Όσο κι αν ψάχνει κανείς τις απάτες που έχει σκαρφιστεί ένας ανθρώπινος εγκέφαλος εις βάρος τρίτων, φαίνεται πως δεν στερεύει το υλικό και οι περιπτώσεις δεν παύουν να εντυπωσιάζουν. Ούτε μία ούτε δύο λοιπόν είναι οι ιστορίες των ανθρώπων που με τα ψέματα όχι απλώς έβγαλαν χρήματα και αποκόμισαν δόξα, αλλά το όνομά τους έμεινε γνωστό στην ιστορία για πολλά χρονιά. Στο παρόν φύλλο συγκεντρώσαμε τη χρυσή πεντάδα της απάτης και σας την παρουσιάζουμε.
Βίκτορ Λάστινγκ
Ο Βίκτορ Λάστινγκ ή αλλιώς Κόμης, όπως ήθελαν να τον αποκαλούν, γεννήθηκε το 1890 στην τότε Αυστροουγαρία κι έκανε την απάτη επάγγελμα. Ήταν το 1925, όταν υπέπεσε στην αντίληψή του ότι συζητείτο το ενδεχόμενο κατεδάφισης του Πύργου του Άιφελ στο Παρίσι εξαιτίας του μεγάλου κόστους επισκευής. Ο Λάστινγκ, αδράχνοντας την ευκαιρία, αναλαμβάνει δράση.
Πρώτο βήμα, βαπτίζει τον εαυτό του αναπληρωτή γενικό διευθυντή του υπουργείου Αλληλογραφίας και Τηλεγραφημάτων. Στα επόμενα βήματα ο Κόμης ορίζει ραντεβού με τους μεγαλύτερους εμπόρους παλιοσίδερων στο Παρίσι. Στις συναντήσεις του αυτοπροσδιορίζεται ως εντολοδόχος της κυβέρνησης και τους ενημερώνει πως θα έδινε τα δικαιώματα κατεδάφισης του Πύργου σε αυτόν που θα έδινε τα περισσότερα χρήματα, διευκρινίζοντάς τους πως οι διαπραγματεύσεις τους κινούνται κάτω από άκρα μυστικότητα υπό τον φόβο αντιδράσεων. Ωστόσο ο Λάστινγκ επέλεξε κάποιον ονόματι Αντρέ Ποασόν, που έμοιαζε πιο εύπιστος, και όχι εκείνον που του έκανε την πιο συμφέρουσα προσφορά. Λίγες μέρες αργότερα ο Λάστινγκ διέφυγε στη Βιέννη κατά πολλά φράγκα πλουσιότερος, αφήνοντας στα κρύα του λουτρού τον αγοραστή του Πύργου.
Η καριέρα του Λάστινγκ όμως δεν σταμάτησε εκεί με μία σειρά εξαπατήσεων που έστηνε κάθε φορά, προσπαθώντας να μεγιστοποιήσει τα άκοπα κέρδη του. Δέκα χρόνια αργότερα, βρισκόμενος στην Αμερική, συνελήφθη και φυλακίστηκε για 20 χρόνια για κάποιες από τις απάτες αυτές. Στη φυλακή φίλος του δεν ήταν άλλος από τον διάσημο Αλ Καπόνε. Ο Λάστινγκ δεν δίστασε ούτε τον διαβόητο φίλο του να παραπλανήσει, καθώς του ζήτησε 50.000 δολάρια για να χρηματοδοτήσει μία απάτη του, υποσχόμενος πως, αν αποτύχει, θα του επιστρέψει στο ακέραιο το ποσό. Λίγο καιρό αργότερα ο Κομης επιστρέφει τα χρήματα στον Αλ Καπόνε, ο οποίος του έδωσε 1.000 ευρώ ως επιβράβευση για την εντιμότητά του. Τότε ο Λάστινγκ τού αποκάλυψε πως δεν είχε καμία κομπίνα κατά νου, απλώς ήθελε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του, αλλά και το χρηματικό δωράκι του φίλου του. Ο ευφυέστατος Λάστιν άφησε την τελευταία του πνοή στις φυλακές της Αμερικής.
