Οι οφειλές προς τις τράπεζες, οι οποίες ακόμα και τώρα διατηρούν υψηλά επιτόκια και υψηλές προμήθειες, και οι φορολογικές υποχρεώσεις είναι οι δύο σημαντικότεροι ανασταλτικοί παράγοντες που εμποδίζουν την ανάκαμψη και την εξέλιξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη Μαγνησία σύμφωνα με τα πορίσματα της έκτης κατά σειρά έρευνας αποτύπωσης της οικονομικής πραγματικότητας που διεξήγαγε η Ομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών & Εμπόρων Νομού Μαγνησίας (ΟΕΒΕΜ).
Βασικό συμπέρασμα της έρευνας είναι επίσης η παγίωση της διαμόρφωσης επιχειρήσεων τριών ταχυτήτων στην περιοχή, αλλά και τα υψηλά ποσοστά ανεργίας στους νέους μεταξύ 18 και 35 ετών.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι δείκτες οφειλών προς τράπεζες και προς τον ΟΑΕΕ κινούνται ανοδικά σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2018, ενώ σχεδόν διπλάσιο σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2016 παραμένει από τον Απρίλιο του 2017 μέχρι σήμερα το ποσοστό των επιχειρήσεων με οφειλές προς ΙΚΑ/ΕΦΚΑ.
Σταθερά υψηλό παραμένει επίσης το ποσοστό των επιχειρήσεων (έξι στις δέκα) που θεωρούν ότι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους στο επόμενο τρίμηνο/τετράμηνο (61% έναντι 57% τον Απρίλιο του 2018). Την ίδια ώρα αυξάνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που χάνουν ρύθμιση των οφειλών τους λόγω αδυναμίας κάλυψής της, το οποίο ανέρχεται πλέον σε 44% έναντι 31% τον Απρίλιο του 2018 και 35% τον Οκτώβριο του 2016.
Παράλληλα οι επιχειρήσεις εκφράζουν απαισιοδοξία για θετική αλλαγή μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, καθώς καμία βελτίωση δηλώνει ότι περιμένει το 45% του δείγματος, μικρή μόνο βελτίωση αναμένει το 55% και μεγάλη βελτίωση απολύτως καμία (0%), ενώ σταθερά οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις δεν αναμένουν βελτίωση της οικονομικής κατάστασης στο επόμενο τετράμηνο.
Αρνητικές ως προς την προοπτική βελτίωσης είναι επίσης οι προσδοκίες τους και όσον αφορά στον τελευταίο ανασχηματισμό της κυβέρνησης, καθώς το 73% απαντά αρνητικά στη σχετική ερώτηση, ενώ αναιμικό παραμένει, με τάση μάλιστα πρόσθετης επιδείνωσης, το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνουν ότι θα προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις (11% τον Αύγουστο του 2018 έναντι 14% τον Απρίλιο του 2018).
Όσον αφορά στους τζίρους, ποσοστό 60% δηλώνει και πάλι ότι υπέστη νέα μείωση τζίρου στο εξεταζόμενο τετράμηνο (61% τον Απρίλιο του 2018), ενώ μειώνεται το ποσοστό όσων δηλώνουν στασιμότητα τζίρου από 18% τον Απρίλιο του 2018 σε 11% τον Αύγουστο του 2018 και αυξάνεται το ποσοστό όσων δηλώνουν αύξηση τζίρου σε 29% τον Αύγουστο του 2018 έναντι 21% τον Απρίλιο του 2018. Η αύξηση αυτή αποδίδεται στο ότι η έρευνα αφορούσε στους θερινούς μήνες, καθώς η Μαγνησία είναι τουριστική περιοχή, χωρίς όμως –σημειωτέον– η αύξηση του τουρισμού που καταγράφηκε φέτος να επιφέρει αντίστοιχη άνοδο τζίρων. Μόλις τρεις στις δέκα επιχειρήσεις εξάλλου αναφέρουν θετική επίδραση του τουρισμού στην αύξηση του τζίρου τους.
Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι επίσης το γεγονός ότι ποσοστό 39% του δείγματος, έναντι 37% τον Απρίλιο του 2018, δηλώνει ότι έχει άνεργο μέλος στο νοικοκυριό του, με υψηλό ποσοστό ανεργίας (οι επτά στους δέκα) στις πιο παραγωγικές ηλικίες (18 έως 35 ετών).
