευθυνών των γυναικών
- Καταπολέμηση της αδιαφάνειας: Αποκάλυψη των ανισοτήτων και των στερεοτύπων
- Προειδοποίηση και ενημέρωση σχετικά με το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων
- Ενίσχυση των συμπράξεων για την αντιμετώπιση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των δύο φύλων
Οι επιχειρηματίες συμφωνούν με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε.
Φυσικά η Ε.Ε. δεν θα μπορούσε και εδώ να μη χωρέσει την ευελιξία, μία από τις αγαπημένες της λέξεις όταν η συζήτηση έρχεται στο κομμάτι της εργασίας. Παρουσιάζεται μάλιστα ως ένεση βοήθειας για την αντιμετώπιση της υπάρχουσας κατάστασης με απώτερο στόχο την καλύτερη προσαρμογή των γυναικών στην παραγωγή. Σαφώς η διάθεση για μεγαλύτερη αξιοποίηση των ευέλικτων μορφών εργασίας δεν είναι κάτι πρωτότυπο, αλλά εντάσσεται στο Σχέδιο Δράσης 2017-2019 της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση του «μισθολογικού χάσματος» μεταξύ των φύλων. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, ρυθμίσεις όπως το ελαστικό ωράριο, το ευέλικτο ωράριο και η τηλεργασία «θα πρέπει να αξιοποιηθούν καλύτερα, τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άντρες».
Οι επιχειρήσεις, φυσικά, τρίβουν τα χέρια τους και φαίνονται πρόθυμες να αποδεχτούν τις όποιες αλλαγές με τη δικαιολογία της διευκόλυνσης των εργαζόμενων γονιών. Η οργάνωση Business Europe, στην οποία συμμετέχει και ο ΣΕΒ από πλευράς Ελλάδας, χαρακτηρίζει θετική μια τέτοια εξέλιξη. Άλλωστε εδώ και καιρό έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι, αντί για μεγάλες άδειες μητρότητας, σήμερα χρειάζεται μια πιο ευέλικτη προσέγγιση, η οποία θα λειτουργεί βοηθητικά στην καλύτερη διαχείριση της ιδιωτικής και της επαγγελματικής ζωής, που πρακτικά μεταφράζεται σε ακόμα μεγαλύτερη ευελιξία και διευθέτηση του χρόνου εργασίας από τους ίδιους τους εργοδότες. Όπως σημειώνουν, η «ευελιξία αυτή είναι καθοριστικής σημασίας για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και την ικανότητά τους να προσλαμβάνουν προσωπικό σύμφωνα με τους επιχειρηματικούς κύκλους λειτουργίας τους».
Γιατί μας απασχολεί;
«Η ισότητα των φύλων, συμπεριλαμβανομένης της ίσης αμοιβής για άντρες και γυναίκες, αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αξίες της Ε.Ε. Αλλά εξακολουθεί να απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Κατά τα τελευταία έτη το χάσμα των αμοιβών μεταξύ των φύλων δεν έχει κατ’ ουσίαν γεφυρωθεί», διαπιστώνει η Κομισιόν, μια διαπίστωση που επαναλαμβάνεται μονότονα όλα τα τελευταία χρόνια.
Για ποιο λόγο όμως είναι αναγκαίο να μας προβληματίζει; Πρέπει καταρχάς να ξεκαθαρίσουμε ότι η εργασιακή ισότητα μεταξύ των φύλων δεν είναι μόνο ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά επίσης κοινωνικής συνοχής, ανταγωνιστικότητας και βιώσιμης ανάπτυξης. Σύμφωνα με έρευνες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η αυξανόμενη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας αποτελεί σημαντική συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη της Ε.Ε., αντιστοιχώντας στο ένα τέταρτο της ετήσιας οικονομικής ανάπτυξης. Η ισότιμη συμμετοχή στην εργασία δεν είναι απλώς ένα πρόσφορο οικονομικό πλεονέκτημα, αλλά μια επένδυση για το μέλλον, καθώς αποτελεί εχέγγυο για την πλήρη αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού, ιδίως ενόψει των μελλοντικών ελλείψεων δεξιοτήτων και τη φυγή ταλέντων προς άλλες χώρες εκτός Ε.Ε. ή ακόμα και της Ευρωζώνης. Έχει διαπιστωθεί ότι οι πολιτικές που ωθούν στην ισότητα στον εργασιακό τομέα οδηγούν στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και γενικότερα στην ευρύτερη τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη.
Άλλωστε, ακόμα και αν το δούμε εντελώς τεχνοκρατικά, έχουμε αποδυναμώσει ή, αν προτιμάτε, εξαφανίσει ένα πολύ σημαντικό περιουσιακό στοιχείο: Οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων σε ποσοστό 60%, ή και περισσότερο σε κάποιες σχολές, είναι γυναίκες. Αυτό το ποσοστό, αν το αναζητήσουμε στην αγορά εργασίας ή και στον επιχειρηματικό τομέα, δεν θα το βρούμε. Άρα έχουμε επενδύσει ως κράτος ένα μεγάλο κεφάλαιο σε κάτι που σήμερα δεν αποφέρει τίποτε. Ένας οικονομολόγος θα μας έλεγε ότι είναι μια κακή επένδυση. Πρέπει λοιπόν το κράτος να μετατρέψει αυτή την επένδυση από παθητική σε ενεργητική. Η θεσμοθετημένη ισότητα δεν πρέπει να μένει μόνο στα χαρτιά, αλλά να γίνει πράξη.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»