Με την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση να παίρνει σάρκα και οστά, όλοι πλέον κοιτούν την επόμενη ημέρα και τι αυτή θα φέρει. Σαφώς θα υπάρξουν επιπτώσεις σε κλάδους όπου είχαμε εμπορικές σχέσεις, αλλά θα παρουσιαστούν και ευκαιρίες. Το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί παραδοσιακά έναν από τους σημαντικότερους οικονομικούς εταίρους της Ελλάδας και οι διμερείς σχέσεις δεν περιορίζονταν απλώς στην ανταλλαγή προϊόντων σε τομείς όπως ο τουρισμός, η ναυτιλία, οι επενδύσεις και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Η ελληνική επιχειρηματικότητα πρέπει με ψυχραιμία και με σχέδιο να αντιμετωπίσει τις αναμενόμενες επιπτώσεις και παράλληλα να δει πώς μπορεί να εκμεταλλευτεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις προοπτικές που θα ανοιχτούν μπροστά της.
Το βάθος και το εύρος των συνεπειών του Brexit θα το δούμε εν καιρώ, έχοντας εξετάσει αναλυτικά και τη συμφωνία που υπέγραψε το Ηνωμένο Βασίλειο με την Ε.Ε. Θα ήταν παρακινδυνευμένο να μιλήσουμε επακριβώς για τις πιθανές επιπτώσεις στην οικονομία, αν επί τάπητος δεν τεθούν συγκεκριμένα τα θέματα και οι αλλαγές που θα επέλθουν για έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας. Μπορούμε όμως να σκιαγραφήσουμε τη γενική εικόνα που προκύπτει σύμφωνα με τα στοιχεία που μέχρι στιγμής υπάρχουν.
Η υποτίμηση της λίρας φέρνει προβλήματα σε μια σειρά από κλάδους
Όπως είναι γνωστό εδώ και καιρό, με την επιστροφή της γηραιάς Αλβιώνας στη λίρα θα επέλθει και η υποτίμηση αυτής έναντι του ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι τα ελληνικά προϊόντα θα είναι πλέον ακριβότερα και, σε συνδυασμό με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των Βρετανών, οι ελληνικές εξαγωγές είναι πολύ πιθανόν να μειωθούν. Με την Αγγλία να αποτελεί την 7η κατά σειρά χώρα στην οποία εξάγουμε προϊόντα και αγαθά (στο πρώτο εξάμηνο του 2018 υποχώρησε κατά μία θέση και βρέθηκε στην 8η) ύψους λίγο πάνω από το 1 δισ. ευρώ, σύμφωνα πάντα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2017, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι οι εμπορικοί και οι οικονομικοί δεσμοί που παραδοσιακά είχαν οι δύο χώρες θα διαταραχθούν.
Αυτό σημαίνει ότι σημαντικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομίας θα δεχτούν γερό πλήγμα εκ των πραγμάτων και, με βάση τις νέες συνθήκες που θα διαμορφωθούν, θα πρέπει να αναζητηθούν νέες αγορές. Το ερώτημα είναι αν αυτοί οι κλάδοι θα καταφέρουν να αντεπεξέλθουν στις νέες συνθήκες ή θα δημιουργηθεί ντόμινο εξελίξεων που θα τους παρασύρει.
Βουτιά αναμένεται και στον τουρισμό
Απέξω δεν θα μπορούσε να βρεθεί και η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας, ο τουρισμός. Η αναμενόμενη μείωση του αριθμού των τουριστών προς την Ελλάδα είναι καίρια για τον τουρισμό της, δεδομένου του μεγάλου αριθμού επισκεπτών που προέρχονται από την Αγγλία. Η βρετανική «δεξαμενή» αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αγορές για την ελληνική τουριστική βιομηχανία και, σε συνεργασία με τα διεθνή ταξιδιωτικά πρακτορεία, υπάρχουν συμφέρουσες συμφωνίες κάθε χρόνο.
Δεν είναι μόνο η υποτίμηση της αγγλικής λίρας αλλά και οι σχετικές διαδικασίες έκδοσης βίζας που συνιστούν παράμετρο που θα επηρεάσει αποφασιστικά τις αποφάσεις των Βρετανών τουριστών. Αυτοί οι δύο βασικοί λόγοι θα παίξουν τέτοιο ρόλο ώστε ενδεχομένως να χάσει την αίγλη που μπορεί να είχε τα προηγούμενα χρόνια η χώρα μας και δεν θα αποτελεί πλέον τον ελκυστικό προορισμό που αποτελούσε τις άλλες χρονιές. Οι αρνητικές επιπτώσεις θα έχουν αντίκτυπο φυσικά και στους εργαζομένους, οι οποίοι θα μειωθούν, με το νούμερο των 400.000 που απασχολούσε ο κλάδος φέτος να θεωρείται δύσκολο να προσεγγιστεί ξανά.
Επιπρόσθετα, αρκετοί Βρετανοί έχουν αγοράσει εξοχικές κατοικίες στη χώρα μας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα και να ωφεληθεί η κτηματαγορά, αλλά και να επιλέγεται μόνιμα η Ελλάδα ως τόπος διακοπών. Τα πολλαπλασιαστικά οφέλη που προέκυπταν δεν χρειάζεται να τα αναφέρουμε. Το σίγουρο είναι ότι οι Βρετανοί άφηναν χρήματα σε πλήθος αγορών και κλάδων και, πολύ περισσότερο, προχωρούσαν σε επενδύσεις. Τώρα είναι επίφοβο ότι με τις αναταραχές που θα προκληθούν στην οικονομία τους δεν θα ρισκάρουν με ανάλογες κινήσεις.
Μείωση του ΑΕΠ, αλλά και κονδυλίων
Το ΑΕΠ θα δεχτεί ένα ισχυρό πλήγμα τόσο με τη μείωση των εξαγωγών όσο και με τη μείωση του τουρισμού (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ ο τουρισμός συμμετείχε στο ΑΕΠ σε ποσοστό 27,3% για το 2017) σε μια στιγμή που η ελληνική οικονομία φαίνεται, σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές, να ορθοποδεί. Ακόμα, η αποχώρηση της Αγγλίας φέρνει μαζί της και ταυτόχρονη μείωση του μεγέθους του κοινοτικού προϋπολογισμού και επομένως μείωση στα κονδύλια που κατά διαστήματα δίνονταν και αξιοποιούνταν στην Ελλάδα.
Η ναυτιλία μπορεί να κάνει ένα ακόμα άλμα προς τα εμπρός
Φυσικά, δεν είναι όλα μαύρα, διατείνονται οικονομικοί αναλυτές. Η φυγή ναυτιλιακών επιχειρήσεων προς άλλα ναυτιλιακά κέντρα δεν αποκλείεται να ευνοήσει και το λιμάνι του Πειραιά. Η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. αποτελεί μια ανεπανάληπτη ευκαιρία για το λιμάνι του Πειραιά να υποκαταστήσει το Λονδίνο ως οικονομικό κέντρο εξυπηρέτησης της ναυτιλίας.
Χωρίς καμία αμφιβολία, βαδίζουμε σε αχαρτογράφητα νερά. Η απόφαση της Αγγλίας για έξοδο από την Ε.Ε. δημιουργεί νέα δεδομένα και οδηγεί σε ένα ντόμινο εξελίξεων, που κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά πού και πότε θα σταματήσει. Τόσο η ελληνική όσο και η παγκόσμια οικονομία θα βρεθούν σε πρωτόγνωρη θέση και θα κληθούν να αποδείξουν πόσο θωρακισμένες είναι απέναντι στις εξελίξεις.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»