Στον 21ο αιώνα θα περίμενε κανείς ότι η υγιεινή και η ασφάλεια στους χώρους εργασίας θα ήταν προτεραιότητα. Όμως σε αρκετές περιπτώσεις η προτεραιότητα αυτή υποβαθμίζεται με αποτέλεσμα να καταστρατηγούνται νομοθεσίες και να διαπιστώνεται ανυπαρξία μέσων ατομικής προστασίας ή ακόμα και έλλειψη τήρησης των στοιχειωδών κανόνων ασφαλείας. Φυσικά όλα αυτά δεν γίνονται ερήμην ορισμένων, αλλά λαμβάνουν χώρα στο όνομα του κέρδους και στο κυνήγι για περισσότερα έσοδα. Στον 21ο αιώνα τα χρήματα δυστυχώς υπερβαίνουν την ευημερία των πολλών.
Σήμερα τα μέτρα ασφαλείας –ακόμα και σε εργασίες με μεγάλη επικινδυνότητα– θεωρούνται κόστος και ως εκ τούτου η τύχη της ανθρώπινης ζωής και της υγείας τίθεται εν αμφιβόλω. Η εντατικοποίηση, η συνεχής πίεση, αλλά και τα ελλιπή μέτρα είναι δεδομένο ότι οδηγούν σε εργατικά ατυχήματα. Σε καιρούς κρίσης και υψηλής ανεργίας οι συνθήκες εργασίας και η ασφάλεια τέθηκαν στο περιθώριο. Αν συνυπολογίσουμε ότι η ανασφάλιστη εργασία αυξήθηκε –άρα και η απουσία οποιασδήποτε ιατροφαρμακευτικής κάλυψης–, ο πολλαπλασιασμός των εργατικών ατυχημάτων ήταν αναπόφευκτος. Ειδικά από την περίοδο που η χώρα υπήχθη στα μνημόνια οι εργοδοτικές αυθαιρεσίες, η απροθυμία τήρησης κανόνων ασφαλείας και υγείας (κανόνων που συχνότατα θεωρούνται «δαπανηροί» ή «αντι-παραγωγικοί») και η υπερ-εντατικοποίηση της εργασίας έβαλαν σε δεύτερη μοίρα την ασφάλεια.
Αυξήθηκαν τα εργατικά ατυχήματα
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), τα εργατικά ατυχήματα αυξήθηκαν κατά 6,3% το 2016 σε σχέση με το 2015, ήτοι 4.739 ατυχήματα, από τα οποία τα 47 είχαν τραγική κατάληξη. Αν υπολογίσουμε ότι τα επίσημα στοιχεία πάντοτε είναι επιεική με την πραγματικότητα, δημιουργείται μία μαύρη εικόνα για τις συνθήκες στις οποίες εργάζεται σήμερα μεγάλο μέρος απασχολουμένων – άλλωστε η σταθερή διαφορά που εμφανίζουν ΣΕΠΕ και ΙΚΑ είναι δείγμα ότι στο σύνολο ελάχιστα ατυχήματα καταγράφονται, χαρακτηριστικό είναι ότι τα επίσημα στοιχεία δεν περιλαμβάνουν επίσης εργατικά ατυχήματα στην περίπτωση ανασφάλιστων ή εργαζομένων με ελαστικούς όρους.
Τα περισσότερα εργατικά ατυχήματα το 2016 καταγράφονται στον κλάδο του χονδρικού και του λιανικού εμπορίου και της επισκευής μηχανοκίνητων οχημάτων, στους οποίους συνέβησαν 1.139 ατυχήματα (24% του συνόλου). Ακολουθούν οι κλάδοι της μεταποίησης με 916 ατυχήματα (19,3%) και οι κλάδοι της παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης με 558 ατυχήματα (11,8%). Όσον αφορά το επάγγελμα, από τα 4.739 ατυχήματα τα περισσότερα συνέβησαν σε ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (1.129). Ακολουθούν οι χειριστές σταθερών βιομηχανικών εγκαταστάσεων και οι μονταδόροι (1.308). Τα περισσότερα θανατηφόρα αφορούσαν και πάλι τους ανειδίκευτους εργάτες (17), τους χειριστές σταθερών βιομηχανικών εγκαταστάσεων και τους μονταδόρους (15). Αντίστοιχα τα περισσότερα θανατηφόρα περιστατικά συνέβησαν στις κατασκευές (11) και ακολουθούν η μεταποίηση (7), οι μεταφορές και η αποθήκευση (6) και οι υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης (6).
Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2012 και έπειτα τα εργατικά ατυχήματα στη χώρα μας καταγράφουν σταθερά αύξηση, φαινόμενο που δεν είναι τυχαίο, καθώς συνδέεται άρρηκτα με την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και τη μείωση των κονδυλίων για την πρόληψη των ατυχημάτων. Αν υπολογίσουμε ότι η πλειονότητα εργάζεται κάτω από συνθήκες έντονου στρες λόγω είτε αυξημένου φόρτου εργασίας είτε της ανασφάλειας που βιώνει στον εργασιακό χώρο, σκιαγραφείται το συνολικό πλαίσιο υπό το οποίο διαδραματίζονται τα ατυχήματα.
Σε αυτό συνηγορεί και έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA), η οποία καταγράφει τα εξής: «Οι εργαζόμενοι σε χώρες με υψηλότερο επίπεδο δημοσίου χρέους αναφέρουν σε μεγαλύτερο ποσοστό την εργασιακή ανασφάλεια ή την εργασιακή αναδιοργάνωση ως αιτία του εργασιακού άγχους τους. Το 73% των εργαζομένων σε χώρες με δημόσιο χρέος άνω του 90% του ΑΕΠ επιλέγει την εργασιακή ανασφάλεια ή την εργασιακή αναδιοργάνωση ως συνήθη αιτία εργασιακού άγχους».
Το ζήτημα δεν είναι τεχνοκρατικό
Φυσικά τα ατυχήματα και τα προβλήματα υγείας που εμφανίζουν οι εργαζόμενοι δεν είναι ζήτημα τεχνοκρατικό κάποιου στελέχους μιας επιχείρησης, αλλά αντίθετα καθαρά οικονομικό. Σπάνια γίνεται λόγος για το ότι στο όνομα του κέρδους δεν τηρούνται τα προβλεπόμενα για τις συνθήκες εργασίας. Με βάση το κέρδος επιλέγεται αν συμφέρει μια επιχείρηση να λάβει τεχνικά μέτρα προστασίας από τον επαγγελματικό κίνδυνο (π.χ. σκαλωσιές, ασφαλή μηχανήματα) ή οργανωτικά μέτρα (π.χ. επάρκεια και εκπαίδευση προσωπικού, ωράρια και ένταση εργασίας, συντήρηση) ή αν τη συμφέρει να αποκτήσει «φιλικές σχέσεις» με την Επιθεώρηση Εργασίας. Σε τελευταία ανάλυση, θα υπάρξουν δαπάνες και στις δύο περιπτώσεις, οπότε πρέπει να βρεθεί η πιο οικονομική.
Ο εκβιασμός και η ανεργία κάμπτουν τους εργαζομένους
Μελέτη της ΙΝΕ ΓΣΕΕ το 2015 με τίτλο «Εργασία και τα προβλήματα υγείας στην Ελλάδα» ανέφερε ότι «οι εργαζόμενοι στο σπίτι, οι μερικώς απασχολούμενοι και οι περιστασιακά εργαζόμενοι πολύ σπάνια αναφέρουν τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν επειδή φοβούνται ότι θα χάσουν την εργασία τους». Δυστυχώς οι εργαζόμενοι έχουν μετατραπεί σε τραγικές φιγούρες, καθώς υπό τον φόβο της απόλυσης δεν δηλώνουν τα ατυχήματα.
Ακόμα όμως και αν τα δηλώσουν ή αν διεκδικήσουν αποζημίωση για τη ζημιά που υπέστησαν, είναι πολύ πιθανό να χαρακτηριστούν – κάτι που φυσικά θα τους ακολουθεί και στο υπόλοιπο του επαγγελματικού βίου τους. Είναι γεγονός άλλωστε και κοινή παραδοχή όλων των επίσημων φορέων ότι τα «κρυμμένα» εργατικά ατυχήματα ξεπερνούν κατά πολύ τους επίσημους αριθμούς.
Αντίστοιχη περίπτωση φυσικά αποτελούν και τα μη καταγεγραμμένα νοσήματα και προβλήματα υγείας που δημιουργούνται από την εργασία. Στη μελέτη της ΙΝΕ ΓΣΕΕ διαπιστώνεται επίσης ότι «οι υπεργολαβικές μορφές απασχόλησης αυξάνουν τους κινδύνους υγείας διότι εντείνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των υπεργολάβων, το σύστημα αμοιβής στηρίζεται στο αποτέλεσμα αντί στον χρόνο εργασίας και ο καθημερινός χρόνος εργασίας είναι συνήθως πολύ παραπάνω από το κανονικό, υπάρχει υποεκτίμηση των κινδύνων εξαιτίας της σπανιότητας των πόρων που διατίθενται για την εκπαίδευση στη διαχείριση των επαγγελματικών κινδύνων και οι κανόνες και οι προδιαγραφές που πρέπει να τηρούνται είναι περισσότερο αμφιλεγόμενοι από ό,τι στις μεγάλες επιχειρήσεις», καθώς και ότι «υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των άτυπων μορφών εργασίας και της επιδείνωσης της υγείας των εργαζομένων. Επιπλέον ο φόβος της ανεργίας έχει ως αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να αντιμετωπίζουν τη διασφάλιση της υγείας τους ως δευτερεύον ζήτημα».
