Η Ελλάδα, η χώρα με τους πιο σκληρά εργαζομένους, σύμφωνα πάντα με τα φετινά ευρήματα της έρευνας του ΟΟΣΑ, αλλά και με τους περισσότερους ανέργους, πραγματοποίησε το καλοκαίρι την πολυπόθητη έξοδο από το πρόγραμμα δημοσιονομικής επιτήρησης και πλέον δύο ερωτήματα πλανώνται περιμένοντας απάντηση: Καταρχάς, είναι ικανές οι μεταρρυθμίσεις στην ελληνική αγορά εργασίας να δημιουργήσουν αρκετές νέες θέσεις εργασίας μόνιμης απασχόλησης; Κατά δεύτερον, σε ένα εργασιακό περιβάλλον που μεταλλάσσεται συνεχώς και την ίδια στιγμή επικρατεί έντονος ανταγωνισμός πόσο εύκολο είναι για το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας να σταθεί όρθιο και να παραμείνει ανταγωνιστικό;
Με αυτά τα ερωτήματα θα πορευτούμε το επόμενο διάστημα, αφού αυτά είναι που θα καθορίσουν την πορεία της εργασίας και της κοινωνίας εν γένει. Αυτά τα ερωτήματα απασχόλησαν πριν από λίγο καιρό και τον Σύνδεσμο Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ), ο οποίος γι’ αυτό τον λόγο δημοσίευσε έρευνα για το μέλλον της εργασίας μετά το μνημόνιο.
Μέχρι στιγμής στην Ελλάδα κυριαρχεί ξεκάθαρα η εξαρτημένη σχέση εργασίας, με το 30% να έχει αναφορά σε ευέλικτες μορφές εργασίας, ενώ υπάρχει στον ορίζοντα και το μεγάλο πρόβλημα που ακούει στο όνομα της αδήλωτης εργασίας, η οποία όχι μόνο δεν φαίνεται να υποχωρεί, αλλά έχει άμεση σχέση με το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών, το λεγόμενο μη μισθολογικό κόστος.
Αν και τα τελευταία χρόνια οι δείκτες ανεργίας έχουν πτωτική τάση και έχουν φθάσει αισίως στο 19%, ωστόσο αυτή η εξέλιξη δεν έχει φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα για την κοινωνία γενικά και την οικονομία ειδικά. Σε έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για το 2017 υπολογίζεται ότι το 34,8% των Ελλήνων, ήτοι 3.701.800 άτομα, αντιμετώπισε τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Επίσης παράδοξο είναι ότι, αν και στα επίσημα στοιχεία η απασχόληση αυξάνεται, κατά ένα περίεργο τρόπο δεν αυξάνεται το ΑΕΠ της χώρας.
Τι συνέβη; Η αγορά εργασίας έγινε πιο ευέλικτη. Οι κλάδοι και οι εταιρίες από το 2008 και έπειτα επιδόθηκαν σε ένα κυνήγι μαγισσών και βρήκαν στην ευελιξία, την εκ περιτροπής εργασία, την ανασφάλιστη απασχόληση και στους 4ωρους εργαζομένους τη λύση. Αποδείχτηκε όμως ότι αυτή η λύση ήταν επωφελής μόνο για τις εταιρίες στην προσπάθειά τους να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
Το φαινόμενο της ευέλικτης εργασίας, αν και ήρθε ως μια πρόσκαιρη και ευκαιριακή λύση και παρατηρήθηκε πιο έντονα σε ορισμένους κλάδους, π.χ. στις υπηρεσίες, επηρέασε άμεσα το μισθολογικό επίπεδο, ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, συμπιέζοντας τους μισθούς προς τα κάτω, και δημιούργησε εργαζομένους δύο ταχυτήτων, τα «ρετιρέ» από τη μία και όλους τους υπόλοιπους από την άλλη.
Πρόσφατα στοιχεία του Ινστιτούτου Εμπορίου & Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας (ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ) σχετικά με τις αμοιβές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είναι ενδεικτικά για το πώς διαμορφώθηκαν οι μισθοί στην Ελλάδα. Ειδικότερα, έως 250 ευρώ κερδίζει το 11%, από 251 έως 500 ευρώ το 14,5%, από 501 έως 750 ευρώ το 20%, από 751 έως 1.000 ευρώ το 15%, από 1.001 έως 1.500 ευρώ το 21%, από 1.501 έως 2.000 ευρώ το 8,5%, από 2.001 έως 5.000 ευρώ το 9% και πάνω από 5.000 ευρώ το 1%. Πάνω από μισό εκατομμύριο άνθρωποι δουλεύουν για κάτω από 376 ευρώ τον μήνα ή 60% λιγότερα από τον μέσο μισθό. Ακόμα και αν ο κατώτατος μισθός αυξηθεί και φτάσει στο ύψος των 620 ευρώ, η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή και δύσκολα αναστρέψιμη.
