episthmh_0502.jpg

 

Τα παιδιά που δεν συλλαμβάνονται με φυσιολογικό τρόπο αλλά με τη μέθοδο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, σύμφωνα με νέα έρευνα Ολλανδών επιστημόνων. Ειδικότερα, παρακολουθήθηκε και μελετήθηκε μεγάλος αριθμός παιδιών (47.690, από τα οποία τα 24.269 γεννήθηκαν με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, ενώ καρκίνο εμφάνισαν τα 231) για μεγάλο χρονικό διάστημα (21 χρόνια κατά μέσο όρο) και προέκυψε το συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος καρκίνου σε γενικές γραμμές δεν μεταβάλλεται.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη διευθύντρια του Τμήματος Επιδημιολογίας του Ολλανδικού Ινστιτούτου για τον Καρκίνο καθηγήτρια Φλόρα βαν Λιούβεν, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό «Human Reproduction» της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας, ανέλυσαν στοιχεία από 12 ολλανδικές κλινικές γονιμότητας. Ο κίνδυνος καρκίνου βρέθηκε ελαφρώς αυξημένος –αν και όχι σε στατιστικά σημαντικό βαθμό– στα παιδιά που έχουν γεννηθεί με τη μέθοδο της μικρογονιμοποίησης ή ενδοκυτταροπλασματικής έγχυσης σπέρματος (ICSI), καθώς και σε όσα έχουν προέλθει από έμβρυα που είχαν καταψυχθεί πριν τη χρησιμοποίησή τους στη θεραπεία γονιμότητας. Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε πολύ μικρή και στατιστικά ασήμαντη αύξηση του κινδύνου για λεμφοβλαστική λευχαιμία και μελάνωμα, όμως, σύμφωνα με τον ερευνήτρια Μάντι Σπάαν, τα ευρήματα αυτά μπορεί να οφείλονται στην τύχη, γι’ αυτό πρέπει να ερμηνευθούν με επιφύλαξη.

«Σε κάθε περίπτωση, καθώς ολοένα περισσότερα παιδιά γεννιούνται μέσω μικρογονιμοποίησης και κρυοσυντήρησης εμβρύων, ο μακροπρόθεσμος κίνδυνος καρκίνου θα πρέπει να διερευνηθεί σε μεγαλύτερους αριθμούς παιδιών», δήλωσε η κα βαν Λιούβεν.

Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn