Όλο και πιο κοντά στη δημιουργία bad bank στην Ελλάδα φαίνεται ότι βρισκόμαστε. Αυτό προκύπτει από το πλαίσιο διαχείρισης της Κομισιόν, που αφορά στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) από τις ελληνικές τράπεζες. Ουσιαστικά η δημιουργία της έρχεται να συνδράμει στην προσπάθεια εξυγίανσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αν και εμφανίζεται ως μια ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη πρωτοβουλία. Άλλωστε αρκετοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν δηλώσει ότι ένα τέτοιο σχέδιο αφορά πρωτίστως στη χώρα στην οποία θα λειτουργήσει και όχι στην Κομισιόν ή στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Ε.Κ.Τ.).
Η δημιουργία της έχει τεθεί στο τραπέζι άλλες τρεις φορές από την ελληνική πλευρά. Η πρώτη ήταν το 2013, πριν από την ανακεφαλαιοποίηση που ακολούθησε το PSI, η δεύτερη ήταν έναν χρόνο αργότερα και η τρίτη πριν από τις τελευταίες αυξήσεις κεφαλαίου του 2015. Όμως σε όλες τις περιπτώσεις οι απάντηση των δανειστών ήταν ξεκάθαρα αρνητική. Πλέον όμως η δημιουργία μίας bad bank φαίνεται ότι προκρίνεται έναντι άλλων μέτρων, καθώς άλλες μέθοδοι μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ιδιαίτερα των επιχειρηματικών συνεχίζουν να μην επιτυγχάνουν τους απαραίτητους στόχους. Σημειώνεται ότι το ενδεχόμενο σύστασης bad bank σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν απέκλεισε η επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της Ε.Κ.Τ. Ντανιέλ Νουί από το φόρουμ των Δελφών.
Τα επιχειρηματικά δάνεια
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις οδηγίες της προβλέπει τη σύσταση bad bank για χώρες όπως η Ελλάδα, όπου το μεγαλύτερο μέρος των μην εξυπηρετούμενων δανείων είναι επιχειρηματικά. «Η ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων για τα κόκκινα επιχειρηματικά είναι άκρως προβληματική λόγω νομικών, κοινωνικών και πολιτικών παραμέτρων» αναφέρει η πρόσφατη ανακοίνωσή της. Τονίζει δε ότι η απορρόφηση στεγαστικών δανείων και δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων από bad bank θα εξετάζεται μόνο σε «πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις».
Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα το 60% των κόκκινων δανείων είναι εταιρικά. Η σύσταση μιας «κακής τράπεζας» βέβαια δεν αρκεί για να λυθεί το τεράστιο πρόβλημα των κόκκινων δανείων στην Ελλάδα. Πρακτικά είναι αδύνατη η μεταβίβαση του συνόλου των προβληματικών δανείων. Πέρα όμως από το πρακτικό, προκύπτουν και άλλα εμπόδια ιδιαίτερης φύσης. Τα εταιρικά NPEs είναι δύσκολο να διαχωριστούν από μία τράπεζα εξαιτίας της σχέσης που υπάρχουν μεταξύ τραπεζών και επιχειρήσεων.
Το παράδειγμα της Ιρλανδίας και της Ισπανίας
Αφού εκδηλώθηκε η κρίση στην Ευρώπη, Ιρλανδία και Ισπανία προχώρησαν στη δημιουργία bad banks για την αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων. Στην Ιρλανδία η ΝΑΜΑ δημιουργήθηκε το 2009. Το εκπληκτικό είναι ότι σήμερα έχει σχεδόν το σύνολο των χρημάτων με τα οποία επιβαρύνθηκαν οι Ιρλανδοί φορολογούμενοι και ήδη προσβλέπει σε κέρδος. Αντίστοιχα και στην Ισπανία το καλοκαίρι του 2012 ιδρύθηκε αντίστοιχη τράπεζα, η οποία απέκτησε από 8 τράπεζες στεγαστικά δάνεια ύψους 50,8 δισ. ευρώ με έκπτωση 63%, δαπανώντας 19 δισ. ευρώ περίπου. Με τη βοήθεια αυτή οι ισπανικές τράπεζες έχουν καταφέρει μέσα σε 5 χρόνια να μειώσουν τους δείκτες επισφαλειών από το 22% στο 5%. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις οι τράπεζες που δημιουργήθηκαν κινήθηκαν έντονα στην αγορά των ακινήτων, συνέβαλαν στη μείωση των επισφαλών δανείων και στη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Αντίστοιχα αναμένουμε ότι θα συμβεί και στη χώρα μας, όπου ο κρίσιμος παράγοντας θα είναι η τιμή στην οποία θα μπορέσουν να απορροφήσουν τα ακίνητα. Αυτό βέβαια θα σηματοδοτήσει διαμερισμό του ρίσκου. Το ουσιαστικό όμως είναι ότι μία bad bank στην Ελλάδα θα μπορούσε να ενισχύσει την ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν ρευστότητα μέσω της ανανέωσης του δανεισμού, κάτι που θα δρούσε καταλυτικά για τις επενδύσεις και ιδιαίτερα για τις μικρές επιχειρήσεις της Ελλάδας.
