sel.10_team.jpg

Το θέμα με τις μεταβιβάσιμες δεξιότητες και την απόκτησή τους μέσα από την ανώτατη εκπαίδευση έχει αρχίσει εδώ και πολύ καιρό να απασχολεί την παγκόσμια εκπαιδευτική κοινότητα και θεωρώ ότι θα πρέπει και εμείς στη χώρα μας να το αντιμετωπίσουμε διεξοδικά και ουσιαστικά.

Η λέξη «δεξιότητα» (skill) σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων σημαίνει «την ικανότητα να εφαρμόζεις τη γνώση και να χρησιμοποιείς τεχνικές και εμπειρία (know-how) ώστε να ολοκληρώνεις τα καθήκοντά σου και να επιλύεις προβλήματα». Στο ίδιο πλαίσιο οι δεξιότητες ορίζονται ως:

α) «Γνωστικές» και περιλαμβάνουν τη χρήση της λογικής, της διαίσθησης και της δημιουργικής σκέψης.

β) «Πρακτικές» και περιλαμβάνουν τη χειρωνακτική επιδεξιότητα και τη χρήση μεθόδων, υλικών, εργαλείων και οργάνων.

Ένας ακόμη όρος που χρησιμοποιείται ευρύτατα και πολλές φορές εκ περιτροπής με τον όρο «δεξιότητα» είναι ο όρος «competence» που μεταφράζεται ως «ικανότητα, επάρκεια, αρμοδιότητα». Πάλι σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων σημαίνει την «αποδεδειγμένη ικανότητα να χρησιμοποιείς τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις προσωπικές, κοινωνικές και μεθοδολογικές ικανότητές σου, στην εργασία ή σε άλλο πεδίο, ώστε να υποστηρίζεις την επαγγελματική και την προσωπική σου ανάπτυξη». Ο όρος «ικανότητα - επάρκεια» περιλαμβάνει και τις έννοιες της υπευθυνότητας και της αυτονομίας, καθώς και τις έννοιες της αξίας και της στάσης - συμπεριφοράς.

Η προηγούμενη ανάλυση των όρων είχε ως σκοπό να μας εισάγει στο κυρίως θέμα που είναι κατά πόσο και για ποιο λόγο είναι απαραίτητη η διδασκαλία δεξιοτήτων και ικανοτήτων στην ανώτατη εκπαίδευση των νέων επιστημόνων και όχι αποκλειστικά και μόνο των τεχνικών-επιστημονικών γνώσεων.

Η παγκόσμια οικονομία κάτω από το βάρος της παγκοσμιοποίησης έχει αλλάξει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι διάφοροι επαγγελματίες συναλλάσσονται και ενεργοποιούνται. Νέες ανάγκες έχουν αναδυθεί για γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες. Στον τομέα της οικονομίας, της διοίκησης των επιχειρήσεων αλλά και του μάρκετιγκ, της πληροφορικής και των μεταφορών, τα στελέχη των επιχειρήσεων, όπως και όλοι οι εργαζόμενοι απαιτείται να διαθέτουν ιδιαίτερες ικανότητες και γνώσεις για να ανταποκριθούν και να υποστηρίξουν την επιβίωση της επιχείρησης στην οποία εργάζονται. Οι επιχειρήσεις πλέον στο πλαίσιο του ανταγωνισμού, προσφέρουν όλο και λιγότερο χρόνο και χρήμα για να εκπαιδεύσουν τα στελέχη τους. Η παγκόσμια οικονομία που έχει πλέον χαρακτηριστεί ως η «οικονομία της γνώσης», η ανάπτυξη της «εργασίας της γνώσης» (knowledge work) και της απασχόλησης των υψηλών δεξιοτήτων είναι πλέον γεγονός. Η οικονομία της γνώσης έχει άμεση συσχέτιση και εξάρτηση με την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Ενώ στο παρελθόν οι απόφοιτοι (π.χ. της διοίκησης επιχειρήσεων, της πληροφορικής κ.λπ.) προσλαμβάνονταν ως πολλά υποσχόμενοι «τεχνοκράτες», τώρα ζητείται από αυτούς να γίνουν οι «επαγγελματίες της γνώσης», οι συμμετέχοντες και οι άμεσα συνεισφέροντες στην ομάδα των διοικούντων την επιχείρηση. Η βιομηχανία, οι υπηρεσίες και γενικά οι επιχειρήσεις κινούνται σε ένα διαφορετικό επίπεδο ισορροπίας με κατεύθυνση από τις χαμηλές δεξιότητες προς τις υψηλές δεξιότητες.. Είναι προφανές ότι για να ανταποκριθούν οι απόφοιτοι στις νέες απαιτήσεις θα πρέπει να λάβουν και μία διευρυμένη εκπαίδευση.

