Ήδη είμαστε αποδέκτες των κυμάτων της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Οι τεχνολογίες άλλωστε ήδη υπάρχουν και βλέπουμε τα παραδείγματα στην καθημερινότητά μας. Το γεγονός ότι ήδη ο κόσμος χρησιμοποιεί προηγμένη τεχνολογία φανερώνει ότι έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου να κάνουμε το επόμενο βήμα, αφού η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι δεδομένη. Είμαστε έτοιμοι να την αφομοιώσουμε στην ελληνική αγορά; Η απάντηση είναι «όχι». Σήμερα όμως, αν θέλουμε να μιλάμε για ανταγωνιστικότητα, για αντιμετώπιση της ανεργίας (όχι εξάλειψη, αλλά μείωση) και για βιώσιμη ανάπτυξη, η οποία δεν θα στηρίζεται στη βαριά φορολογία των Μ.μ.Ε. και σε μισθούς πείνας, θα πρέπει η πολιτεία και οι θεσμοί να αντιμετωπίσουν τις εξελίξεις με την πρέπουσα σοβαρότητα.
Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση «Ετοιμότητα για το μέλλον της παραγωγής» του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (World Economic Forum – WEF) η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκεται πολύ πίσω από τις απαιτήσεις των καιρών. Σίγουρα όχι γιατί μας λείπει το ανθρώπινο κεφάλαιο, καθώς το brain drain αποδεικνύει ότι τόσο ως χώρα, όσο και ως εκπαιδευτικό σύστημα, διαθέτουμε, αλλά και «παράγουμε», άτομα με υψηλό επίπεδο εξειδίκευσης, ικανά να προσαρμοστούν στις εξελίξεις και να μας οδηγήσουν στη νέα εποχή που διαμορφώνεται.
Η καθυστέρηση οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες: Πρώτον, στις χαμηλές επενδύσεις του επιχειρηματικού κόσμου σε νέες τεχνολογίες, σε υποδομές, όσο και σε ανάλογη εκπαίδευση του προσωπικού και, δεύτερον, στην αναποτελεσματικότητα του κανονιστικού και την ακαταλληλότητα του θεσμικού πλαισίου. Αν δεν ακολουθήσουμε από τώρα τον δρόμο της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, τα πράγματα θα είναι δυσοίωνα και, αν δεν καταφέρουμε να πιάσουμε το νήμα, σύντομα ίσως να μην το καταφέρουμε στη συνέχεια.
Η «έξυπνη» κοινωνία
Πρέπει όμως να κατανοήσουμε και κάποια πράγματα. Δεν είναι αυτοσκοπός να ενσωματώσουμε ή απλώς να κατανοήσουμε τις τεχνολογικές αλλαγές. Ζητούμενο είναι η ομαλή μετάβαση και η λειτουργία των νέων τεχνολογιών ως προς το συμφέρον της κοινωνίας.
Αναφέρθηκε πρόσφατα στο Νταβός το ζήτημα της smart society. Αν θέλουμε να δώσουμε έναν ορισμό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ο εξής: «η χρήση της τεχνολογίας προκειμένου να διαμορφώσουμε έναν καλύτερο κόσμο». Πρακτικά μία έξυπνη κοινωνία αξιοποιεί με επιτυχία τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας, των συνδεδεμένων συσκευών και της χρήσης ψηφιακών δικτύων για τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Ωστόσο, αν και ο ορισμός είναι ό,τι πιο κοντινό και συναφές μπορούμε να προσδώσουμε, είναι ελλειμματικός. Αυτό γιατί ο ορισμός παραβλέπει το ανθρώπινο στοιχείο της συμμετοχής και της συνεργασίας σε μία κοινωνία. Ο άνθρωπος είναι αυτό το καθοριστικό στοιχείο/παράγοντας, που σε κάθε έκφανση της ζωής προσδίδει με βάση τις πράξεις του θετική ή αρνητική χροιά.
Η σωστή εφαρμογή όμως των επερχόμενων αλλαγών, πάντα υπό το πρίσμα των smart societies, θα βοηθήσει στη σωστή λειτουργία των θεσμών, θα εξασφαλίσει ποιοτική ζωή στους πολίτες και ισχυρή ανταγωνιστική οικονομία. Οι τεχνολογικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές απαιτούν και νέες πολιτικές θεωρίας και πράξης.
