Ένα από τα πολλά θέματα-ταμπού που υπάρχουν στην κοινωνία μας και με τα οποία ερχόμαστε σε καθημερινή βάση αντιμέτωποι είναι η αναπηρία. Όλα ξεκινούν από το κλίμα που καλλιεργείται και την κουλτούρα που έχουμε αποκτήσει ως σύνολο. Η άνιση μεταχείριση των αναπήρων, οι διακρίσεις και οι προκαταλήψεις τις οποίες βιώνουν στην καθημερινή ζωή τους, καθώς και η ευρύτερη καταπιεστική στάση που συχνά υιοθετεί απέναντί τους το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο συνθέτουν μια κατάσταση πίεσης και ανισότητας, που διαμορφώνει ένα ιδιαίτερα επιβαρυντικό περιβάλλον για τις ευαίσθητες αυτές πληθυσμιακές ομάδες. Αυτή η στάση της κοινωνίας δρα ανασταλτικά στην προσπάθεια που καταβάλλουν τα άτομα με αναπηρία εναντίον του κοινωνικού αποκλεισμού που καθημερινά βιώνουν.
Το ερώτημα που υφίσταται είναι το εξής: Από τη στιγμή που αποδεχόμαστε στο εργασιακό περιβάλλον μας ανθρώπους με ιδιαίτερη ή ακόμα και έντονη προσωπικότητα, γιατί να μην μπορούμε να δεχθούμε και ανθρώπους με διαφορετικά σωματικά χαρακτηριστικά; Γιατί υπάρχει μια «ατυχής» αλήθεια περί χαμηλών προσδοκιών από αυτούς τους ανθρώπους; Οι θέσεις εργασίας είναι εκεί και υπάρχουν άνθρωποι με αναπηρία που μπορούν να καλύψουν αυτούς τους ρόλους. Το θέμα είναι να ανοιχτούν αυτές οι πόρτες και να προωθηθεί ένα περιβάλλον που θα στηρίζει και θα αποδέχεται τη διαφορετικότητα.
Η εργασία, η δημιουργικότητα και η παραγωγικότητα είναι δικαίωμα κάθε ανθρώπου, όλοι έχουμε ανάγκη να νιώθουμε χρήσιμοι και να συνεισφέρουμε μέσω της εργασίας. Ειδικά τα νέα παιδιά πρέπει να ενθαρρυνθούν να μπουν στην αγορά εργασίας. Το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον και η κοινωνία οφείλουν να δώσουν αυτή την κατεύθυνση. Αντίστοιχη κατεύθυνση πρέπει να δοθεί και από τις εταιρίες, οι οποίες παρουσιάζουν αρκετά σημάδια εσωστρέφειας και αμηχανίας και δεν είναι διατεθειμένες να προχωρήσουν σε προσλήψεις ΑΜΕΑ κυρίως λόγω φοβικών συνδρόμων.
Οι άνθρωποι με αναπηρία δεν είναι κάτι διαφορετικό από όλους τους υπόλοιπους ούτε έχουν διαφορετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις. Είναι πολίτες με ίσα δικαιώματα, είναι εργαζόμενοι, είναι φορολογούμενοι, είναι πολίτες, συγγενείς και φίλοι, είναι καταναλωτές, όμως δεν αντιμετωπίζονται ανάλογα.