Η εκπαίδευση των νέων οφείλει, σύμφωνα με τις έρευνες και τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας να αποτελείται από τρεις ισοδύναμους πυλώνες, ώστε να είναι αποτελεσματική, πλήρης και να υποστηρίζει την απασχολησιμότητα:

  • τις γνώσεις (τεχνικές και επιστημονικές γνώσεις - hard skills and knowledge),
  • τις οριζόντιες ή ήπιες δεξιότητες και ικανότητες (προσωπικές, διαπροσωπικές, επικοινωνιακές, επαγγελματικές - soft or professional skills) και
  • το «βάπτισμα» στον πραγματικό εργασιακό χώρο, την πρόγευση της επαγγελματικής ζωής, δηλαδή μία ελάχιστη εργασιακή εμπειρία μέσω της πρακτικής άσκησης (internships / work - placements), ώστε να διευκολυνθεί και να προετοιμαστεί η ομαλή μετάβαση στην αγορά εργασίας.

Ποιες άραγε είναι οι γνώσεις, οι δεξιότητες και οι ικανότητες που αναζητούν οι επιχειρήσεις από τους αποφοίτους και πόσο είναι ικανοποιημένοι οι εργοδότες από αυτούς; Είναι προφανές ότι όσο περισσότερα γνωρίζουμε για το τι ζητούν οι επιχειρήσεις, τόσο καλύτερα θα «εξοπλίσουμε» τους αποφοίτους μας από πλευράς γνώσεων και δεξιοτήτων.

Η δυνατότητα και η ικανότητα για εύρεση εργασίας είναι πολύ σύνθετη έννοια και αποτελείται από πολλές συνιστώσες. Από τη διεθνή βιβλιογραφία διαπιστώνεται ότι οι ήπιες ή οριζόντιες ικανότητες θεωρούνται πλέον εξίσου αναγκαίες με τις τεχνικές γνώσεις, ώστε να γίνουμε περισσότερο ικανοί να βρούμε αλλά και να διατηρήσουμε την εργασία μας. Σε αυτές περιλαμβάνονται:

  • Επαγγελματισμός και αξιοπιστία
  • Ικανότητα να αντιμετωπίζουμε την αβεβαιότητα
  • Ικανότητα να εργαζόμαστε σε περιβάλλον πίεσης
  • Ικανότητα να προγραμματίζουμε και να σκεφτόμαστε στρατηγικά
  • Ικανότητα για επικοινωνία και διάδραση με τους άλλους
  • Καλές δεξιότητες γραπτής και προφορικής επικοινωνίας
  • Δεξιότητες τεχνολογίας, πληροφορίας και επικοινωνίας
  • Δημιουργικότητα και αυτοπεποίθηση
  • Διαχείριση του εαυτού μας και διαχείριση του χρόνου μας
  • Διάθεση για περαιτέρω μάθηση
  • Διάθεση για αποδοχή ευθυνών

Μία συγκριτική έρευνα μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου, της Αυστρίας, της Σλοβενίας και της Ρουμανίας αναφορικά με την απασχολησιμότητα των αποφοίτων των σχολών διοίκησης επιχειρήσεων έδειξε ότι οι εργοδότες αποζητούν την πρακτική άσκηση του υποψηφίου και μάλιστα σε διεθνή χώρο, ενώ σχετικά με τις διαπροσωπικές δεξιότητες ανέφεραν:

«Είναι σημαντικό οι απόφοιτοι να μπορούν να σκέφτονται μη συμβατικά (out of the box). Έχοντας στην κατοχή τους ένα πτυχίο σημαίνει ότι μπορούν να επιχειρηματολογήσουν» (Ηνωμένο Βασίλειο).

«Η ειδικότητα δεν έχει τόση σημασία. Είναι οι άλλες δεξιότητες που μαθαίνει κανείς στο πανεπιστήμιο και που είναι σημαντικές. Οι αναλυτικές δεξιότητες και οι ικανότητες να λύνεις προβλήματα της καθημερινής ζωής των επιχειρήσεων» (Ρουμανία).

«Προτιμούμε αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, διότι είναι ικανοί να κατανοήσουν και να αναλύσουν σύνθετα γεγονότα» (Σλοβενία).

«Οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης χρειάζονται λιγότερη επιτήρηση και αποζητούν μια εργασία με ευθύνες» (Αυστρία).

«Οι απόφοιτοι πανεπιστημίου είναι πιο ώριμοι και πιο έτοιμοι για εργασία» (Η.Β.).