Φρανκ Αμπενέιλ Τζούνιορ
Ο άνθρωπος που έμεινε στην ιστορία ως ο μεγαλύτερος απατεώνας της δεκαετίας του 1960 και η ζωή του έγινε ταινία, καθώς είχε έναν βίο καθ’ όλα εντυπωσιακό. Ο Φρανκ Αμπενέιλ Τζούνιορ έκανε τα πρώτα του βήματα υπογράφωντας ακάλυπτες επιταγές, ενώ στη συνέχεια τύπωσε και το δικό του, πλαστό βεβαίως, μπλοκ, ενώ κέρδισε πάνω απο 40.000 δολάρια τυπώνοντας τον αριθμό του λογαριασμού του πάνω σε διάφορες καταθεσεις τραπεζών. Μέτρησε 2 χρόνια από τη ζωή του υποδυόμενος τον πιλότο και πραγματοποιώντας πάνω από 250 ταξίδια ανά τον κόσμο. Αργότερα βαφτίστηκε παιδίατρος και εργάστηκε για σχεδόν 1 χρόνο σε νοσοκομείο της Τζόρτζια. Δεν δίστασε ακόμη να πλαστογραφήσει πτυχίο νομικών σπουδών με το όνομά του, ασκώντας το επάγγελμα του δικηγόρου στην πολιτεία της Λουιζιάνα. Μέσα σε μία πενταετία λανσάρησε 8 διαφορετικές ταυτότητες, έναν σωρό ψεύτικα ονόματα, υπέγραψε και δέχθηκε επιταγές 2,5 εκατομμυρίων δολαρίων και ταξίδεψε σε 26 χώρες. Τα λεφτά που κέρδιζε από τις διάφορες απάτες και πλαστογραφιές τα επένδυε στη μεγάλη ζωή, σε ακριβά ρούχα, πολυτελή εστιατόρια και σε καλίγραμμες παρουσίες.
Δεν άργησε η ώρα όμως που οι αρχές τον ανακάλυψαν και γρήγορα είδε τη ζωή του πίσω από τα κάγκελα της φυλακής. Ωστόσο η προϋπηρεσία του ως πλαστογράφου δεν θα μπορούσε να μείνει ανεκμετάλλευτη από τις αρχές. Έτσι το FBI τον έθεσε άμισθο σύμβουλό του για υποθέσεις πλαστογραφίας. Είναι αξιοσημείωτο πως έβγαλε και νόμιμα χρήματα από μια εταιρία που έφτιαξε ο ίδιος, καθώς και από τα δικαιώματα της ταινίας που βασίστηκε στη ζωή του «Πιάσε με, αν μπορείς».
Κρίστοφ Τιερί Ροκανκούρ
Το ρητό «άλλο το φαίνεσθαι και άλλο το είναι» φαίνεται πως βρίσκει το νόημά του στην περίπτωση του Τιερί Ροκανκούρ. Ο Κρίστοφ Τιερί Ροκανκούρ με ιερόδουλη μητέρα και πατέρα εξαρτημένο από το αλκοόλ, που στα 5 του τον έβαλε σε ορφανοτροφείο, σίγουρα δεν είχε τα φόντα γόνου εύπορης οικογένειας. Όμως θα έκανε τα πάντα για να αναστρέψει την πορεία του.
Το βάπτισμα του πυρός στον χώρο της κομπίνας το έλαβε σε μικρή ηλικία πουλώντας ένα οικόπεδο που δεν του ανήκε έναντι 1,4 εκατομμυρίων δολλαρίων. Λίγο αργότερα φεύγει από το Παρίσι, όπου ζούσε, για την Αμερική με σκοπό να χτίσει εκεί την καριέρα του. Στις Η.Π.Α. άλλαζε τις ταυτότητες σαν τα πουκάμισα. Υποδύθηκε άλλοτε τον παραγωγό ταινιών και άλλοτε των πρωταθλητή του μποξ. Δεν δίσταζε στις παρέες που συναναστρεφόταν να αναφέρεται στους διάσημους συγγενείς του, όπως στη μητέρα του Σοφία Λόρεν ή στον θείο του Όσκαρ ντε λα Ρέντα, προσδίδοντας άλλη αίγλη στο «εγώ» του.
