Μια μέρα στο γραφείο ενός εργασιακού συμβούλου στην οργάνωση Generation 2.0 for Rights Equality & Diversity, στο κέντρο της Αθήνας, προβλέπεται γεμάτη συνεδρίες με ανθρώπους από διάφορα μέρη του κόσμου, ακόμα και από το μακρινό Νεπάλ ή την Αϊτή, και σίγουρα, σε μεγαλύτερο ποσοστό, με άτομα από χώρες όπου έχουν πρόσφατα πληγεί από πόλεμο, συγκρούσεις, σκληρές πολιτικές ή δυσχερείς οικονομικές συνθήκες. Οι γλώσσες που ακούγονται στα γραφεία των εργασιακών συμβούλων ως επί το πλείστον είναι τα Αγγλικά, τα Γαλλικά, τα Αραβικά και τα Φαρσί. Και τα Ελληνικά, φυσικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα είναι αξιοθαύμαστο πώς άνθρωποι που ζουν μόνο ένα με δύο χρόνια στην Ελλάδα μπορούν και χειρίζονται αποτελεσματικά την ελληνική και ρουφούν σαν σφουγγάρι ό,τι ερέθισμα τους υποστηρίζει στην προσπάθεια αυτή. Τη γλώσσα που θα ανοίξει πόρτες, όχι μόνο στις δημόσιες υπηρεσίες όπου θα τύχουν πιο πρόθυμης αντιμετώπισης, αλλά και σε μια συνέντευξη εργασίας, σε ένα τηλεφώνημα όπου θα ερωτηθούν αν έχουν τα απαραίτητα χαρτιά για εργασία, όπως και για τη χώρα καταγωγής και την προϋπηρεσία τους.
Στις συνεδρίες εργασιακής συμβουλευτικής, ο ωφελούμενος της υπηρεσίας θα μιλήσει για τις σπουδές του, για το αν έχει μαζί τα διπλώματά του που αποδεικνύουν αυτές τις σπουδές (πράγμα πολύ απίθανο λόγω του τρόπου με τον οποίο διαφεύγει από τη χώρα του αλλά και του επικίνδυνου ταξιδιού που κάνει)∙για την επαγγελματική πορεία του, το επίπεδο στην ελληνική ή την αγγλική γλώσσα, τις ψηφιακές δεξιότητές του. Θα ρωτηθεί όμως και για το τι θέλει να κάνει από εδώ και πέρα στη ζωή του, λαμβάνοντας υπόψη τις αντικειμενικές δυσκολίες που ορθώνονται μπροστά του (γιατί ορθώνονται και είναι και πολλές), χωρίς να σημαίνει ότι πρέπει να απαρνηθεί τα όνειρά του, μόνο προσωρινά ίσως, μέχρι να σταθεί στα πόδια του για να στηρίξει την οικογένειά του (εδώ ή στη χώρα προέλευσης) ή τον εαυτό του μόνο, μέχρι να μάθει την πολυπόθητη γλώσσα, να προσαρμόσει τις γνώσεις και την τεχνογνωσία του στα ελληνικά πρότυπα, να γνωρίσει την κουλτούρα και τα «workethics» στη χώρα αυτή.
Εργασιακή συμβουλευτική επιζητούν μετανάστες και πρόσφυγες που είτε ήρθαν τα τελευταία χρόνια, είτε ζουν αρκετά χρόνια στη χώρα και η δεύτερη γενιά, για την προάσπιση των δικαιωμάτων της οποίας δημιουργήθηκε η οργάνωση αρχικά. Το αίτημα των περισσοτέρων είναι: «Θέλω να βρω δουλειά».
