Οι ρίζες του θεάτρου φτάνουν πολύ βαθιά πίσω στο παρελθόν. Η ανάγκη έκφρασης των συναισθημάτων μέσω του λόγου, και όχι μόνο, φαίνεται ότι είναι έμφυτη στον άνθρωπο και ότι αναπτύχθηκε αρχικά σε σχέση με τις θρησκευτικές τελετές. Για το θέατρο όπως το αντιλαμβανόμαστε σήμερα είναι απαραίτητα τρία στοιχεία:
α. ηθοποιοί που μιλούν ή τραγουδούν
β. ένα στοιχείο σύγκρουσης μεταφερμένο στον διάλογο
γ. κοινό
Χωρίς τα βασικά αυτά στοιχεία μπορεί να υπάρξει θρησκευτική ή κοινωνική τελετή, όχι όμως θέατρο. Η καταγωγή αυτού που λέμε σήμερα «θέατρο» μπορεί να αναζητηθεί στον διθύραμβο (ή συνολικό ομοφωνικό ύμνο), που τραγουδιόταν γύρω από τον βωμό του Διονύσου και αρχικά πραγματευόταν τη ζωή και τη λατρεία του.
Και καθώς η φυσική ανθρώπινη αντίδραση μπροστά στην οποιαδήποτε μορφή συλλογικής δραστηριότητας –ιδιαίτερα όταν φτάνει ο καιρός να την καταγράψει– χαρακτηρίζεται από μία τάση να ταυτίζεται η κάθε φάση της δραστηριότητας αυτής με κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο, δεν είναι αξιοπερίεργο που η τιμή της πατρότητας του θεάτρου αποδόθηκε σε έναν άνθρωπο, στον Θέσπη. Η μεγάλη καινοτομία του Θέσπη έγκειται στο ότι αποσπά τον εαυτό του από το σύνολο του χορού και, παίρνοντας τη μορφή θεού ή του ήρωα του οποίου τα κατορθώματα εξυμνούνται, ανοίγει διάλογο με τον χορό. Σύμφωνα δε με την παράδοση, περιέφερε τους ηθοποιούς του με ένα κάρο (άρμα Θέσπιδος), το οποίο χρησίμευε και ως σκηνή. Ο πρώτος λοιπόν ηθοποιός και ο πρώτος θιασάρχης. Επίσης κέρδισε το έπαθλο στους πρώτους τραγικούς αγώνες των Αθηνών γύρω στο 534 π.Χ.
Την εποχή εκείνη οι τραγωδίες και οι κωμωδίες –μερικές σώζονται έως σήμερα– ερμηνεύτηκαν για πρώτη φορά όχι από ιερείς, αλλά από ηθοποιούς και σε ειδικά κατασκευασμένους χώρους: στα θέατρα. Αισχύλος (526-456 π.Χ.), Σοφοκλής
(496-406 π.Χ.), Ευριπίδης (484-406 π.Χ.) και οι τραγωδίες τους που έχουμε σήμερα, καθώς και ο Αριστοφάνης (448-380 π.Χ.) και οι κωμωδίες του αναμφισβήτητα είναι οι βάσεις για τη μετέπειτα εξέλιξη του θεάτρου έως τις μέρες μας.
Με βάση όλα τα παραπάνω, πρώτη μεγάλη θεατρική εποχή στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά ο 5ος αιώνας π.Χ. στην Ελλάδα. Ίχνη της επίδρασης των παραστάσεων αυτών μπορεί να βρει κανείς στο ευρωπαϊκό και στο αμερικανικό θέατρο μέχρι σήμερα. Μεγάλοι συνεχιστές που άφησαν το δικό τους αποτύπωμα, επηρέασαν και συνεχίζουν να επηρεάζουν τους μεταγενέστερους σε μεγάλο βαθμό είναι ο Σαίξπηρ και ο Μολιέρος, οι οποίοι ήταν συγγραφείς, ηθοποιοί και σκηνοθέτες των έργων τους.
