Εν έτει 2018 η λογική υπαγορεύει ότι η μείωση του όγκου των απορριμμάτων μέσω της ανακύκλωσης, της κομποστοποίησης και άλλων σύγχρονων μεθόδων, σε συνδυασμό πάντα με την οικολογική κατεύθυνση της κοινωνίας, θα ήταν επιβεβλημένη. Όμως όταν η λογική διαφωνεί μαζί μας, τόσο χειρότερο για τη λογική. Κάπως έτσι πρέπει να σκέφτονται οι κυβερνώντες διαχρονικά, καθώς η παράταση ζωής που δίνουν σε μία σειρά από ΧΥΤΑ λεηλατεί τη φύση και προκαλεί εν δυνάμει προβλήματα στις τοπικές κοινωνίες.
Τελευταίο επεισόδιο της πράξης ΧΥΤΑ είναι όσα διαδραματίζονται στην περιοχή Λευκίμμη της Κέρκυρας. Επεισόδιο που επαναλαμβάνεται για δεύτερη φορά, καθώς πριν ακριβώς από μία δεκαετία υπήρχαν και πάλι επεισόδια, τα οποία τότε είχαν τραγική κατάληξη. Τότε η επιχείρηση ΧΥΤΑ Λευκίμμης είχε εγκαταλειφθεί, καθώς ήρθαν στο φως μία σειρά στοιχείων που αποδείκνυαν ότι ο συγκεκριμένος χώρος ήταν πάνω σε υδροφόρο ορίζοντα (με ό,τι συνέπειες προκαλούσε αυτό στο πόσιμο και στο αρδεύσιμο νερό της περιοχής) και ότι ήταν εντός κατοικημένης περιοχής.
Στο σήμερα η επανεκκίνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης αφήνει έκθετη την κυβέρνηση, αλλά και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος στις 28/8/2013 δήλωνε ότι «δεν θα πέσει ούτε χαρτοπετσέτα στον παράνομο ΧΥΤΑ». Φυσικά τα χρόνια πέρασαν, τα λόγια ξεχάστηκαν και πλέον επιχειρείται η λεηλάτηση μιας περιοχής, με αποτέλεσμα να ξυπνούν άσχημες μνήμες στους περισσότερους.
Το ζήτημα της Λευκίμμης όμως δεν είναι και το μοναδικό. Δεν έχει περάσει ένας μήνας άλλωστε από την απόφαση να σταματήσει τις λειτουργίες του ο ΧΥΤΑ Φυλής εξαιτίας ενός ρήγματος. Ο Δήμος Πετρούπολης σε ανακοίνωσή του αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η χωματερή της Φυλής αποτελεί ενεργή υγειονομική βόμβα και κρίσιμο παράγοντα υποβάθμισης της ζωής της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων της πόλης μας και γενικότερα της Δυτικής Αθήνας και του Θριασίου».
Πού οδηγούμαστε
Η συστηματική απαξίωση, η υποστελέχωση, αλλά και η έλλειψη κατάλληλου εξοπλισμού δεν συμβαίνουν τυχαία. Φαίνεται ότι προλειαίνεται το έδαφος για την περαιτέρω είσοδο ιδιωτών, που ως στόχο σαφώς θα έχουν την κερδοφορία και όχι την προστασία του περιβάλλοντος και της τοπικής οικονομίας. Άλλωστε πολλάκις οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν βρεθεί εκτεθειμένες, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να επιβάλλει πρόστιμα χιλιάδων ευρώ.
Εδώ και χρόνια έχει εκφραστεί από επίσημα χείλη η θέληση για ιδιωτικοποίηση των απορριμμάτων. Η διαχείριση των απορριμμάτων μόνο στην Αττική έχει έναν τζίρο που ετησίως πλησιάζει τα 500 εκατ. ευρώ. Αυτό βεβαίως δεν έχει περάσει απαρατήρητο από επιχειρηματικούς ομίλους, όπως αυτόν του κύριου Μπόμπολα, ο οποίος μέσω της εταιρίας Ηλέκτωρ Α.Ε. ανέλαβε την επέκταση του XΥΤΑ Φυλής ύστερα από απόφαση του Ειδικού Διαβαθμιδικού Συνδέσμου Νομού Αττικής (ΕΔΣΝΑ) στις 27/9/2017, ένα έργο με προϋπολογισμό 4.990.525,13 ευρώ.