Τα τελευταία χρόνια, η οικονομική κρίση έχει δυσχεράνει σημαντικά την ανεύρεση εργασίας: σταθερής, ασφαλισμένης, με τις κατάλληλες εργασιακές συνθήκες για όλους όσοι από εμάς διαμένουμε στην Ελλάδα. Η αντικειμενική αυτή δυσκολία έρχεται να προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες που πρέπει να ξεπεράσουν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες: Στον άδηλο ή πολλές φορές έκδηλο ρατσισμό/φόβο απέναντι στο διαφορετικό και συνεπώς στις διακρίσεις που υφίστανται οι άνθρωποι αυτοί απλώς και μόνο βάσει του χρώματος, της θρησκείας ή της εθνικότητας, πρέπει να συνυπολογίσουμε και τις αδύναμες γλωσσικές δεξιότητές τους στην ελληνική γλώσσα, τη δαιδαλώδη και τις περισσότερες φορές αδύνατη αναγνώριση των τίτλων σπουδών τους, τις ελλιπείς γνώσεις για την ελληνική/ευρωπαϊκή αγορά εργασίας και την εργασιακή κουλτούρα, τα εμπόδια (πολλές φορές ανυπέρβλητα) που προκύπτουν από τη γραφειοκρατία ή από την κατά βούληση ερμηνεία των νόμων από υπαλλήλους σε δημόσιες υπηρεσίες. Και ο κατάλογος είναι μακρύς.
Ποιο είναι το πρώτο βήμα προς την επίτευξη του αιτήματος με το οποίο έρχονται στην υπηρεσία της εργασιακής συμβουλευτικής; Μα φυσικά προέχει η αναγνώριση των δεξιοτήτων, των γνώσεων και των δυνατών στοιχείων που κουβαλά ο καθένας, αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης και πλούσιας (τις περισσότερες φορές) εργασιακής πορείας στη χώρα καταγωγής ή προέλευσης, που λόγω δυσμενών και πολλές φορές επικίνδυνων συνθηκών, έπρεπε να εγκαταλείψει. Η εγκατάλειψη όμως, στην περίπτωση της Ελλάδας -της χώρας υποδοχής- σημαίνει και διαγραφή, ακύρωση της εργασιακής πορείας, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων να διεκδικεί ανειδίκευτες θέσεις εργασίας ή να καταλήγει σε αυτές ύστερα από ματαιώσεις∙σε θέσεις όπου η πολύτιμη τεχνογνωσία και οι γνώσεις που κουβαλά δεν θα αξιοποιηθούν. Και μαζί με το οικείο περιβάλλον, την πατρίδα, τα γνώριμα, θα χαθεί και η επαγγελματική ταυτότητα που χτιζόταν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Και μαζί της κινδυνεύει να χαθεί και η αυτοπεποίθηση, η αυτοεκτίμηση.
Χαμένοι δεν είναι μόνο οι ίδιοι. Είναι χαμένη και η ελληνική αγορά εργασίας, διότι βάσει πρόσφατων ερευνών αλλά και της καθημερινής εμπειρίας των εργασιακών συμβούλων, οι εργοδότες δυσκολεύονται να βρουν τις τεχνικές δεξιότητες, την εργασιακή εμπειρία που αναζητούν, ή τις προσωπικές δεξιότητες που εκτιμώνται πολλές φορές πιο πολύ και από τυχόντα πτυχία. Ανάμεσα στις πιο σημαντικές προσωπικές δεξιότητες, για εργοδότες σε Ελλάδα και εξωτερικό, θεωρούνται η θέληση για μάθηση, η προσαρμοστικότητα, το ομαδικό πνεύμα συνεργασίας, οι επικοινωνιακές δεξιότητες, η δυνατότητα επίλυσης προβλημάτων κ.λπ.