Ευρωπαϊκή δημοσκόπηση έχει δείξει ότι υπάρχει σημαντική έλλειψη κατανόησης της αναπηρίας. Τα άτομα με αναπηρία πρέπει να αντιμετωπίζονται ως πολίτες με ίσα δικαιώματα και όχι ως αντικείμενο λύπησης ή φιλανθρωπίας. Συχνά οι πολίτες με αναπηρία είναι αποκλεισμένοι από την κοινωνία λόγω της ελλιπούς εκπαίδευσης και της ανεργίας, που οδηγούν στη φτώχεια. Σχεδόν το 50% των ατόμων με αναπηρία δεν ολοκληρώνει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και λιγότερο από το 10% των ατόμων με υψηλή αναπηρία έχει πρόσβαση στην ανώτερη εκπαίδευση, η οποία αποτελεί τον κρισιμότερο παράγοντα για την απομάκρυνση των φραγμών στις θέσεις εργασίας. Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι γίνονται προβλέψεις και βελτιωτικές ρυθμίσεις στα παραπάνω με σκοπό την ευκολότερη πρόσβαση και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των αναπήρων, όμως απέχουμε πολύ από τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Προς αναζήτηση ίσων ευκαιριών
Η ισότητα είναι το ουσιαστικότερο μέρος της προσέγγισης του ζητήματος. Είναι ελάχιστες οι πιθανότητες να επιλεγεί ένας υποψήφιος εργαζόμενος με αναπηρία και να ενταχθεί σε μια μικρομεσαία ελληνική επιχείρηση. Οι εργοδότες, που αντικειμενικά τα βγάζουν πέρα με μεγάλη δυσκολία και έχουν να επιλέξουν από μια πολύ μεγάλη δεξαμενή ανθρώπων που έχουν υψηλή εξειδίκευση, από τους οποίους στέλνονται εκατοντάδες βιογραφικά, οφείλουν να ξεπεράσουν τον σκόπελο της ανησυχίας, της προκατάληψης ίσως ή τα διάφορα στερεότυπα της λογικής «τι να πάω να μπλέξω με έναν άνθρωπο με αναπηρία» και τη σκέψη ότι «μπορεί να έχει ένα πολύ καλό βιογραφικό, αλλά ποιος ξέρει τι δυσκολίες θα έχει, τι κόμπλεξ μπορεί να κουβαλά ή να βγάλει στην πορεία, όταν έχω δεκάδες κατάλληλους υποψηφίους για τη θέση χωρίς κάποιο θέμα».
Η πρόσληψη δεν είναι μια χάρη προς τα άτομα με αναπηρία. Στον χώρο εργασίας ένας υπάλληλος είναι κατά πρώτον και κυρίως μέλος του προσωπικού και δευτερευόντως ένα άτομο με αναπηρία. Σίγουρα πρέπει να προσμετρούνται οι ιδιαιτερότητες όταν του ανατίθεται ένα project ή μια καθημερινή εργασία, όμως η αντιμετώπισή του ως ατόμου με διαφορετικό υπόβαθρο διαιωνίζει τη σημερινή άσχημη κατάσταση. Αφήνω εκτός δημόσιους οργανισμούς και μεγάλες εταιρίες, γιατί στους μεν προβλέπεται υποχρεωτική κάλυψη θέσεων μέσα από ποσοστώσεις –πρακτική απαραίτητη για τη διασφάλιση της ισότητας– και στους δε προέχει η αποδοτικότητα και η υπεραξία που παράγει ένας εργαζόμενος παρά αν έχει κάποιο ποσοστό αναπηρίας.
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και ρεαλιστές, σε μια αγορά εργασίας ρημαγμένη και απορρυθμισμένη και με αρνητικές προβλέψεις για την τάση ανάπτυξης οι ίσες ευκαιρίες, ακόμα και για την πρώτη συνέντευξη για απασχόληση εργαζομένων με αναπηρία, είναι μάλλον δυσοίωνες. Όμως σίγουρα υπάρχουν τρόποι να βελτιωθεί η κατάσταση και να αλλάξει η εργασιακή κουλτούρα. Σήμερα δίνονται κίνητρα σε επιχειρηματίες μέσω προγραμμάτων να προχωρήσουν σε ανάλογες προσλήψεις και σε πολλές περιπτώσεις να φτάσουν έως και 100% στην κάλυψη της ασφαλιστικής συνεισφοράς του εργαζομένου. Η αξιοποίηση ευρωπαϊκών και εθνικών κονδυλίων (ασφαλιστικές εισφορές, επιδοτήσεις μισθολογικού κόστους, διαμόρφωση ανάλογων υποδομών) δίνεται σε εργοδότες που προσφέρουν ευκαιρίες. Επίσης η τεχνολογία πλέον παρέχει όλες τις δυνατότητες για να απασχοληθεί κάποιος από το σπίτι.
