Διαχρονικά επιστήμονες και πολιτικοί από κοινού αναγνώριζαν τις τεράστιες δυνατότητες της εισαγωγής των τεχνολογιών στην ανάπτυξη, την αύξηση του παραγόμενου πλούτου, αλλά και στη συνολική αναμόρφωση των κοινωνιών. Ήδη από την 1η Βιομηχανική Επανάσταση έγινε ξεκάθαρο ότι η τεχνολογία έδωσε ώθηση και οδήγησε στα άλματα που αναζητούσε η αγορά. Αυτό όμως που ελάχιστοι διέκριναν είναι η μεγάλη αντίφαση που θα δημιουργούνταν.
Ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, ένας από τους σημαντικότερους οικονομολόγους του 20ού αιώνα, έγραφε χαρακτηριστικά το 1928: «Η ανακάλυψη μέσων εξοικονόμησης της χρήσης της εργασίας θα γίνεται με γρηγορότερο ρυθμό από την ανακάλυψη νέων χρήσεων της εργασίας». Προέβλεψε επίσης ότι το «βιοτικό επίπεδο στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες θα έχει βελτιωθεί τόσο πολύ μέχρι το 2028, ώστε κανείς δεν θα χρειάζεται να ανησυχεί για το πώς θα κερδίζει χρήματα. Θα ήταν μια εποχή αφθονίας. Για πρώτη φορά από τη δημιουργία του ο άνθρωπος θα βρεθεί αντιμέτωπος με το πραγματικό, με το αιώνιο πρόβλημα πώς να χρησιμοποιεί την ελευθερία του από τις πιεστικές οικονομικές έγνοιες, πώς να χρησιμοποιεί τον ελεύθερο χρόνο του, που η επιστήμη και ο συσσωρευμένος τόκος θα έχουν κερδίσει γι’ αυτόν, ώστε να ζει συνετά, ευχάριστα και καλά».
Αν και έχουμε ακόμα 10 χρόνια για να φτάσουμε στο 2028, οι παραπάνω προβλέψεις όχι απλώς δεν έγιναν πραγματικότητα, αλλά, αντίθετα, είναι αποκυήματα της φαντασίας. Η απόσταση που χωρίζει τις προβλέψεις με την πραγματικότητα είναι χαοτική. Όχι απλώς δεν έχουν καλυφθεί οι βασικές βιοτικές ανάγκες των πολλών, αλλά, αντίθετα, οι εργαζόμενοι δεν έχουν τόσο τον αναγκαίο ελεύθερο χρόνο για αξιοποίηση, όσο και τις οικονομικές δυνατότητες για να βιοπορίζονται χωρίς ανησυχίες.
Αν και οι κοινωνίες σήμερα προχωρούν γοργά σε εποχές αφθονίας αγαθών, οι εργαζόμενοι γίνονται ολοένα και πιο φτωχοί –κάθε πέρυσι και καλύτερα–, με τις ανισότητες να οξύνονται, με τους πλούσιους να γίνονται πλουσιότεροι και με τους φτωχούς φτωχότεροι. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αξία της περιουσίας του πλουσιότερου ανθρώπου του κόσμου, του Jeff Bezos, ανέρχεται στα 112 δισ. δολάρια, λεφτά που άλλοι θα χρειαστούν πάνω από 100 ζωές για να συγκεντρώσουν.
Οι τότε προβλέψεις του Κέινς έμειναν στο περιθώριο και τη θέση τους πήραν πιο μετριοπαθείς θέσεις. Υπάρχει γενικότερα ο ισχυρισμός ότι από το κύμα των νέων τεχνολογιών θα προκύψει αύξηση της παραγωγικότητας, από την οποία θα επωφεληθούν οι κοινωνίες στο σύνολό τους. Ιστορικά κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται από πουθενά. Σήμερα, με τις τεχνολογίες να βρίσκονται σε φάση έξαρσης, οι κοινωνίες στο σύνολό τους όχι μόνο δεν μπορούν να ωφεληθούν από αυτές, αλλά, αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις αυτές οι τεχνολογίες, που υποτίθεται ότι εφευρέθηκαν για να κάνουν καλύτερους τους όρους διαβίωσης, επιτίθενται ευθέως στους εργαζομένους.