Ας επιστρέψουμε όμως στα βήματα που οδηγούν στην εύρεση εργασίας, μιας ικανοποιητικής εργασίας (αν δεν θέλουμε να πούμε «μεγάλα λόγια» μιλώντας για αυτοπραγμάτωση), που θα ικανοποιεί πλήρως τις βασικές ανάγκες του ατόμου και θα του παρέχει κοινωνική και υγειονομική κάλυψη που θα αντεπεξέρχεται στην επιθυμία του να παραμείνει δραστήριο και να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, στη θέληση να αναπτυχθεί και να μεταδώσει γνώσεις ή να διδαχθεί, να έχει μια «κανονική» καθημερινότητα, να αναπτύξει σχέσεις και να επικοινωνεί αποτελεσματικά με τους συναδέλφους του, τους συνεργάτες ή τους πελάτες του. Δικαίωμα που δεν είναι αυτονόητο μόνο για όσους έχουν γεννηθεί σε αυτή τη χώρα ή που κατάγονται από αυτήν, αλλά και για αυτούς που την επέλεξαν για δεύτερο τόπο τους, ως μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Ή που δεν την επέλεξαν, αλλά έτυχε να την «κληρονομήσουν». Ποιος μπορεί να πει ότι δεν έχουμε όλοι το ίδιο δικαίωμα στην εργασία, το οποίο παραμένει δικαίωμα και όχι πολυτέλεια, όπως συνηθίζουν να μας το παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια;
Η υπηρεσία της εργασιακής συμβουλευτικής στοχεύει στην ενδυνάμωση των ευάλωτων πληθυσμών και στην εξάλειψη των διακρίσεων σε κάθε επίπεδο και παρέχει από τη μία υποστήριξη στη δημιουργία βιογραφικού, στην προετοιμασία για συνέντευξη εργασίας και ενημέρωση για τα εργασιακά δικαιώματα. Είναι όμως εξίσου σημαντικό όσοι άνθρωποι περνούν το κατώφλι της υπηρεσίας να μπορούν να αναγνωρίσουν τα δυνατά τους στοιχεία και τις προσωπικές δεξιότητές τους και να τα αναπτύξουν περαιτέρω, ούτως ώστε να τα αναδείξουν καταλλήλως σε έναν πιθανό εργοδότη. Σημασία έχει επίσης, οι άνθρωποι αυτοί να παραπεμφθούν για μη τυπικά εκπαιδευτικά προγράμματα (έναν ρόλο που θα έπρεπε να έχει το κράτος, αλλά έχουν αναλάβει οι ανθρωπιστικές οργανώσεις) γιατί η ένταξη, αν αυτός είναι ο στόχος μας τελικά, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη γλώσσα, χωρίς την επικοινωνία και την κατανόηση του περιβάλλοντός μας.
Από την άλλη πλευρά, οι εργοδότες είναι ανάγκη να γνωρίσουν ουσιαστικά τους υποψηφίους μεταναστευτικής καταγωγής, να ακούσουν με προσοχή «τον άλλο» στην άλλη άκρη της γραμμής, και ας είναι η προφορά ξενική,∙να δουν ως έχει το βιογραφικό σημείωμα που τους κίνησε το ενδιαφέρον και ας είναι το όνομα στην κορυφή του Αχμέντ ή Φάτμα. Και γιατί να το κάνουν αυτό; Γιατί και πάλι οι έρευνες αλλά και παραδείγματα από μητροπόλεις του εξωτερικού μιλούν για τη δύναμη της διαφορετικότητας στον εργασιακό χώρο, για τα οφέλη της: ένα δυναμικό εργασιακό περιβάλλον, η γέννηση πρωτότυπων ιδεών και ο συνδυασμός διαφορετικών γνώσεων και τεχνογνωσιών. Και για έναν λόγο ακόμη: γιατί πίσω από το βιογραφικό αυτό με το ξενικό όνομα, με την όποια εμπειρία, σπουδές και προσωπικές δεξιότητες φέρει, κρύβεται και η λαχτάρα για μια δεύτερη ευκαιρία, για την επιτυχία -η ανάγκη μάλλον για την επιτυχία- για μια νέα αρχή. Γιατί απλώς δεν υπάρχει δίχτυ ασφαλείας, ούτε ευκαιρία επαναπατρισμού. Και το κίνητρο είναι πολλές φορές η αρχή των πάντων.
Το Generation 2.0 RED είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός ατόμων με διαφορετικές καταγωγές που συνεργάζονται για να προωθήσουν την ισότιμη συμμετοχή σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, μέσω της ενδυνάμωσης των κοινοτήτων. Συνδυάζει για πάνω από 10 χρόνια δράση και έρευνα, με στόχο την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ισότητας και της ετερότητας, την καταπολέμηση του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και των διακρίσεων εν γένει.
Κατερίνα Καπνίση, εργασιακή σύμβουλος-συντονίστρια της υπηρεσίας εργασιακής συμβουλευτικής, Generation 2.0 for Rights, Equality & Diversity
«Οι εργοδότες, είναι ανάγκη να γνωρίσουν ουσιαστικά τους υποψηφίους μεταναστευτικής καταγωγής, να ακούσουν με προσοχή τον άλλο στην άλλη άκρη της γραμμής και ας είναι η προφορά ξενική».