Στην αρχαία Ελλάδα οι ηθοποιοί ήταν άτομα κύρους και έπαιζαν στα μεγάλα υπαίθρια θέατρα εξαιρετικές τραγωδίες και κωμωδίες. Στη Ρώμη η τραγωδία υποχώρησε στη φθηνή κωμωδία και τη φάρσα και οι ηθοποιοί δεν ήταν σε ιδιαίτερη υπόληψη, μερικοί μάλιστα ήταν δούλοι. Θα περάσουν αιώνες για να έρθει το θέατρο και ο ηθοποιός και πάλι στο προσκήνιο.
Όταν τα λατινικά έπαψαν να αποτελούν παγκόσμια γλώσσα, τον 16ο αιώνα, σε όλη την Ευρώπη αναδύθηκε το θέατρο στην καθομιλουμένη γλώσσα της κάθε χώρας, φέρνοντας μαζί του τους επαγγελματίες ηθοποιούς, άνδρες και τελικά και γυναίκες. Στην Ιταλία αυτό συνέβη αρχικά με την κομέντια ντελ άρτε, στην Ισπανία με το έργο του Λόπε ντε Ρουέδα, στην Αγγλία με την ανέγερση του Θήατερ, στη Γαλλία με την ίδρυση του Οτέλ ντε Μπουργκόν. Στη Γερμανία η έλλειψη ενότητας και οι εσωτερικές τριβές καθυστέρησαν την εμφάνιση θιάσων έως τον 18ο αιώνα. Η Ρωσία δεν διέθετε εθνικό ή επαγγελματικό θέατρο πριν από τα μέσα του 19ου αιώνα. Στην Άπω Ανατολή, όπου η θρησκεία συνέχιζε να ελέγχει το θέατρο περισσότερο από ό,τι στη Δύση, οι γυναίκες διατήρησαν την αρχική θέση τους ως τραγουδιστριών και χορευτριών στις τελετές των ναών, αλλά φαίνεται πως ποτέ δε συμμετείχαν σε σταθερό ή πλανόδιο θίασο που παρουσίαζε έργα δημοσίως. Στην Κίνα και στην Ιαπωνία τα τελευταία χρόνια αρχίζουν να εμφανίζονται γυναίκες ηθοποιοί, αλλά κυρίως σε σύγχρονα έργα.
Η κοινωνική θέση των ηθοποιών ήταν για πολύ καιρό επισφαλής σε όλη την Ευρώπη. Στις καθολικές χώρες είχαν αποκλειστεί από τα άχραντα μυστήρια. Ο Σαίξπηρ και οι σύγχρονοί του ήταν από νομική άποψη «αγύρτες» και «πλάνητες», εκτός αν τελούσαν υπό την προστασία του βασιλιά ή των ευγενών. Οι ηθοποιοί απέκτησαν κοινωνική αξιοπιστία μόλις το 1895, όταν η βασίλισσα Βικτωρία έχρισε ιππότη τον Χένρι Έρβινγκ.
Στην τέχνη της ηθοποιίας εμφανίζονται διαρκώς νέες μόδες, μέθοδοι και συμβάσεις που αντικαθιστούν τις παλιότερες. Ο σύγχρονος ηθοποιός είναι εξοικειωμένος με όλα τα είδη του θεάτρου, αντίθετα με παλιότερα, που ο κωμικός και ο τραγικός ηθοποιός ήταν σχεδόν ξεχωριστά επαγγέλματα. Ίσως ο ιδεώδης ηθοποιός είναι εκείνος που συνδυάζει μία ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ διαίσθησης και σκληρής δουλειάς με τη φλόγα της εμπειρίας.
