Το αφήγημα της κυβέρνησης Τσίπρα είναι η καθαρή έξοδος από τα μνημόνια, πασπαλισμένο με ολίγη αύξηση μισθών και καλυτέρευση των συνθηκών εργασίας. Σε αυτό θα βασιστεί η προσπάθεια της κυβέρνησης έτσι ώστε να ανατρέψει τις δημοσκοπήσεις, που τη δείχνουν σταθερά πίσω από τη Ν.Δ.
Τι πραγματικά σημαίνει η έξοδος από το μνημόνιο; Απολύτως τίποτα. Η προπαγάνδα συνεχίζεται και εντείνεται με σκοπό να δοθεί η εντύπωση ότι πλέον η χώρα κανονίζει μόνη της, χωρίς διαπραγματεύσεις και όχι κατ’ εντολήν των θεσμών. Η πραγματικότητα όμως βρίσκεται στην αντίπερα όχθη. Στον απόηχο του ισχυρισμού της κυβέρνησης για καθαρή έξοδο και ότι τα μνημόνια τελειώνουν τον Αύγουστο, ακριβώς εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε το επικαιροποιημένο μνημόνιο.
Τι φέρνει το επικαιροποιημένο μνημόνιο
Μείωση του αφορολόγητου ορίου, κατάργηση των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά, μείωση ή και εξάλειψη των προνοιακών επιδομάτων και συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, που έχουν ως σκοπό να τονώσουν την αγορά, να παίξουν καταλυτικό ρόλο στην προσπάθεια ανταγωνιστικότητας και να επιτύχουν πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% ως και το τέλος του 2022.
Στο σκέλος των εργασιακών απαιτείται από την ελληνική κυβέρνηση να φέρει νόμο για το ζήτημα του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.), ενώ παράλληλα με εγκύκλιο ζητείται να τακτοποιηθεί η δημιουργία του μηχανισμού αντιπροσωπευτικότητας των συλλογικών συμβάσεων. Άρα, προκειμένου να ελέγχεται η αντιπροσωπευτικότητα των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους και στη συνέχεια θα εκδώσει εγκύκλιο με την οποία θα καθορίζει τη διαδικασία αξιολόγησης της αντιπροσωπευτικότητας των συμβάσεων που υπογράφονται σε κλαδικό επίπεδο. Επί της ουσίας επιχειρείται ο περιορισμός της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία έτσι ώστε η υπογραφή των συμβάσεων να γίνεται αποκλειστικά από τους εργοδότες και τους εργαζομένους χωρίς την ανάμειξη του Ο.ΜΕ.Δ. Μεταξύ των συμφωνηθέντων περιλαμβάνεται επίσης η απλούστευση της εργατικής νομοθεσίας και η υλοποίηση του σχεδίου δράσης για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας.
Τόσο οι δανειστές, όσο και η κυβέρνηση συμφωνούν ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλά και σημαντικά βήματα στην ελληνική αγορά εργασίας και έχει επιτευχθεί ένα καλοδεχούμενο επίπεδο ευελιξίας στην αγορά εργασίας. Υπάρχει όμως ακόμα δρόμος να διανύσουμε σύμφωνα και με τους δύο. Μάλιστα η κυβέρνηση δεσμεύεται «να επιτύχει την καλύτερη πρακτική της Ε.Ε. σε όλα τα θεσμικά όργανα της αγοράς εργασίας και να προωθήσει εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων» ώστε να εξισορροπήσει την ευελιξία και τη δικαιοσύνη για τους εργαζομένους και τους εργοδότες.
Υποσχέσεις από την υπουργό Εργασίας
Μέσα σε όλα αυτά όμως δεν θα μπορούσε να λείπει και η υπουργός Εργασίας, η οποία από το βήμα της συνδιάσκεψης της Γ.Σ.Ε.Ε. για τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την ίδρυσή της για μία ακόμα φορά επανέλαβε τις γνωστές υποσχέσεις. Για μία ακόμα φορά η κα Ατχσιόγλου τόνισε ότι πάγια κατεύθυνση της κυβέρνησης είναι «η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, η αύξηση του κατώτατου μισθού και η καταπολέμηση της αδήλωτης, υποδηλωμένης και επισφαλούς εργασίας ως βασικές προτεραιότητες του υπουργείου Εργασίας προκειμένου να τεθούν τα θεμέλια για μία βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη για τη χώρα».
Δηλώσεις που είναι υποτιμητικές την ώρα που επί κυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α. η εκμετάλλευση στους χώρους εργασίας εντάθηκε, οι μισθοί ξύνουν τον πάτο του βαρελιού και η ανασφάλιστη εργασία κάνει πάρτι. Είναι υποτιμητικές γιατί η κα Αχτσιόγλου υπόσχεται σταδιακή αύξηση των μισθών όπως ακριβώς υποσχόταν ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προεκλογικά. Ο κατώτατος μισθός όμως όχι απλώς δεν επανήλθε στα 751 ευρώ, αλλά αντίθετα μεγάλη μερίδα, ειδικά νέων, ανθρώπων αναγκάζεται να επιβιώνει με τα μισά από αυτά που υπόσχονται.
Το ερώτημα όμως παραμένει. Ακόμα και αν έρθει η αύξηση του κατώτατου μισθού –και λέμε «αν» γιατί η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, που με μπροστάρη τον Σ.Ε.Β. αρνούνται την οποιαδήποτε συζήτηση για αυξήσεις μισθών–, πότε θα γίνει αυτή η αύξηση; Θα έρθει από τον Αύγουστο του 2018 ή θα έρθει από τα μέσα του 2019;
Στο βάθος εκλογές
Οι τόνοι ανέβηκαν και ήδη περνάμε σε φάση προεκλογικής περιόδου. Δεν θα μπορούσαμε άλλωστε να έχουμε καλύτερη απόδειξη από τις ομιλίες του κ. Τσίπρα και του κ. Μητσοτάκη, οι οποίοι ανέβασαν τους τόνους την προηγούμενη εβδομάδα στο πλαίσιο της προ ημερησίας συζήτησης για θέματα οικονομίας.
Είναι σαφές ότι στο Μαξίμου σχεδιάζουν προσεκτικά την επόμενη ημέρα. Επαναλαμβάνουν συνεχώς ότι οι εκλογές θα πραγματοποιηθούν τον Οκτώβριο του 2019, παράλληλα όμως γνωρίζουν ότι η προγεγραμμένη μείωση των συντάξεων θα φέρει κοινωνικές αναταράξεις και πονοκεφάλους. Αντίστοιχα προκαλεί προβλήματα και το παραμύθι της καθαρής εξόδου από τα μνημόνια, το οποίο πλέον διαψεύδεται επίσημα. Ο πρωθυπουργός γνωρίζει ότι οποιαδήποτε χρονική περίοδο και αν προχωρήσει σε εκλογές είναι εκτεθειμένος. Τα δυνατά χαρτιά του πρωθυπουργού είναι το μακεδονικό, αλλά και η –μόνο στα λόγια– έξοδος από το μνημόνιο. Μία πιθανή λύση στο μακεδονικό θα δώσει πόντους και θα αξιοποιηθεί προεκλογικά. Μένει λοιπόν να δούμε ποιο χαρτί θα επιλέξει ο κ. Τσίπρας και μέχρι πού είναι διατεθειμένος να τζογάρει.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος – «Στέντορας»