Το παραπάνω βέβαια δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα. Χαρακτηριστική της κατάστασης που θα διαμορφωθεί είναι η προσπάθεια που επιχειρήθηκε το 2015 για αξιοποίηση των ανενεργών λατομείων. Μια προσπάθεια που δόθηκε σε επιχειρηματία και οι οποίος, ως όφειλε, έπρεπε να αναπλάσει τα λατομεία και να μεταφέρει αποκλειστικά αδρανή υλικά. Όμως, σύμφωνα με τις τότε καταγγελίες των κατοίκων της περιοχής, ο επιχειρηματίας μετέφερε απορρίμματα.
Χρειάζεται μια σύγχρονη λύση
Στην Ελλάδα το κομμάτι της διαχείρισης είναι τουλάχιστον τριτοκοσμικό. Διαδοχικές κυβερνήσεις άφησαν να γιγαντωθεί το πρόβλημα των σκουπιδιών. Έχουν οδηγήσει την κατάσταση στο «και πέντε», ώστε να μπουν ιδιώτες στο παιχνίδι, οι οποίοι δεν έχουν σκοπό ούτε την προστασία του περιβάλλοντος ούτε τη σωστή διαχείριση των απορριμμάτων, αλλά μόνο το κέρδος, και μέσω αυτής της διαδικασίας οι μεγάλοι επιχειρηματίες να μπουν δυναμικά στη διαχείριση των στερεών αποβλήτων.
Κι όμως σήμερα η πρόοδος της τεχνολογίας, τα υλικά, η ίδια η επιστημονική γνώση μάς παρέχουν τη δυνατότητα να υπάρξει μια εντελώς διαφορετική διαχείριση των απορριμμάτων. Η μείωση της παραγωγής σκουπιδιών, η επαναχρησιμοποίηση, η διαλογή στην πηγή, η ανακύκλωση, η κομποστοποίηση προσφέρουν τη δυνατότητα να υπάρχει σήμερα –και όχι στο απώτερο μέλλον– ένα σύστημα διαχείρισης των απορριμμάτων με δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα, με δημοκρατική σχεδίαση, που θα εξασφαλίζει την προστασία του περιβάλλοντος, τη μείωση του τέλους για τους πολίτες, την υγεία όλων μας και νέες θέσεις μόνιμης εργασίας – άλλωστε η διαχείριση των σκουπιδιών είναι μόνιμη και όχι παροδική ανάγκη.
Καλώς ή κακώς ο τομέας των απορριμμάτων –και της ανακύκλωσης φυσικά– δεν πρέπει να έχει στο επίκεντρό του το κέρδος. Οι επιχειρηματικοί όμιλοι και οι εταιρίες κερδοσκοπικού σκοπού δεν πρέπει να έχουν θέση στον συγκεκριμένο τομέα. Αυτό που χρειάζεται είναι ένας ενιαίος αποκλειστικά δημόσιος φορέας διαχείρισης των απορριμμάτων, που με ευθύνη του κράτους και σε συνεργασία με όλους τους δήμους και τους όμορους νομούς θα δημιουργήσει ένα εθνικό σχέδιο διαχείρισης. Θα εξασφαλίζει τη χωροθέτηση με βάση τις ανάγκες και με κριτήριο την προστασία της τοπικής κοινωνίας. Θα είναι ευθύνη του κράτους και των υπηρεσιών του, που θα αξιοποιούν υλικοτεχνική υποδομή, τεχνογνωσία και σύγχρονες επιστημονικές μεθόδους.
Προτεραιότητες του σχεδιασμού θα είναι η πρόληψη της παραγωγής απορριμμάτων, η προώθηση της ανακύκλωσης με διαλογή στην πηγή, η επιλογή κατάλληλου μείγματος σύγχρονων μεθόδων διαχείρισης και επεξεργασίας (σταθμοί μεταφόρτωσης, μηχανική ανακύκλωση, κομποστοποίηση), η ασφαλής υγειονομική ταφή των υπολειμμάτων και των πρωτογενών απορριμμάτων που δεν ανακυκλώνονται, η διαχείριση των επικίνδυνων βιομηχανικών και ιατρικών αποβλήτων ξεχωριστά από τα αστικά απορρίμματα και η εκπόνηση και η άμεση υλοποίηση ολοκληρωμένου εθνικού κεντρικού σχεδίου για τα επικίνδυνα απόβλητα.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»