Σεβασμός της διαφορετικότητας, ίσες ευκαιρίες και όχι φιλανθρωπία
Τα στοιχεία που ήρθαν στο φως φέτος από την έκθεση του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑΜΕΑ (Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία) ανέδειξαν το τεράστιο χάσμα που υπάρχει στο επίπεδο της απασχόλησης μεταξύ των ατόμων με αναπηρία και του γενικού πληθυσμού. «Πεδίο απροσπέλαστο, πεδίο σημαντικών φραγμών και διακρίσεων, οι οποίες παρεμποδίζουν την άσκηση του θεμελιώδους δικαιώματος στην εργασία σε ίση βάση με τους άλλους», χαρακτηρίζει το παρατηρητήριο τον τομέα της εργασίας σε σχέση με τα άτομα με αναπηρίες.
Διαβάζουμε στην έκθεση: «Σύμφωνα με τον δείκτη GALI, τα άτομα με σοβαρούς ή μέτριους περιορισμούς δραστηριότητας/αναπηρία στην Ελλάδα αποτελούν το 24,7% του πληθυσμού, εκ των οποίων 1.014.177 άτομα αντιμετωπίζουν σοβαρή αναπηρία/ περιορισμό δραστηριότητας (11,2% του πληθυσμού), ενώ πλήθος 1.217.020 ατόμων (13,5%) εκτιμάται ότι έχει περιορίσει σε μέτριο βαθμό τη δραστηριότητά του λόγω μακροχρόνιου προβλήματος υγείας. Στις παραγωγικές ηλικίες 20-64 ετών 889.389 άτομα, το 14% του πληθυσμού, εκτιμάται ότι αντιμετωπίζουν κάποιου βαθμού αναπηρία, εκ των οποίων οι 359.244 έχουν σοβαρής μορφής περιορισμό. Ο δείκτης απασχόλησης των ατόμων με σοβαρή αναπηρία στις ηλικίες 20-64 ετών υπολογίστηκε να είναι στο εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο του 24,2%, υπολειπόμενος δηλαδή κατά 33,4 μονάδες σε σχέση με την τιμή που λαμβάνει στον πληθυσμό χωρίς αναπηρία (57,6%), ενώ σε σύγκριση με τον εθνικό στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για την απασχόληση υστερεί κατά 46 μονάδες.
»Αξίζει δε να σημειωθεί ότι, αν αφαιρεθούν από το σύνολο των ατόμων με σοβαρούς περιορισμούς ηλικίας 20-64 ετών όσοι δηλώνουν “ακατάλληλοι για εργασία λόγω αναπηρίας”, το ποσοστό απασχόλησης της κατηγορίας φτάνει μόλις στο 31,8%.
Από την ανάλυση των δεδομένων εξάγεται το ανησυχητικό συμπέρασμα ότι το χάσμα της απασχόλησης, ο δείκτης που αποτυπώνει τη διαφορά του ποσοστού των απασχολούμενων ατόμων με σοβαρή αναπηρία και του ποσοστού απασχόλησης του πληθυσμού χωρίς αναπηρία, είναι εξαιρετικά υψηλό στις κατεξοχήν παραγωγικές ηλικίες, από 25 έως 54 ετών, σημειώνοντας τη μέγιστη τιμή του στην ηλικία των 35-39 ετών (43,8%)».