Παντρεύτηκε τη Ρία Ρέγιες, με την οποία απέκτησε έναν γιό, ενώ ένα διάστημα συγκατοικούσε και με τον Μίκι Ρουρκ, ενώ συνέχιζε να εξαπατεί εισπράττοντας ποσά από ανύπαρκτες επενδύσεις.
Βεβαίως τέτοιος βίος δεν θα μπορούσε να μην καταγραφεί, έτσι ο Τιερί Ροκανκούρ έγραψε την αυτοβιογραφία του όταν βρισκόταν στον Καναδά, όπου είχε διαφύγει με σκοπό να αποφύγει τα εντάλματα σύλληψης που είχαν εκδόσει οι αρχές των Η.Π.Α. εις βάρος του. Εν τέλει έπεσε στα δίχτυα των αρχών, έχοντας βγάλει έως τότε πάνω από 40 εκατομμύρια δολάρια.
Ντέβιντ Χάμπτον
Ο πρωταγωνιστής της συγκεκριμένης υπόθεσης φέρει το όνομα Ντέβιντ Χάμπτον και η ιστορία του ως απατεώνα ξεκίνησε εξαιτίας της δυσκολίας που είχε να εισέλθει στο πασίγνωστο κλαμπ της Νέας Υόρκης Studio 54. Έτσι ο Χάμπτον πλαστογράφησε τα στοιχεία του βάζοντας στο όνομα πατρός το όνομα του Σίντνεϊ Πουατιέ. Έτσι αναίμακτα άνοιξαν οι πόρτες του Studio 54, αλλά και η δεύτερη ζωή του Χάμπτον ως διάσημου γιου του Πουατιέ. Τη νέα του ταυτότητα την εκμεταλλέυτηκε όχι απλώς για να επισκέπτεται διάφορα πολυτελή εστιατόρια, αλλά και για πείσει διάφορα άτομα να τον φιλοξενούν στο σπίτι τους και να τους αποσπά μεγάλα χρηματικά ποσά. Ανάμεσα σε όσους παραπλάνησε ήταν και μεγάλα, γνωστά ονόματα, όπως η Μέλανι Γκρίφιθ. Λίγα χρόνια αργότερα οι αρχές τον έπιασαν και του επέβαλαν πρόστιμο της τάξης των 4.500 χιλιάδων δολαρίων για τα θύματά του. Ο Χάμπτον προσβλήθηκε από τον ιό του AIDS και απεβίωσε.
Μilli Vanilli
Στην παρούσα περίπτωση δεν αναφερόμαστε σε έναν απατεώνα, αλλά στο ντουέτο μία απάτης. Οι Milli Vanilli είναι το συγκρότημα που έγινε γνωστό τη δεκαετία του 1980 και απαρτιζόταν από τους Φαμπ Μόρβαν και Ρομπ Πιλάτους. Το συγκρότημα από νωρίς έκανε επιτυχίες, κερδίζοντας ακόμη και το βραβείο Grammy για πρωτοεμφανιζόμενο καλλιτέχνη, ενώ από τη δεκαετία του 1990 μπήκε σε τροχιά για διεθνή καριέρα. Η ανοδική πορεία των Milli Vanilli κόπηκε απότομα όταν σε ένα live, που ηχογραφούσε και το MTV, ο δίσκος κόλλησε, αποκαλύπτοντας όχι απλώς ότι ήταν play-back, αλλά πως ο πραγματικός τραγουδιστής των κομματιών του συγκροτήματος ήταν ο Φρανκ Φάριαν, ενώ οι Μόρβαν και Πιλάτους δεν είχαν τραγουδήσει ποτέ ούτε νότα! Το αποτέλεσμα βεβαίως ήταν να τους πάρουν πίσω το βραβείο Grammy, ενώ κατατέθηκαν πάνω από 26 μηνύσεις εις βάρος αυτών και της δισκογραφικής εταιρίας τους.
Σοφία Γκοτσοπούλου,
Διευθύντρια Πωλήσεων – Skywalker.gr