Κανένα σημείο επαφής
Μέχρι σήμερα οι ελληνικές τράπεζες ακολουθούν η καθεμία ένα μοναχικό μονοπάτι. Η λογική της μη συνεργασίας έχει αφήσει άλυτο το θέμα των επιχειρηματικών δανείων, που έχει αποβεί μοιραίο ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η λογική υπαγορεύει ότι αυτό συμβαίνει εξαιτίας εφησυχασμού, ότι δηλαδή η οικονομία θα ανακάμψει, θα βγούμε στις αγορές, το χρήμα θα κινηθεί και ως εκ τούτου θα αρχίσουν να εξυπηρετούνται τα κόκκινα δάνεια. Όμως η αδυναμία συνεννόησής τους, προκειμένου να βρεθούν κοινές λύσεις και πρακτικές αντιμετώπισης για τη ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, έχει φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, και συνεπώς δεν μειώνονται τα εταιρικά δάνεια. Βέβαια υπάρχουν και αντικειμενικοί λόγοι που δεν προχωρούν προς αυτή τη κατεύθυνση. Σε πολλές περιπτώσεις ένας πελάτης προκύπτει ότι έχει λάβει δάνεια από διαφορετικές τράπεζες, με αποτέλεσμα να προκύπτει ζήτημα σύγκρουσης συμφερόντων. Επίσης ένα ζήτημα είναι οι μηνύσεις και οι εισαγγελικές παραγγελίες που δέχονται οι τράπεζες, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε δικαστικές προσφυγές, που είναι αρκετά χρονοβόρες.
Αυτό άλλωστε παραδέχονται και οι ίδιοι οι τραπεζίτες. Η μοναδική από κοινού προσπάθεια που έχει επιτευχθεί είναι το πρόγραμμα «Solar», το οποίο περιλαμβάνει 2 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων δανείων μικρών επιχειρήσεων που έχουν χορηγήσει και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων τα εν λόγω δάνεια ανατέθηκαν για διαχείριση στην Dobank και η μεταβίβασή τους θα ξεκινήσει προς το τέλος Απριλίου.
Αυτό προκάλεσε και τον προβληματισμό της Τράπεζας της Ελλάδος (Τ.τ.Ε.), που σε ανακοίνωσή της ανέφερε «ο στόχος της ρύθμισης των από κοινού λύσεων δεν έχει επιτευχθεί έως τώρα», καλώντας τις 4 συστημικές τράπεζες να εντείνουν τις προσπάθειές τους και παράλληλα να βρουν κοινή συνισταμένη.
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους της Τ.τ.Ε. προς το παρόν επικρατεί η άποψη ότι, αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία των stress tests και αποτυπωθεί η πραγματική εικόνα κάθε τράπεζας, τότε θα μπορεί να απαντηθεί το ερώτημα αν πρέπει να δημιουργηθεί bad bank και για ποιο κομμάτι της αγοράς θα πρέπει να γίνει αυτό.
Αναπάντητα ερωτήματα
Παρ’ όλα αυτά συνεχίζουν να υφίστανται απορίες σχετικά με τη λειτουργία μίας bad bank. Ποιοι θα είναι οι μέτοχοι; Σε τι τιμές θα αγοράσουν τα δάνεια; Ποιο θα είναι το όφελος των τραπεζών; Θα έχουν οι φορολογούμενοι όφελος; Το σημαντικότερο όμως είναι ποιος θα είναι ο χαρακτήρας της, καθώς άλλος θα είναι ο χαρακτήρας της αν ιδρυθεί με ιδιωτικά κεφάλαια και άλλος φυσικά αν ο βασικός μέτοχος είναι το κράτος. Αυτό είναι το ουσιώδες ερώτημα που θα απασχολήσει τους επιχειρηματίες, καθώς τα δάνειά τους θα εξαρτώνται άμεσα από τη μορφή της.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος – «Στέντορας»