Όμως δεν είναι μόνο αυτό που πρέπει να προσεχθεί για την επόμενη ημέρα. Πρέπει να δούμε και σε ποιους κλάδους επιβάλλεται να γίνουν επενδύσεις και να δοθεί ώθηση προκειμένου να έχουμε και δημιουργία θέσεων εργασίας με μισθούς ικανοποιητικούς, που δεν θα βυθίζουν τους εργαζομένους στη φτώχεια. Να δούμε ποιοι κλάδοι μπορούν να δώσουν υψηλή προστιθέμενη αξία για την οικονομία και όχι να συνεχίσουμε στον ίδιο αδιέξοδο δρόμο, που μας έχει μετατρέψει σε ένα φέουδο υπηρεσιών.
Η πολυεπίπεδη επίπτωση της ανεργίας
Όπως αναφέραμε, ήδη το 1/3 του πληθυσμού βρίσκεται στα όρια της φτώχειας. Αυτό οδήγησε στο να μειωθεί δραστικά ο ενεργός οικονομικός πληθυσμός. Αν επιχειρήσουμε να κοιτάξουμε στο μέλλον, θα δούμε ότι οι αυριανοί εργαζόμενοι θα κληθούν να πληρώσουν δυσθεώρητες εισφορές προκειμένου να βγει από το τέλμα το ασφαλιστικό σύστημα και να τους καταβληθεί έστω και μια πενιχρή σύνταξη.
Σήμερα που η κυβέρνηση προπαγανδίζει ότι το ασφαλιστικό σύστημα έπειτα από χρόνια παρουσιάζει σημάδια βιωσιμότητας, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι η κατάσταση είναι οριακή και ότι δεν είναι απίθανη η αντιστροφή της σημερινής κατάστασης. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι το δημογραφικό εξελίσσεται σε ένα πρόβλημα χωρίς ορατή προοπτική επίλυσης, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι πρακτικά κρατάμε μια βόμβα στα χέρια μας που απειλεί να βομβαρδίσει τα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας. Όσο επιβάλλονται πανύψηλες εισφορές και φόροι, η οικονομία δεν θα μπορεί να πάει μπροστά και έτσι δεν θα υπάρξει άμεση αλλαγή στο εργασιακό τοπίο και στους μισθούς.
Η έλλειψη δεξιοτήτων και η επόμενη ημέρα
Ο παραγωγικός μετασχηματισμός της ελληνικής αγοράς εργασίας εκ των πραγμάτων θα έρθει αργά ή γρήγορα. Σε αυτό συγκλίνουν φορείς και οργανισμοί που προσπαθούν να προβλέψουν το αύριο και να δώσουν διέξοδο στον λαβύρινθο στον οποίο βρισκόμαστε.
Σε αυτό το επίπεδο οι επιχειρήσεις οφείλουν, αν θέλουν να καλύψουν το χαμένο έδαφος, να εμπιστευτούν τους νέους εργαζομένους και να επενδύσουν σε αυτούς. Μόνο έτσι θα δοθεί απάντηση στο πρόβλημα που προέκυψε τα τελευταία χρόνια, με το 60% των επιχειρήσεων να μην μπορούν, όπως λένε, να καλύψουν θέσεις εργασίας με υψηλά αλλά και τεχνικά προσόντα.
Αν μάλιστα δεχτούμε ότι μισό εκατομμύριο Έλληνες μετανάστευσαν για να κάνουν restart στη ζωή τους και δύσκολα θα γυρίσουν και ότι επίσης έχουμε ένα υψηλό ποσοστό NEETs (ατόμων που δεν βρίσκονται σε καθεστώς εργασίας, εκπαίδευσης ή κατάρτισης), η επιλογή αυτή είναι η μόνη λογική ή, πιο σωστά, αποτελεί μονόδρομο για όλους.
Οι αλλαγές που έρχονται και οι επιπτώσεις τους στην Ελλάδα
Η εργασία περνά από σημαντικές αλλαγές λόγω των εξελίξεων στην τεχνολογία, της πρακτικής κατάργησης των εργασιακών συνόρων και των νέων μεθόδων παραγωγής που βγαίνουν στο προσκήνιο. Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση φέρνει μαζί της την εδραίωση της καινοτομίας, την τεχνητή νοημοσύνη, την περαιτέρω χρήση του internet of things (IoT) και του cloud, το 5G αλλά και την περαιτέρω χρήση της αυτοματοποίησης. Τα ρήγματα που προκαλεί σιγά σιγά η 4η Βιομηχανική Επανάσταση έχουν άμεσες επιπτώσεις στις παραδοσιακές μορφές εργασίας, διαμορφώνουν νέες συνθήκες και αλλάζουν τον τρόπο που ζούμε, εκπαιδευόμαστε και εργαζόμαστε.
Σύμφωνα με αναλυτές, η βιομηχανία και οι τεχνολογίες πληροφορικής είναι οι δύο κλάδοι που θα εισέλθουν πιο γρήγορα στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση και ως ένα σημείο θα προκαλέσουν τον παραγωγικό μετασχηματισμό. Σε αυτούς τους δύο κλάδους θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης με καλύτερες αμοιβές, που θεωρητικά μπορούν να προσεγγίσουν και να φέρουν πίσω το ανθρώπινο κεφάλαιο που μετανάστευσε τα προηγούμενα χρόνια.
Σύμφωνα πάντα με τους ίδιους αναλυτές, η διαφορά αυτής της επανάστασης σε σχέση με τις προηγούμενες είναι ότι δίνει την ευκαιρία σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να βγουν επιθετικά μπροστά, να δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης και να αποκτήσουν καλύτερη θέση στην αγορά.
Το ζητούμενο σε αυτή την πορεία είναι οι δεξιότητες που θα αναπτύξουν οι εργαζόμενοι και πιο συγκεκριμένα οι ψηφιακές δεξιότητες ανεξαρτήτως κλάδου και ανεξάρτητα από το αν οι εργαζόμενοι απασχολούνται σε θέση υψηλής ή χαμηλής εξειδίκευσης.
Η κυβέρνηση, οι επιχειρήσεις αλλά και οι φορείς της χώρας βρίσκονται μπροστά σε μια κρίσιμη καμπή για το μέλλον της απασχόλησης. Οι αποφάσεις που θα παρθούν δεν θα επηρεάσουν μόνο το σήμερα αλλά πολύ περισσότερο το αύριο και τις επόμενες γενιές. Θα οδηγηθούμε λοιπόν στη λογική της ανάπτυξης προκειμένου να λύσουμε τα προβλήματα ή θα πάμε στη λογική «μία από τα ίδια»; Το τέλος των μνημονίων ήρθε, τι γίνεται όμως με την επόμενη ημέρα;
Να μάθουμε από τα λάθη του παρελθόντος
Η εποχή της ελεύθερης αγοράς δημιούργησε προαπαιτούμενα και κάλεσε τους εργαζομένους να ανταποκριθούν άμεσα και άρτια για να περάσουμε στον επόμενο αιώνα. Η κρίση του 2008 υποχρέωσε τους εργαζομένους να κάνουν περισσότερες θυσίες –για να σωθούν, όπως αποδείχτηκε, οι τράπεζες– και να εργαστούν με μικρότερους μισθούς, με ορατό μπροστά τους το φάσμα της φτώχειας και της ανασφάλειας. Τα ψηφισμένα 18ωρα της Αυστρίας και η επιλογή του νεοφιλελευθερισμού αλλά και σε πολλές περιπτώσεις του ακροδεξιού λαϊκισμού οδηγούν το πλοίο στα βράχια και τους εργαζομένους σε βέβαιο πνιγμό.
Η χρήση των νέων τεχνολογιών χωρίς κοινωνικό σχέδιο και η πορεία των κοινωνιών προς τη γνώση δημιούργησαν νέα δεδομένα και προκάλεσαν σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Η παγκόσμια κρίση και τα δημογραφικά προβλήματα που εμφανίστηκαν έφεραν στο προσκήνιο τις ευέλικτες μορφές εργασίας και τους συνεχώς αυξανόμενους freelancers ως βασικές μορφές απασχόλησης.
Όλα τα παραπάνω δεν αναφέρονται τυχαία αλλά γιατί αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που θα διαμορφώσουν το εργασιακό τοπίο. Η συζήτηση για τα λάθη που έγιναν στη χώρα μας και στην Ευρώπη συνολικότερα έπρεπε να έχει ανοίξει από χθες. Πρέπει να τεθεί διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε όσους πιστεύουν ότι η υποτιμημένη εργασία αποτελεί αναπτυξιακό εργαλείο και σε όσους βλέπουν ότι οι εργαζόμενοι δεν είναι δεδομένα και νούμερα σε έναν προϋπολογισμό.
Αν δεν υπάρξει μια συνολική αναθεώρηση, δεν θα αργήσει η ώρα που η αντικατάσταση των εργαζομένων από ρομπότ θα γίνει πραγματικότητα, που οι αυτοματοποιημένες μηχανές θα καταλαμβάνουν όλες τις θέσεις εργασίας και τα εργοστάσια δεν θα χρειάζονται πλέον εργαζομένους.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»