Με το θέατρο μπορεί κάποιος να ασχοληθεί είτε επαγγελματικά είτε ερασιτεχνικά και να έχει πολλά οφέλη. Η έκθεση στο κοινό, η συνεχής καλλιέργεια των εκφραστικών μέσων, η εξάσκηση της μνήμης, του λόγου και του σώματος, η αλληλεπίδραση με τους υπόλοιπους ηθοποιούς, η συγκέντρωση, καθώς και το χτίσιμο του ρόλου (ψυχολογική ανάλυση) είναι εξαιρετική άσκηση, θεραπεία, αλλά και διασκέδαση.
Γνωρίζουμε ότι από την αρχαιότητα η σχέση ανάμεσα στη δραματική έκφραση και τη θεραπευτική διαδικασία ήταν αποδεκτή και αναγνωρίσιμη. Δίπλα ακριβώς από το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου υπήρχε ένα θεραπευτήριο και συχνά η λειτουργία του ήταν συμπληρωματική, καθώς οι ασθενείς συμμετείχαν κάποιες φορές στον χορό της τραγωδίας. Η θεραπευτική απελευθέρωση από πάθη ήταν μέρος της τελετουργικής διαδικασίας, μέσω της οποίας η κοινότητα μπορούσε να συμβιβαστεί με τις απογοητεύσεις και τις δυσκολίες των αγώνων της για επιβίωση σε έναν μπερδεμένο και συχνά εχθρικό κόσμο με τις απώλειες και τις νίκες του, τις χαρές και τις λύπες του, τις καταστροφές και τους θριάμβους του. Ο Αριστοτέλης είχε ονομάσει αυτή την απελευθέρωση της έντασης «κάθαρση παθών».
Ακόμα και για την ερασιτεχνική ενασχόληση με το θέατρο χρειάζεται να έχει κανείς αγάπη για την τέχνη, το διάβασμα, τον λόγο και γενικότερα για τις τέχνες. Το θέατρο βοηθά στο να αποκτήσει κανείς καλή εκφορά του λόγου, ικανότητα στη συγκρότηση της σκέψης για να αναλύσει τον χαρακτήρα που υποδύεται και γενικότερες γνώσεις, καλλιτεχνικές ή μη, γιατί η θεματολογία είναι τεράστια. Η γνώση και η εμπειρία και μάλιστα η εμπειρία ζωής είναι εξαιρετικής σημασίας, ιδιαίτερα αν συνδυάζεται με την καλλιέργεια του πνεύματος. Αλλά τίποτα δεν είναι απολύτως απαραίτητο για να ξεκινήσει κανείς να ασχολείται ερασιτεχνικά με το θέατρο εκτός φυσικά από την αγάπη γι’ αυτό.
Ο χρόνος που θα αφιερώσεις σε αυτό εξαρτάται από σένα, αλλά και από το πρόγραμμα της ομάδας στην οποία θα μπεις. Τον χρόνο σίγουρα θα τον βρεις. Δεν είναι ακριβό να ασχοληθεί κανείς ερασιτεχνικά με το θέατρο. Υπάρχουν θεατρικά εργαστήρια και πολλές θεατρικές ομάδες με μικρό μηνιαίο κόστος και κάποιες που δέχονται νέα μέλη ακόμα και δωρεάν. Υπάρχουν επίσης θεατρικές ομάδες σε πολλούς δήμους. Κάποια σεμινάρια πληρώνονται. Για όλα αυτά βρίσκει εύκολα κανείς πληροφορίες στο διαδίκτυο.
Δεν υπάρχει περιορισμός στην ηλικία αν θέλει κάποιος να ασχοληθεί με το θέατρο ερασιτεχνικά. Επαγγελματικά, επειδή χρειάζονται δυνάμεις, η ηλικία ίσως να παίζει ρόλο. Αλλά οι κανόνες στην τέχνη σπάνε. Οπότε δοκίμασε. Εσύ μόνο ξέρεις.
Παναγιώτης Δορλής,
Ηθοποιός, σκηνοθέτης, facilitative teacher, using the arts in working with groups
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.