Ο μπαμπούλας της ανεργίας δυστυχώς ρυθμίζει πλέον τις εργασιακές συμπεριφορές με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις οι απαιτήσεις του εργοδότη να γίνονται αποδέκτες ακόμα και αν οι συνθήκες είναι εξαιρετικά επικίνδυνες.
Η υγεία μπαίνει σε δεύτερη μοίρα
Με βάση έρευνα που έχει διενεργήσει η ILO (Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, ΔΟΕ) το άγχος και οι συνέπειές του (καρδιαγγειακές παθήσεις, μυοσκελετικές διαταραχές, κατάθλιψη, υπερκόπωση, αυτοκτονία, αλκοολισμός, κάπνισμα, ανθυγιεινή διατροφή, διαταραχές του ύπνου, μη επαρκής άσκηση) μπορούν να χαρακτηριστούν ως δολοφόνοι των εργαζομένων.
Όμως δεν είναι μόνο το άγχος που κυριαρχεί στους χώρους εργασίας. «Σύμφωνα με τους γιατρούς εργασίας, στους χώρους εργασίας κυκλοφορούν περισσότερες από 300.000 ουσίες που επηρεάζουν στον έναν ή τον άλλο βαθμό την υγεία των εργαζομένων. Ούτε ένα επαγγελματικό νόσημα δεν υπάρχει που να μην μπορεί να προληφθεί! Ούτε ένα επαγγελματικό νόσημα δεν υπάρχει που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με την πρόληψη. Το κόστος δεν είναι μεγάλο. Αντίθετα το κόστος της επαγγελματικής νοσηρότητας είναι τεράστιο για το δημόσιο σύστημα υγείας» (ΙΝΕ ΓΣΕΕ 2015, «Εργασία και τα προβλήματα υγείας στην Ελλάδα»).
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά πως το 37% των οσφυαλγιών, το 16% της απώλειας ακοής, το 13% της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας, το 11% του βρογχικού άσθματος, το 10% του καρκίνου του πνεύμονα, το 8% των τραυματισμών, αλλά και το 9,6% του συνόλου των θανάτων από καρκίνο οφείλονται στην εργασία.
Σύμφωνα μάλιστα με τη δήλωση του διευθυντή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA) στις 18 Νοέμβρη 2014 «ο καρκίνος αποτελεί την πρώτη αιτία θνησιμότητας που συνδέεται με την εργασία και έπονται οι καρδιοαγγειακές και οι αναπνευστικές παθήσεις». Το κόστος όμως για τη διασφάλιση της υγείας και της ανθρώπινης ζωής φαίνεται ότι είναι εξαιρετικά ακριβό για τους εργοδότες.
Σύμφωνα με τη ΔΟΕ κάθε χρόνο 2,34 εκατ. άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους από εργατικά ατυχήματα και ασθένειες που αποδίδονται στην εργασία. Στην πολιτισμένη Ε.Ε. των 28, στην Ευρώπη του πολιτισμού, της ανθρωπιάς και των αξιών, όπως αρέσκονται να λένε οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat και τα οποία αναφέρονται στο έτος 2015, σημειώθηκε αύξηση στα θανατηφόρα ατυχήματα, με το κοντέρ να σταματά στα 3.876, 120 περισσότερα από το προηγούμενο έτος.
Με βάση αυτά δημιουργείται ένα εύλογο ερώτημα: είναι δυνατόν να φεύγει ο εργαζόμενος το πρωί και να μη γνωρίζει αν θα γυρίσει στο σπίτι του το βράδυ; Κι όμως είναι. Οι τελευταίες μέρες μάς έδειξαν –ή μάλλον μας υπενθύμισαν– ότι τα εργατικά ατυχήματα δεν έχουν τέλος: Δήμος Κορωπίου, Δήμος Θεσσαλονίκης, το εργοστάσιο Fulgor στην Κόρινθο (το δεύτερο περιστατικό που σημειώνεται στην εν λόγω εταιρία μέσα σε λιγότερο από 1 εβδομάδα) είναι μόνο μερικά από τα τελευταία ατυχήματα που προέκυψαν φέτος. Κάποτε η ΔΟΕ είχε υποστηρίξει ότι «η εργασία σκοτώνει πιο πολλούς ανθρώπους απ’ ό,τι οι πόλεμοι». Αν και η μορφή της δήλωσης είναι ολίγον τι τραγική, ξεγυμνώνει με ωμό τρόπο την πραγματικότητα.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»