Συμπληρώνοντας εννέα χρόνια κρίσης και ενώ βρισκόμαστε μπροστά στη φαινομενική έξοδο από τα μνημόνια, οι ρυθμοί αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας παραμένουν χαμηλοί, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία. Αν αποδεχθούμε αυτά τα στοιχεία, η αύξηση της παραγωγικότητας είναι ζωτικά συνδεδεμένη με την αύξηση των μισθών, με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, τα οποία με τη σειρά τους συμβάλλουν στην ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών. Ο ντόρος όμως γίνεται αποκλειστικά και μόνο για τη στήριξη της επιχειρηματικότητας και για το πέρασμα σε μια εποχή δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης.
Αναμφίβολα, η άνοδος της παραγωγικότητας θα οδηγήσει σε ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και αυτό με τη σειρά του θα ενισχύσει τα κέρδη μιας επιχείρησης. Ποιο είναι το στοιχείο εκείνο που λείπει σήμερα για να πάμε προς αυτή την κατεύθυνση; Διεθνείς φορείς, συνέδρια και πολυεθνικές τείνουν να απαντούν ότι η ψηφιοποίηση είναι το κομμάτι του παζλ που λείπει. Δεν είναι τυχαίο ότι μια σειρά κλάδοι, από τους ΟΤΑ μέχρι και τη ναυτιλία προετοιμάζονται να αρπάξουν αυτή τη νέα ευκαιρία που παρουσιάζεται. Χαρακτηριστικό είναι ότι πριν λίγο καιρό σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με τίτλο «Το μέλλον της ναυτιλίας-Δαμάζοντας το ψηφιακό κύμα» ο επικεφαλής του γραφείου της Αθήνας της BCG (Boston Consulting Group) δήλωσε πως η ψηφιοποίηση δεν είναι μόνο προϋπόθεση για την επιβίωση των επιχειρήσεων αλλά κλειδί για την επιτυχία τους, αφού προσδίδει ένα ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Στο ίδιο μήκος κύματος κυμαίνεται και έκθεση του ΟΟΣΑ για τον «Κόσμο της εργασίας στην εποχή της ψηφιοποίησης», η οποία τόνιζε ότι οι επιχειρήσεις προετοιμάζονται για αλλαγές, οι οποίες όμως θα έχουν δραματικές επιπτώσεις στους εργαζομένους.
Η ψηφιοποίηση ως το επόμενο επιχειρηματικό trend
Σήμερα βρισκόμαστε σε φάση υποχώρησης της οικονομικής κρίσης, η οποία με τη σειρά της θα οδηγήσει σε οικονομική ανάπτυξη -έστω και αναιμική- σε κάποιες χώρες, αλλά παράλληλα ωθεί τις εταιρίες και τους φορείς να υιοθετήσουν νέες ψηφιακές στρατηγικές. Όμως, ενώ υπάρχουν τομείς που ψηφιοποιούνται εύκολα και γρήγορα, όπως οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τα μέσα ενημέρωσης κ.ά., υπάρχουν αντίστοιχα και τομείς που δείχνουν καθυστέρηση, όπως η εκπαίδευση και η υγεία. Είναι σίγουρο ότι οι επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να επανεξετάσουν τα μοντέλα απασχόλησης και να αναπτύξουν νέες στρατηγικές, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα αρμονικό περιβάλλον εργασίας στην ψηφιακή εποχή που θα περάσουμε.
Στις χώρες που συγκαταλέγονται στις ανεπτυγμένες οικονομίες, η παραγωγικότητα έχει πάρει σταθερά την κατιούσα από τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, φαινόμενο που παρατηρείται και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες την τελευταία δεκαετία. Αυτό το αναφέρουμε, διότι εταιρίες αλλά και δημόσιες υπηρεσίες που εφάρμοσαν την ψηφιοποίηση, στην καλύτερη περίπτωση δεν είχαν την προσδοκώμενη αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ στη χειρότερη η παραγωγικότητα μειώθηκε. Αν λοιπόν δούμε τη μεγάλη εικόνα και κατανοήσουμε σε βάθος την οικονομική εξάρτηση που έχουν οι κλάδοι μεταξύ τους, όχι σε μία μόνο χώρα αλλά στον παγκόσμιο χάρτη, θα γίνει σαφές ότι τα οφέλη και τα κέρδη που θα αποκομίσουν οι εταιρίες δεν θα είναι εμφανή, ειδικά το πρώτο διάστημα. Θα βιώσουμε εκ νέου το Solow Paradox της δεκαετίας του '80, με την ψηφιακή εποχή να είναι ο πρωταγωνιστής αυτή τη φορά.
Το 2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδίασε μια στρατηγική για την επίτευξη μιας ενιαίας ψηφιακής αγοράς (Digital Single Market-DSM) στην Ευρώπη. Ο βασικότερος παράγοντας επιτυχίας για την αξιοποίηση όλων των πλεονεκτημάτων μιας DSM είναι ένας ανταγωνιστικός ψηφιακός κλάδος στην Ευρώπη, όπως και η ενσωμάτωση ψηφιακών καινοτομιών σε όλους τους τομείς. Μάλιστα θεωρείται ότι η ψηφιοποίηση θα προσελκύσει επενδύσεις σε καινοτόμες βιομηχανίες, οι οποίες αν συνδυαστούν με το IoT (Internet of Things), την ανάλυση δεδομένων και τα συστήματα που βασίζονται στην τεχνολογία της πληροφορίας, οι εταιρίες ή οι χώρες που θα κάνουν το βήμα, θα οδηγήσουν τις εξελίξεις.
Η Ελλάδα διαχρονικά κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις του δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (DESI). Ανάμεσα στις 28 χώρες μέλη της Ε.Ε. βρίσκεται στην 27η θέση, αν και από τον Νοέμβριο του 2016 έχει υπάρξει Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης. Παρ’ όλα αυτά έχουν γίνει μικρά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση και φαίνεται ότι υπάρχει η αρχική διάθεση. Οι υπηρεσίες ευρυζωνικότητας και η κάλυψη 4G πλησιάζει τον μέσο όρο της Ε.Ε., όπως αντίστοιχα και η χρήση ηλεκτρονικών τιμολογίων. Στις 13 Αυγούστου προκηρύχτηκε ο διαγωνισμός για την ηλεκτρονική ανταλλαγή εγγράφων στο Δημόσιο και ο Υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκος Παππάς, δήλωσε σχετικά: «Κάνουμε πράξη τη δέσμευσή μας για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού με τρόπο ευέλικτο και φιλικό προς τον πολίτη. Με όχημά μας τις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών και οδηγό μας την Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική, προχωράμε σε στενή συνεργασία με όλα τα υπουργεία, στην ψηφιακή ανάπτυξη της χώρας προς όφελος όλων των πολιτών. Έχουμε μπει σε μία περίοδο, κατά την οποία οι δράσεις και τα έργα της Ψηφιακής Πολιτικής εντάσσονται σε μια ενιαία στρατηγική, την Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική». Από την πλευρά της, η Υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Όλγα Γεροβασίλη, σημείωσε: «Βάζουμε τα θεμέλια για ένα κράτος ψηφιακό, προσβάσιμο και ανοιχτό στον δημοκρατικό έλεγχο. Ένα ψηφιακό κράτος-πυλώνα της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της δημοκρατίας μακριά από γραφειοκρατικές στρεβλώσεις. Και βέβαια, ένα ψηφιακό κράτος αντάξιο της επόμενης μέρας που πλησιάζει. Αυτό το ψηφιακό κράτος οραματιζόμαστε, γι’ αυτό εργαζόμαστε και αυτό παραδίδουμε στους πολίτες».
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος – «Στέντορας»