Ακόμα όμως κι όταν τα ΑΜΕΑ καταφέρουν να ενταχθούν στον κόσμο της εργασίας, αντιμετωπίζουν ακατάλληλο έως και εχθρικό εργασιακό περιβάλλον και ανάλογες συνθήκες εργασίας, ενώ η συντριπτική πλειονότητά τους αναφέρει ότι δεν της παρέχονται οι αναγκαίες για την αναπηρία της προσαρμογές. Τα εξαιρετικά ανησυχητικά συμπεράσματα του δεύτερου κατά σειρά δελτίου στατιστικής πληροφόρησης του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑΜΕΑ αποδεικνύουν ότι είναι επιτακτική ανάγκη η εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής για την απασχόληση και την εργασία των ΑΜΕΑ.
«Η λήψη θετικών μέτρων ενίσχυσης της απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία επιβάλλεται, όπως και η προώθηση της προσβασιμότητας στην εργασία, καθώς και η εφαρμογή εναλλακτικών μορφών εργασίας, π.χ. υποστηριζόμενη απασχόληση, που θα επιτρέψουν στα άτομα με σοβαρές αναπηρίες, τα οποία χρήζουν πρόσθετης υποστήριξης, να ασκήσουν το θεμελιώδες δικαίωμά τους στην εργασία», τονίζει η ΕΣΑΜΕΑ ως συμπέρασμα στην έκθεσή της, καθώς και ότι η οποιαδήποτε εθνική στρατηγική για την απασχόληση των ατόμων με αναπηρία δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ξέχωρα από μια νέα επιδοματική πολιτική που θα καλύπτει το πρόσθετο κόστος διαβίωσης που δημιουργεί η αναπηρία.
Είναι δύσκολο να είσαι ΑΜΕΑ στην Ελλάδα
Τα άτομα με αναπηρίες υπολογίζεται ότι αποτελούν περίπου το 10% του γενικού πληθυσμού της χώρας και ζουν στο πετσί τους κυριολεκτικά την απουσία οποιασδήποτε κρατικής μέριμνας, που θα ξεκινά από την πρόληψη της αναπηρίας μέχρι την αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν έγκαιρη θεραπεία και αποκατάσταση με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που αντιδρά τουλάχιστον με υποκρισία –αν όχι οπισθοδρομικά– στην πλήρη και σωστή αντιμετώπιση αυτού του θέματος.
Σε περυσινή έρευνα της εταιρίας ΚΑΠΑ Research Α.Ε. βρέθηκε πως η ραγδαία επιδείνωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με αναπηρία αφορά στους πόρους διαβίωσης και κυρίως στο εισόδημα, μεταξύ των οποίων και των επιδομάτων και των αναπηρικών συντάξεων (εκτιμά το 74,1% των ερωτώμενων), στην πρόσβαση στην απασχόληση (59,1%), στην υποστήριξη που προσέφερε η Πρόνοια στις οικογένειες των ατόμων με αναπηρία (53,7%), καθώς και στην πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας (50,8%). Με άλλα λόγια, η πρόοδος που σημειώθηκε τα προηγούμενα χρόνια ως προς την κοινωνική ένταξη των ατόμων με αναπηρία κινδυνεύει να ανασταλεί εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, που χειροτέρεψε τη ζωή τους τα τελευταία χρόνια (58,8%), δημιουργώντας ανυπέρβλητες οικονομικές δυσκολίες στις οικογένειες (96,5%).
Η ένταξη στον κόσμο της εργασίας είναι ένταξη στην κοινωνία την ίδια, στις σχέσεις που εκεί αναπτύσσονται, και ανάπτυξη και ολοκλήρωση της προσωπικότητας. Η ένταξη των ΑΜΕΑ στην αγορά εργασίας αποτελεί βασικό στοιχείο της οικονομικής ανεξαρτησίας, της προσωπικής ολοκλήρωσης, αλλά και της κοινωνικής καταξίωσης. Τα άτομα με αναπηρία δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως σύγχρονοι παρίες. Πρέπει ολοκληρωμένα και σχεδιασμένα να συμμετέχουν στο σύνολο των κοινωνικών εξελίξεων και να απολαμβάνουν όλα τα οφέλη της κοινωνίας και πρωτίστως της εργασίας.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»