Η μόνιμη και σταθερή δουλειά, με τη σχετικά χαμηλή ανεργία των προηγούμενων δεκαετιών, έδωσε τη θέση της στην υψηλή ανεργία και σε καμία μείωση των ωρών εργασίας. Αντίθετα, ένας μεγάλος αριθμός εργαζομένων αναγκάζονται να βρουν ακόμα και δεύτερη –για να μην πούμε τρίτη– απασχόληση, η μερική εργασία και γενικότερα οι ελαστικές σχέσεις απασχόλησης καθημερινά επεκτείνονται ώστε να μοιράζεται μια θέση εργασίας σε δύο εργαζομένους και να εμφανίζεται μειωμένη η ανεργία, κατά παρόμοιο τρόπο και οι αμοιβές τις τελευταίες δεκαετίες κινούνται συνεχώς καθοδικά. Όλα δείχνουν ότι όποια ανάπτυξη έρθει στον ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο θα έχει χαμηλό ρυθμό και πολύ δύσκολα θα μπορούν να ικανοποιηθούν οι λαϊκές ανάγκες και να αμβλυνθούν οι αντιθέσεις. Αυτά, φυσικά, δεν είναι δικά μας λόγια, αλλά θέσεις επιστημόνων και πολιτικών παραγόντων της εποχής μας.
Ο Πολ Μέισον, γνωστός δημοσιογράφος που επί χρόνια ασχολήθηκε με την οικονομική κρίση και ως αρχισυντάκτης ειδήσεων με θέματα πολιτισμού και νέων τεχνολογιών, γράφει στο βιβλίο του «Μετακαπιταλισμός»: «Η προοπτική όμως για το απώτερο μέλλον του καπιταλισμού είναι δυσοίωνη. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η ανάπτυξη στον ανεπτυγμένο κόσμο θα είναι “ασθενική” για τα επόμενα 50 χρόνια. Η ανισότητα θα φτάσει στο 40%. Ακόμα και στις αναπτυσσόμενες χώρες η ανάπτυξη θα έχει ξεθυμάνει ως το 2060. Οι οικονομολόγοι του ΟΟΣΑ παραείναι ευγενικοί για να το ομολογήσουν, ας το ξεκαθαρίσουμε επομένως εμείς: για τον ανεπτυγμένο κόσμο οι καλύτερες εποχές του καπιταλισμού ανήκουν στο παρελθόν, για τον υπόλοιπο κόσμο θα έχουν παρέλθει όσο εμείς θα βρισκόμαστε ακόμη εν ζωή».
Μια νέα εποχή έχει ανατείλει
Την εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στις επιχειρήσεις την επιτάσσει η ανάγκη να αντιμετωπιστεί η κρίση. Αυτή η εισαγωγή συνοδεύεται και από μερικές σημαντικές αλλαγές. Εξελίσσεται μια ευρεία απαξίωση της χειρωνακτικής και της ανειδίκευτης εργασίας, που καταλήγει στην έξοδο από την εργασία των ανειδίκευτων καταρχάς και την οποία στην πορεία θα ακολουθήσει μια μικρότερη σε ένταση έξοδος των μορφωμένων και ειδικευμένων εργαζομένων. Η αναδιοργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας με τη χρήση των νέων τεχνολογιών δίνει τη δυνατότητα στους εργοδότες να μειώσουν το εργατικό κόστος. Η μείωση του αριθμού των εργαζομένων, το δυνάμωμα του αυταρχισμού στα εργοστάσια, η εντατικοποίηση των ρυθμών εργασίας, το πάγωμα ακόμα και η μείωση των μισθών, η αύξηση του χρόνου εργασίας κ.λπ. είναι ορισμένα από τα πιο άμεσα μέτρα.
Για την απόδειξη των παραπάνω μπορούμε να σταθούμε στην ανακάλυψη των τρισδιάστατων εκτυπωτών. Οι τρισδιάστατοι εκτυπωτές υπάρχουν περισσότερα από τριάντα χρόνια, το πολύ μεγάλο κόστος τους όμως δεν επέτρεπε τη μαζική χρήση τους για παραγωγή προϊόντων. Χρησιμοποιούνταν κυρίως για την κατασκευή μικρών προτύπων διαφόρων προϊόντων ώστε να δοκιμαστούν εν όψει της μαζικής παραγωγής τους. Τελευταία όμως το κόστος τους μειώθηκε δραματικά, ενώ διευρύνθηκαν πολύ οι δυνατότητές τους.
Τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η τρισδιάστατη παραγωγή είναι πολλά. Ουσιαστικά η χρήση τους κάνει περιττή τη γραμμή παραγωγής με τη σημερινή μορφή της, κάθε εκτυπωτής μπορεί να τυπώσει πολύ διαφορετικά αντικείμενα, χρησιμοποιεί όσο ακριβώς υλικό χρειάζεται, εξοικονομώντας μεγάλες ποσότητες πρώτης ύλης και άρα μειώνοντας πολύ το κόστος, δημιουργεί πολύ καλύτερα από ποιοτική άποψη προϊόντα. Σε πολλούς τομείς της παραγωγής εφαρμόζεται πλέον η χρήση τους, από την αεροναυπηγική ως τις κατασκευές κτιρίων και τα τεχνικά έργα και επεκτείνεται ραγδαία.
Οι καθηγητές του ΜΙΤ Erik Brynjolfsson και Andrew McAfee στο βιβλίο τους «Η θαυμαστή εποχή της νέας τεχνολογίας» καταλήγουν στο εξής συμπέρασμα: «Σε όλους σχεδόν τους κλάδους η τεχνολογική πρόοδος θα φέρει πρωτόγνωρη αφθονία. Θα δημιουργηθεί περισσότερος πλούτος με λιγότερη εργασία. Ωστόσο, τουλάχιστον στο σημερινό οικονομικό μας σύστημα, η πρόοδος αυτή θα έχει τεράστιες επιπτώσεις και στην κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Εάν η ίδια εργασία που παράγει ένα άτομο σε μία ώρα μπορεί να παραχθεί από μία μηχανή για ένα δολάριο, τότε κανένας εργοδότης που θέλει να μεγιστοποιήσει το κέρδος του δεν θα προσφέρει για αυτή την εργασία ωρομίσθιο πάνω από ένα δολάριο. Σε ένα σύστημα ελεύθερης αγοράς αυτός ο εργαζόμενος θα πρέπει να αποδεχθεί το ωρομίσθιο του ενός δολαρίου ή να βρει κάποιο άλλο τρόπο για να κερδίσει τα προς το ζην». Δυστυχώς για εμάς ειδικά η τελευταία πρόταση αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα που βιώνουμε. Μεγάλος αριθμός, ιδιαίτερα νέων, ανθρώπων εξαναγκάζεται να εργαστεί με αμοιβές που είναι κάτω από 300 ευρώ γιατί δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκεί έξω. Ένα μεγάλο τμήμα εργαζομένων ωθείται με εξαιρετικά βίαιο τρόπο προς τη φτώχεια.
Το σημερινό φαινόμενο των φτωχών εργαζομένων, που μεγεθύνεται συνεχώς, ήταν μηδαμινό στα προ κρίσης χρόνια. Αναπτύσσεται μια συνολική προπαγάνδα ότι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι είναι αυτοί που δεν θέλουν να εργαστούν και ότι είναι τεμπέληδες. Σίγουρα υπάρχουν και τέτοιοι, όμως είναι ένα πολύ μικρό κομμάτι. Αυτό μαρτυρούν οι αριθμοί των ανθρώπων που έχουν μεταναστεύσει σε άλλη χώρα για αναζήτηση καλύτερης ζωής, αυτό μαρτυρούν οι ουρές του ΟΑΕΔ, αυτό μαρτυρεί το ποσοστό των νέων ανθρώπων που έχουν ολοκληρωμένες σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και παρ’ όλα αυτά εργάζονται σε καφετέριες γιατί δεν βρίσκουν τίποτα άλλο.
Οι νέες τεχνολογίες μπαίνουν στην εργασιακή μας ζωή
Η ευρεία χρήση και εξάπλωση των νέων τεχνολογιών δεν είναι ζήτημα που απασχολεί αποκλειστικά την Ε.Ε. ή την Αμερική, καθώς αγγίζει όλο και περισσότερες χώρες. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο αριθμός των χρησιμοποιούμενων ρομπότ αυξάνει παγκόσμια συνεχώς. Ο όμιλος Foxconn, που κατασκευάζει και συσκευάζει διάφορα ηλεκτρονικά είδη, ανάμεσά τους και εκατομμύρια i-Phones, σχεδιάζει την εγκατάσταση 1 εκατομμυρίου ρομπότ τα επόμενα χρόνια, αντικαθιστώντας έτσι το μεγαλύτερο τμήμα του εργατικού δυναμικού του. Αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα από εκατοντάδες που υπάρχουν σήμερα. Τηλεφωνικά κέντρα, μεταποιητικός τομέας, αυτοκινητοβιομηχανίες είναι όλοι κλάδοι που προχωρούν με γρήγορους ρυθμούς στην αυτοματοποίηση με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών.