Τι πλεονέκτημα όμως υπάρχει τη δεδομένη στιγμή
Το ζήτημα της προετοιμασίας δεν είναι φιλολογικό θέμα προς εξέταση. Αποτελεί ζήτημα τόσο της επιβίωσης της ελληνικής επιχειρηματικότητας, αλλά και της ανεργίας. Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση αποτελεί πρόκληση για τις επιχειρήσεις, καθώς μέσω αυτής και σε συνεργασία με τις κατάλληλες πολιτικές θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας, θα βοηθηθεί η εξεύρεση νέων και μεγαλύτερων αγορών, θα βελτιωθεί η παραγωγικότητα, θα υπάρχει καλύτερη και ίσως ποιοτικότερη επαφή με τις ανάγκες του πελάτη και δυνατότητα αξιοποίησης ευρύτερου όγκου πληροφοριών με επίκεντρο όλων των παραπάνω την καινοτομία. Χώρες οι οποίες παρουσιάζουν κενό σε επίπεδο ανάπτυξης σε σχέση με άλλες, οι οποίες δεν έχουν τις τεράστιες και κατάλληλες υποδομές (οι οποίες ήταν αναγκαίες σε προηγούμενες επαναστάσεις) και δεν διαθέτουν τα απαραίτητα κεφάλαια, μπορούν πλέον να κάνουν ένα άλμα και να κλείσουν τη διαφορά. Σήμερα δυστυχώς η Ελλάδα βρίσκεται στην 26η θέση μεταξύ των 28 χωρών στον δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας DESI.
Τι οφείλουμε να προσέξουμε
Υπάρχουν όμως και φόβοι/απειλές που πρέπει να απαντηθούν άμεσα, αλλιώς θα είναι πολύ αργά στη συνέχεια. Το σημαντικότερο είναι ότι η αυτοματοποίηση, που αργά ή γρήγορα θα έρθει, θα σημαίνει και ταυτόχρονη απώλεια θέσεων εργασίας (σύμφωνα με μελέτη του Σ.Ε.Β. διεθνώς θα χαθούν το 5%-10% των θέσεων εργασίας) ακόμα και αν ελάχιστα επαγγέλματα είναι σήμερα υποψήφια. Αυτόματα όμως θα δημιουργηθούν καινούργιες ειδικότητες, οι οποίες θα απαιτούν τις απαραίτητες δεξιότητες. Το ερώτημα είναι αφενός εάν το ισοζύγιο στις θέσεις εργασίας θα είναι θετικό ή αρνητικό και αφετέρου αν οι δεξιότητες αυτές θα βρεθούν στην αγορά εργασίας. Το εκπαιδευτικό σύστημα δυστυχώς δεν βρίσκεται σε αυτή την κατεύθυνση και η πολιτεία δεν δείχνει ότι σύντομα θα εναρμονιστεί με τις εξελίξεις.
Από τα παραπάνω όμως προκύπτει ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα προς διερεύνηση. Πέρα από τις καινούργιες θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν ταυτόχρονα και καινούργιες σχέσεις εργασίας. Σύμφωνα με την καταγραφή του Σ.Ε.Β. στις νέες μορφές απασχόλησης θα περιλαμβάνονται οι συμβάσεις εργασίας με πληθοπορισμό (crowdwork), οι συμβάσεις απασχόλησης «μηδενικών ωρών» (zero hours contracts), οι συμβάσεις σύντομης διάρκειας (short term contracts), προσωρινής εργασίας ή εργασίας κατά παραγγελία (on demand work), οι «μικροσυμβάσεις» (mini jobs), η εργασία ανά χαρτοφυλάκια (portfolio work), η εργασία βάσει δελτίου/κουπονιών (voucher-based work), διάφορες μορφές τηλεργασίας και κινητής εργασίας με χρήση εφαρμογών και νέων τεχνολογιών, οι συμβάσεις αστικού δικαίου (σύμβαση έργου, σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών) και οι συμβάσεις επιμερισμού θέσεων εργασίας (job sharing). Σύμφωνα με το παραπάνω και εφόσον επιβεβαιωθεί, μιλάμε πρακτικά για ένα εφιαλτικό εργασιακό τοπίο.
Επιπρόσθετα οφείλουμε να εξετάσουμε ιδιαίτερα σοβαρά ζητήματα ψηφιακής ασφάλειας, το γνωστό data privacy, κάποια ζητήματα που αφορούν στην ηθική διάσταση του νομοθετικού ελέγχου στο διαδίκτυο, το πλαίσιο λειτουργίας.
Μέχρι τότε όμως θα πρέπει να προετοιμαστούν το κράτος, οι θεσμοί και κυρίως οι νεότερες γενιές για το ότι θα πρέπει να αναπτυχθούν νέα skills και νέα προσόντα, γιατί αυτό πλέον θα είναι η απαίτηση των καιρών. Οφείλει το κράτος να καταρτίσει ένα εθνικό σχέδιο με έμφαση στην εκπαίδευση, με πλάνο 10ετίας και με παράλληλες επενδύσεις στην τεχνολογία. Ο κόσμος οδηγείται γρήγορα σε μία οικονομία των data, όπου η κάθε απόφαση θα στηρίζεται και θα αντανακλάται από δεδομένα που θα προέρχονται από τις εφαρμογές της επιχειρηματικής αναλυτικής. Από εκεί θα εξαρτάται η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, θα στηρίζονται οι οικονομίες των κρατών και πάνω στα δεδομένα θα μπορέσει να ωφεληθεί η δημόσια διοίκηση ως προς τη χάραξη στρατηγικών στόχων.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος – «Στέντορας»