Προτάσεις
Δεδομένης της καθοδικής πορείας του βιοτεχνικού/μεταποιητικού τομέα, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΟΕΒΕΜ κ. Τρύφωνα Πλαστάρα, βάσει των συμπερασμάτων της έρευνας απαιτούνται μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων που έχουν να κάνουν με την παραγωγή.
Αναλυτικότερα, προκύπτουν τρία «είδη» επιχειρήσεων:
- Η μειοψηφία των επιχειρήσεων (τέσσερις στις δέκα) που δεν έχουν πρόβλημα ως προς τις υποχρεώσεις τους, οι οποίες θα πρέπει να υποστηριχθούν από φορείς και δομές στην ανεύρεση νέων αγορών.
- Οι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε μέση κατάσταση και θα πρέπει να υποστηριχθούν σε όλα τα επίπεδα (νομικό, οικονομικό, παραγωγικό).
- Οι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε δεινή κατάσταση (αρκετές από αυτές εξαιτίας της κρίσης), για τις οποίες θα πρέπει να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί η οικογενειακή σχέση μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων. Αρκετοί εργοδότες εις βάρος και των ίδιων των επιχειρήσεων και των οικογενειών τους λόγω της σχέσης αυτής δεν προβαίνουν σε απολύσεις.
Οι πέντε στις δέκα επιχειρήσεις (συγκεκριμένα ποσοστό 48%) προτείνουν ως πιο αναπτυξιακό μέτρο τη μείωση της φορολογίας (άμεσης και έμμεσης), ενώ το 22% ζητά δημιουργία/αύξηση αφορολόγητου ορίου, το 16% μείωση του κόστους ενέργειας και το 14% μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Οι επιχειρήσεις του δείγματος προτείνουν αναλυτικότερα:
- Δημιουργία ακατάσχετου επαγγελματικού τραπεζικού λογαριασμού προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα στην αγορά, η κάλυψη των υποχρεώσεων και η επαναφορά της κανονικότητας στις επιχειρήσεις, δεδομένου ότι πάρα πολλές συναλλαγές πλέον πραγματοποιούνται με κάρτα και e-banking.
- Διαμόρφωση συνθηκών και όρων πιο προσιτών προκειμένου να μπορούν περισσότεροι να ενταχθούν στον εξωδικαστικό μηχανισμό.
- Σταδιακή αποκλιμάκωση των φορολογικών συντελεστών είτε για άμεσους είτε για έμμεσους φόρους, κάτι που θα σημάνει τη διεύρυνση της καταναλωτικής ικανότητας των ιδιωτών και ταυτόχρονα τη δημιουργία μεγαλύτερου «πορτοφολιού» για τις επιχειρήσεις με ευνοϊκές συνθήκες.
- Άμεση θέσπιση των 120 δόσεων για παλαιότερες οφειλές σε σχέση και συνάρτηση με εισοδηματικά κριτήρια, τα οποία θα επιτρέπουν τη διεύρυνση των δόσεων.
- Δημιουργία αφορολόγητου και για τις επιχειρήσεις προκειμένου να ανατραπούν τα χαμηλά ποσοστά επενδυτικής δραστηριότητας που παρατηρούνται και στην παρούσα έρευνα.
- Ειδική και εξειδικευμένη υποστήριξη (κατά περίπτωση) για κάθε μία από τις τρεις περιπτώσεις των επιχειρήσεων που σημειώθηκαν παραπάνω.
- Δημιουργία δομών για επαγγελματικό προσανατολισμό από τα σχολεία, δεδομένου ότι τα ποσοστά ανεργίας σε ηλικίες 18-35 είναι σοκαριστικά. Οι δομές αυτές πρέπει να καθοδηγούν τους νέους προς παραγωγικούς και καινοτόμους κλάδους/τομείς.
Η 6η έρευνα της ΟΕΒΕΜ διεξήχθη με την οικονομική υποστήριξη της Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας και του Επιμελητηρίου Μαγνησίας, αφορά στο τετράμηνο Μαΐου-Αυγούστου 2018 και πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 234 επιχειρήσεων επί συνόλου 1.270 επιχειρήσεων.
Πηγή: 6η Έρευνα Αποτύπωσης Οικονομικών Στοιχείων των Τοπικών Επιχειρήσεων της Μαγνησίας, ΟΕΒΕΜ