Ο γολγοθάς που υπομένει η Ελλάδα προς την έξοδο από τα μνημόνια φαίνεται να μην έχει τελειωμό. Από τη μία η κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. να προσπαθεί να φτιάξει την εικόνα της δίκαιης ανάπτυξης, της μεταμνημονιακής περιόδου και της καλυτέρευσης της κατάστασης για τους εργαζομένους και από την άλλη οι εταίροι να ωθούν σε περισσότερα μέτρα και στην ευθυγράμμιση της κυβέρνησης με τα ήδη συμφωνηθέντα.
Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση προέβη σε ένα μπαράζ αναπτυξιακών συνεδρίων και δηλώσεων, επιχειρώντας να ωραιοποιήσει την κατάσταση και να καλλιεργήσει ελπίδες ότι η έξοδος από το «τούνελ» είναι κοντά. Όμως ακόμα εκκρεμούν τα 88 προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης, τα οποία, αν καθυστερήσουν, θα μετατεθούν για την περίοδο μετά τον Αύγουστο του 2018 και θα προστεθούν στην ατζέντα της «επόμενης ημέρας».
Αν σκεφτούμε όμως τι έχει ψηφιστεί όλο το προηγούμενο διάστημα, θα δούμε ότι το μέλλον μόνο ευοίωνο δεν προμηνύεται. Το αφορολόγητο όριο έχει καρατομηθεί, με το παράδοξο ότι ακόμα και αυτοί που ζουν στα όρια της φτώχειας καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα, οι συλλογικές συμβάσεις αποτελούν απλώς ένα φάντασμα του παρελθόντος, οι μισθοί έχουν κατέβει στα τάρταρα, ο χρόνος εργασίας έχει πλέον διευθετηθεί όσον αφορά στους νοσοκομειακούς γιατρούς, καταργήθηκε ο μειωμένος Φ.Π.Α. για 27 νησιά, ενώ πιο πρόσφατα μπήκε στο στόχαστρο το δικαίωμα στην απεργία και απελευθερώθηκαν οι απολύσεις στα καράβια.
Φυσικά τα περισσότερα από τα παραπάνω, τα οποία είναι απλώς ενδεικτικά, έγιναν με τις αγαπημένες όλων των κυβερνήσεων διαδικασίες fast track. Ο λογαριασμός, όπως πάντα, πηγαίνει στα κατώτερα οικονομικά στρώματα, που, όπως είναι φυσικό, αδυνατούν να αντεπεξέλθουν. Από την εποχή του «λεφτά υπάρχουν» του κ. Γιώργου Παπανδρέου στο πρόγραμμα του Ζαππείου του κ. Σαμαρά και από εκεί στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης και το «θα σκίσουμε όλα τα μνημόνια» κι όμως τίποτα δεν αλλάζει για τους εργαζομένους. Μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει κι όμως ο λογαριασμός εξακολουθεί να έρχεται φουσκωμένος σε ανθρώπους που δεν οδήγησαν τη χώρα και την οικονομία σε αυτή την κατάσταση. Όμως η δημοσιονομική και οικονομική προσαρμογή προέχει για τις κυβερνήσεις από τη δουλειά και τη ζωή με αξιοπρέπεια που δικαιούνται να έχουν εκατομμύρια εργαζόμενοι.
Οι κρίσιμες συναντήσεις της κυβέρνησης
Οι σχεδιασμοί για το επόμενο διάστημα πρόκειται να τεθούν σε 2 φάσεις. Αρχικά στο πλαίσιο της εαρινής συνόδου του Δ.Ν.Τ., που θα πραγματοποιηθεί στην Ουάσινγκτον στις 20-22 Απρίλη, και στη συνέχεια στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 21 Ιούνη. Σε αυτό το φόντο ο επίτροπος Οικονομικών της Ε.Ε. Π. Μοσκοβισί υπογράμμισε πριν λίγο καιρό ότι «απέχουμε 100 μέρες από το Eurogroup της 21ης Ιούνη, όπου θα πρέπει να συγκλίνουν οι συζητήσεις για την Ελλάδα και να έχουμε μία απόφαση-πακέτο που θα επιτρέψει τη θετική ολοκλήρωση του προγράμματος αυτό το καλοκαίρι. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Η δουλειά για την τελευταία αξιολόγηση έχει ξεκινήσει καλά και πρέπει να επιταχυνθεί». Ο κ. Μοσκοβισί καλεί ουσιαστικά την κυβέρνηση να κλείσει τις όποιες εκκρεμότητες έχει και να δρομολογήσει τα προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης.
Μεταξύ των 88 προαπαιτούμενων είναι η μείωση του αφορολογήτου από την 1/1/2019, η πλήρης εξάλειψη του ειδικού καθεστώτος για τα νησιά, η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, αλλά και μία σειρά από προαπαιτούμενα φορολογικού χαρακτήρα με εισπρακτικά μέτρα. Αυτό σημαίνει ότι, εάν κάποιοι από τους στόχους δεν επιτευχθούν, θα υπάρχει επίπτωση στον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος που έχει θέσει το Δ.Ν.Τ. (3,5% του Α.Ε.Π. για τον Γενάρη του 2019) και θα τεθεί στο τραπέζι η μείωση του αφορολογήτου από τον Ιανουάριο του 2019. Τουτέστιν περαιτέρω μείωση των αποδοχών για μισθωτούς, αλλά και συνταξιούχους.
Καμία απολύτως αλλαγή
Η κυβέρνηση έρχεται σε δύσκολη θέση. Δημαγωγικά όλο και περισσότερα στελέχη προπαγανδίζουν την έξοδο από τα μνημόνια τον Αύγουστο του 2018, όμως η μη συμμόρφωση με τα προαπαιτούμενα ίσως να φέρει μία επέκταση των μνημονίων.
Δεμένη με την έξοδο από τα μνημόνια έρχεται και η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού, που ουκ ολίγες φορές έχει αναφερθεί το τελευταίο διάστημα. Όμως ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ έχει μία εντελώς διαφορετική άποψη, δηλώνοντας ότι το ζήτημα της διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με την παραγωγικότητα της εργασίας, υπογραμμίζοντας ότι «δεν πρέπει να γίνει τίποτα που θα έθετε σε κίνδυνο τη δημιουργία θέσεων εργασίας». Επιπλέον, όπως είπε πρόσφατα στο «Πρώτο Θέμα», το ζήτημα του κατώτατου μισθού «θα εξαρτηθεί από τις συνολικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών, και, απ' όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, δεν υπάρχουν σταθερές αποφάσεις». Ο ίδιος άλλωστε σε μία σειρά δηλώσεών του έχει ξεκαθαρίσει ότι η προσέλκυση κερδοφόρων επενδύσεων σημαίνει επέκταση των ελαστικών μορφών εργασίας και πετσοκομμένους μισθούς.
Εποπτεία και μετά τον Αύγουστο
Όλες οι διεργασίες βέβαια γίνονται πάντα με το βλέμμα στραμμένο από την κυβέρνηση προς τη συζήτηση για το χρέος. Αν όντως προχωρήσει η ελάφρυνση του χρέους, είναι φυσικό επακόλουθο ότι οι δανειστές θα επιδιώξουν την εποπτεία και την παρακολούθηση των μεταρρυθμίσεων έτσι ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρξουν πισωγυρίσματα.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος – «Στέντορας»