Τις προηγούμενες δεκαετίες επικρατούσε η άποψη ότι αυτοί που κινδυνεύουν από την εξέλιξη της τεχνολογίας είναι όσοι απασχολούνται σε χειρωνακτικές εργασίες, όσοι έχουν χαμηλή εξειδίκευση ή είναι ανειδίκευτοι και όσοι έχουν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο. Θεωρείτο μάλιστα ότι η ζήτηση μορφωμένων και με υψηλή ειδίκευση εργαζομένων θα αυξάνεται συνεχώς. Αυτό πλέον δεν μπορεί κάποιος να το ισχυριστεί. Δεν βρισκόμαστε αντιμέτωποι μόνο με τεχνολογίες που αντικαθιστούν την εργασία, αλλά και με τεχνολογίες που αντικαθιστούν τη γνώση.
Πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στις 32 χώρες-μέλη του το 14% των επαγγελμάτων είναι πολύ ευάλωτα, καθώς απειλούνται κατά 70%, και άλλο ένα 32% έχει πιθανότητες περισσότερο από 50%, αυτό σημαίνει ότι απειλούνται με κατάργηση 210 εκατ. θέσεις εργασίας. Υπάρχουν βεβαίως και άλλες μελέτες που δεν δέχονται απόλυτα αυτό το συμπέρασμα, οι περισσότερες όμως συγκλίνουν στην άποψη ότι όντως η αυτοματοποίηση θα μειώσει δραστικά τις ανάγκες εργασίας.
Φυσικά δεν θα επιβληθεί η αλλαγή παντού με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια ένταση και στο ίδιο βάθος. Περισσότερο απειλούνται οι βιομηχανικές χώρες, αυτές όπου υπάρχει ανάγκη για περισσότερη εργασία και χώρες όπου η αυτοματοποίηση δεν έχει προχωρήσει σημαντικά, ανάμεσα στις οποίες είναι και η Ελλάδα.
Παρ’ όλα αυτά αυτές οι εξελίξεις, οι ανακαλύψεις και η χρήση των νέων τεχνολογιών θα έπρεπε να είναι στην αντίθετη κατεύθυνση από τη σημερινή κυρίαρχη. Οι νέες τεχνολογίες θα μπορούσαν να συμβάλουν στο να δοθούν αυξήσεις και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις σε συνδυασμό με λιγότερες ώρες εργασίας. Υπάρχουν μελέτες που υποστηρίζουν ότι με τέσσερις ώρες εργασίας παγκόσμια μπορεί το σύνολο του πληθυσμού του πλανήτη να ζήσει ικανοποιητικά και να έχει όσα χρειάζεται για να ζήσει αξιοπρεπώς. Επιπλέον η μείωση του χρόνου εργασίας με παράλληλη εξασφάλιση ικανοποιητικών όρων ζωής θα δώσει τη δυνατότητα καλύτερης αξιοποίησης του αυξημένου ελεύθερου χρόνου.
Ο μεγάλος Άγγλος φυσικός Στίβεν Χόκινγκ, που έφυγε πριν από λίγο καιρό από τη ζωή, είχε πει: «Αν οι μηχανές παράγουν όλα όσα χρειαζόμαστε, το αποτέλεσμα εξαρτάται από το πώς αυτά θα διανέμονται. Ο καθένας μπορεί να απολαύσει μια πολυτελή ζωή αν η ευμάρεια που παράγεται από τις μηχανές μοιράζεται. Από την άλλη, οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να καταλήξουν φτωχοί και μέσα στην αθλιότητα αν οι ιδιοκτήτες των μηχανών συνεχίσουν το λόμπι κατά της αναδιανομής του πλούτου. Μέχρι τώρα η τάση κλίνει προς τη δεύτερη εκδοχή, με την τεχνολογία να οδηγεί σε ολοένα και αυξανόμενη ανισότητα».
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»