«Περιμένουμε από τους αποφοίτους να έχουν το “επιχειρηματικό δαιμόνιο”, να είναι προσγειωμένοι στην πραγματικότητα και να εφαρμόζουν τις γνώσεις που απέκτησαν στο πανεπιστήμιο» (Η.Β).

«Η ικανότητα επικοινωνίας είναι πολύ σημαντική, να ξέρουν να γράφουν αναφορές» (Ρουμανία).

«Η ικανότητα να κάνουν παρουσιάσεις είναι τόσο σημαντική όσο και η επικοινωνία» (Αυστρία).

«Είναι σημαντικό οι απόφοιτοι να μπορούν να εργαστούν ως μέλη μιας ομάδας» (Αυστρία).

«Για την πρόσληψη, εκτός των άλλων, αναζητούμε αποδείξεις ότι εργάστηκαν ως μέλη μιας ομάδας στο πανεπιστήμιο» (Η.Β.).

Συμπερασματικά:

  • Λόγω της αυξανόμενης κινητικότητας των αποφοίτων στην Ευρώπη, οι εργοδότες έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν μέσα από μια τεράστια δεξαμενή υψηλών προδιαγραφών αποφοίτων και η κλίμακα ανταγωνιστικότητας στην τρέχουσα αγορά εργασίας έχει φτάσει σε υψηλότατα επίπεδα.
  • Παρά τις κοινωνικό-οικονομικές διαφορές των χωρών που πήραν μέρος στην έρευνα τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά παρόμοια.
  • Απαιτείται ένας συνδυασμός υψηλών γνώσεων ειδικότητας μαζί με βασικές διαπροσωπικές επικοινωνιακές ικανότητες και ένα υψηλό επίπεδο κριτικής ικανότητας, καθώς και αναλυτικών δεξιοτήτων.
  • Αυτό σημαίνει ότι οι απόφοιτοι οφείλουν με την αποφοίτησή τους να είναι «έτοιμοι» για την αγορά εργασίας, εξοπλισμένοι με τις απαραίτητες τεχνικές και διαπροσωπικές ικανότητες και ικανοί να εργάζονται με τη λιγότερη δυνατή επιτήρηση.
  • Η πλειονότητα των αποφοίτων δήλωσαν για τους εαυτούς τους επαρκείς σε θέματα γνώσεων ειδικότητας, ένιωθαν όμως ανεπαρκείς σε θέματα διαπροσωπικών ικανοτήτων.
  • Τα προγράμματα σπουδών οφείλουν να προσαρμοστούν στις ανάγκες της αγοράς εργασίας, ώστε να «παράγουν» αποφοίτους με υψηλό επίπεδο τεχνικών γνώσεων, εξοπλισμένων με τις απαραίτητες επικοινωνιακές δεξιότητες για να μεταδώσουν τις ανάλογες γνώσεις.
  • Όταν τα πανεπιστήμια καταφέρουν να προσφέρουν τον συνδυασμό των τεχνικών και των διαπροσωπικών δεξιοτήτων και γνώσεων, η συνολική ποιότητα της εκπαίδευσης θα έχει ανέβει και θα αποδίδει στην κοινωνία άτομα με πιο ολοκληρωμένες προσωπικότητες.

Γιατί αλλάζουν διαχρονικά οι τάσεις για τις ζητούμενες δεξιότητες των αποφοίτων;

Η απάντηση είναι σχετικά προφανής και σχετίζεται με τη γενικότερη ανάπτυξη και πρόοδο του ανθρώπου σε τομείς, όπως η τεχνολογική πρόοδος, οι οργανωσιακές αλλαγές και οι νέες τάσεις μέσα στις επιχειρήσεις, η παγκοσμιοποίηση και το διεθνές εμπόριο. Σε αυτές θα ήθελα να προσθέσω και τη γενικότερη ευαισθητοποίηση και αναγνώριση από τον σύγχρονο άνθρωπο της σπουδαιότητας του ρόλου της συναισθηματικής νοημοσύνης, ιδιαίτερα στον χώρο της εργασίας του. Το ερώτημα παραμένει κατά πόσο έχουμε συνειδητοποιήσει την επιτακτική ανάγκη διδασκαλίας των ήπιων - οριζοντίων δεξιοτήτων και ικανοτήτων (soft skills and competences) για την πλήρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των νέων επιστημόνων.

Σοφία Ασωνίτου,

Επίκουρη Καθηγήτρια Λογιστικής Εκπαίδευσης,

Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων - Τ.Ε.Ι. Αθήνας,

e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn