Συγκλονισμένοι παρακολουθούμε ανήμποροι (;) τα τηλεοπτικά παράθυρα, που ανοίγουν αδιάντροπα μέσα στα σπίτια μας (πάντα μπορούμε να κλείσουμε την τηλεόραση ή να αλλάξουμε κανάλι ή να βάλουμε τουρκικά σίριαλ…) με κοκορομαχίες της μορφής «εσύ φταις» ή «φταίει το θύμα» ή «φταίει ο στρατηγός άνεμος» ή ο… Χατζηπετρής για τις πυρκαγιές και για τις πλημμύρες.
Από τη Δευτέρα 23 Ιουλίου 2018 οι μόνοι που φαίνεται ότι λυπούνται είναι τα ίδια τα θύματα (οι επιζήσαντες!) και οι πολιτικοί αντίπαλοι. Και οι μόνοι που έδρασαν και δρουν είναι οι αυτενεργούντες πολίτες (ατομικά ή εθελοντικές ομάδες προσκόπων, οδηγών, μέλη του Ερυθρού Σταυρού κ.λπ.) και αυτενεργήσαντες υπηρεσιακοί (αστυνομικοί, λιμενικοί, πυροσβέστες κ.λπ.).
Α, και αν καταλαβαίνω καλά, μέχρι σήμερα Σάββατο 4/8/2018, 13 ημέρες μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές (Κινέτα, Μάτι κ.λπ.) και τις πλημμύρες (Μαρούσι, Χαλάνδρι κ.λπ.) συγνώμη δεν ζήτησε κανείς υπεύθυνος.
Και 5.000 και πλέον εποχικοί πυροσβέστες προσλήφθηκαν στο παρά πέντε της αντιπυρικής περιόδου και κάθονται ανεκπαίδευτοι και χωρίς αντικείμενο, θα μπορούσε να πει κάποιος. Απέτυχαν; Πετυχαίνουν απόλυτα και πολύ σωστά τους στόχους τους αν στόχοι ήταν η πρόσληψη (πελατειακά, ψηφοθηρικά;) και έγινε. Αν στόχος ήταν ο μισθός, πέτυχε απόλυτα. Απλώς δεν είναι συμφωνημένοι οι στόχοι από όλους εμάς τους πολίτες.
Στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία η ευθύνη χάνεται, ενώ οι αντιπρόσωποι είναι εκτεθειμένοι σε διαπλοκές και διαφθορά. Μόνο η άμεση δημοκρατία ή η συμμετοχική δημοκρατία εξασφαλίζουν μεγαλύτερες δυνατότητες συλλογικής δράσης και συνευθύνης με εμπιστοσύνη και αλληλεγγύη.
Δεν βρέθηκαν υπεύθυνοι και βρέθηκαν όλοι σχεδόν οι κατέχοντες θέσεις ευθύνης να είναι ενθουσιασμένοι για την «εξαιρετική» δουλειά τους. Όλοι πέτυχαν τους στόχους τους, μόνο που δεν ξεκαθάρισαν οι στόχοι. Δεν ήταν συμφωνημένοι οι στόχοι με την κοινωνία και τους πολίτες. Αν π.χ. ο στόχος τους ήταν η καταστροφή, τότε ναι, «πέτυχαν». Αν στόχος τους ήταν ο καλός και μεγάλος (πάντα σχετικά) μισθός, τότε ναι, πέτυχαν. Ποιος τελικά ήταν ο στόχος τους; Ποιος ήταν ο στόχος των «εκλεγμένων» αντιπροσώπων στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας; Χωρίς ίχνος άμεσης συμμετοχικής δημοκρατίας;
Διαβάζουμε στο διαδίκτυο, στο Facebook: «Το Μάτι δεν ήταν ποτέ δάσος! Το Μάτι ή Σήθι με περίπου 3.500 στρεμμάτων έκταση παραχωρήθηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο περίπου το 1935 σε πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία (π.χ. Βαρδαξόγλου, Μπούφογλου ή Μπούφης κ.λπ.). Η έκταση χρησιμοποιήθηκε επειδή ήταν εύφορη για καλλιέργεια σιτηρών και αμπελουργία μέχρι τον πόλεμο του 1940, οπότε και εγκαταλείφθηκε μέχρι και το τέλος του Εμφυλίου.
»Με το τέλος του Εμφυλίου η περιοχή σταδιακά σταμάτησε να καλλιεργείται και οι ιδιοκτήτες της περιοχής προχώρησαν (επειδή οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι εκλεγμένοι δεν έκαναν ποτέ μέχρι σήμερα τη δουλειά τους, που ήταν η προστασία του δημόσιου συμφέροντος με τον χαρακτηρισμό της χρήσης γης) σε κατάτμηση και οικοπεδοποίηση των εκτάσεων που κατείχαν, όπως τότε δικαιούνταν. Μάλιστα, για να πετύχουν υψηλότερες τιμές, φύτεψαν στα οικόπεδα πεύκα χωρίς συμβουλές γεωτεχνικών, που δεν χρειάζονται φροντίδα για να μεγαλώσουν.
»Οι γονείς μας και οι παππούδες μας (στρατιωτικοί, δικηγόροι, ελεύθεροι επαγγελματίες, δημόσιοι υπάλληλοι, παπάδες και λοιποί αστοί) αγόρασαν αυτά τα οικόπεδα τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 και περίμεναν να μπει η περιοχή στο σχέδιο, κάτι όμως που δεν έγινε ποτέ παρά τις βεβαιώσεις των τότε πολιτικών. Στην αναμονή αυτή και με τη βεβαιότητα ότι η περιοχή θα ενταχθεί στο σχέδιο πόλης έχτισαν μικρές εξοχικές κατοικίες. Το (υποτιθέμενο;) κράτος και εν αναμονή της ένταξης έδωσε ρεύμα, τηλέφωνο, νερό και ασφαλτόστρωσε την περιοχή, ενώ εισέπραττε όλων των ειδών τους φόρους που έβαζε (δημοτικά τέλη, ΕΝΦΙΑ κ.λπ.).
»Παρ’ όλα αυτά σήμερα και μετά την καταστροφή προσπαθούν να περάσουν την εικόνα ότι είμαστε παράνομοι και καταπατητές και ως εκ τούτου καλά πάθαμε. Όχι, κύριοι, δεν είναι έτσι!» (Theodoros Chorianopoulos, 29/7/2018).
Σε αυτές τις περιοχές έσπερναν πολλοί από το Κορωπί. Κυρίως κριθάρι. Την περιοχή αυτή που κάηκε την έλεγαν Γεροτσακούλι και δεν υπήρχαν πεύκα. Τα πεύκα έγιναν από το 1955 και μετά, που ξεκίνησε η ανοικοδόμηση της Αθήνας και δεν καλλιεργούσαν μετά τα χωράφια. Από τη Ραφήνα έως τη Νέα Μάκρη πήγαιναν πολλοί κτηνοτρόφοι από το Κορωπί τα πρόβατά τους και τα βοσκούσαν.
Γιατί τα παλαιά χρόνια δεν έπιανε φωτιά; Υπήρχαν πρόβατα και δεν έμεναν ξερά χόρτα στη γη, όπως έλεγε ο πατέρας μου. Αυτά τα πρόβατα που υπήρχαν τότε, κυρίως ντόπια πρόβατα, μαυροκέφαλα, ήξεραν να βοσκήσουν. Τώρα μας έφαγαν οι ταΐστρες, οι έτοιμες ζωοτροφές και τα έξοδα. Να σκεφτείς, εμείς είχαμε 1.100 πρόβατα στο Κορωπί. Και φτάναμε μέχρι από την πίσω μεριά του Υμηττού, στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Άλλοι πήγαιναν στον Προφήτη Ηλία και στο Μαυροβούνι, που είναι στην ίδια οροσειρά του Υμηττού.
Η καταστροφή της αττικής γης ξεκίνησε από το 1955, που ξεκίνησε η οικοδόμηση της Αθήνας. Πατήθηκαν όλες οι εκτάσεις. Αυτές οι εκτάσεις που έχουν μείνει γεμίζουν ξερόχορτα (ιδιαίτερα αν έχουμε βροχές τον Ιούνιο) και δεν καθαρίζονται ούτε βόσκονται με ευθύνη των περιοίκων νεοαστών, που δεν θέλουν πρόβατα στο οπτικό πεδίο τους» (Φάνης Λέκκας, κτηνοτρόφος από το Κορωπί, μέλος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Αττικής, Facebook 30/7/2018).
Αν υπάρχουν καλλιέργειες εκεί και εκτροφές ζώων, δεν θα καίγονται οι περιοχές. Είτε γιατί φροντίζονται είτε γιατί δεν υπάρχουν ενδιαφέροντα τσιμεντοποίησης. Με τα παλαιά τσελιγκάτα, τους ιδιότυπους εκείνους συνεργατισμούς ανεκπαίδευτων κτηνοτρόφων, δεν καίγονταν τα βουνά και τα δάση. Τα δάση άρχισαν να καίγονται όταν ανέλαβαν οι συντεχνίες των επιστημόνων δασαρχών και απέβαλαν τη βόσκηση από τα δάση ή αποχαρακτήρισαν δάση για να γίνουν βίλες πλουσίων.
Όμως η χλωρίδα (φυτά) και πανίδα (ζώα) είναι συμβιωτικά και απαραίτητα για την εξασφάλιση της ισορροπίας. Τα ζώα με τη βόσκηση απομακρύνουν την καύσιμη οργανική ύλη κάτω από τα δέντρα, συμβάλλουν στην ευρωστία των δέντρων ή/και άλλων φυτών με την κοπριά και καθαρίζουν έως ένα λογικό ύψος το φύλλωμα των δένδρων από τα χαμηλά κλαδιά. Όλη η διαδικασία λειτουργεί ως καθαρισμός πυρασφάλειας, ενώ ταυτόχρονα ωφελούνται όλοι και το φυσικό περιβάλλον.
Αξίζει να επισημάνουμε ότι η υπερβολική προστασία των μεσογειακών δασών λειτουργεί αντίστροφα. Και αυτό διότι η εγκατάλειψη των δασών συντείνει στη συσσώρευση καύσιμης οργανικής ύλης. Έτσι σε περίπτωση πυρκαγιάς δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα να περιοριστεί η φωτιά. Είναι ανάλογο το φαινόμενο με τη φωτιά σε ένα τσακμάκι ή σε ένα βυτίο βενζίνης. Το τσακμάκι είναι ομόλογο με πυρκαγιά σε καθαρό, βοσκημένο δάσος και το βυτίο βενζίνης είναι ομόλογο με πυρκαγιά σε «προστατευμένο» δάσος χωρίς καμιά φροντίδα.
Υπάρχει πάντα και η περίπτωση σε ένα καιόμενο μεσογειακό δάσος η γρήγορη φωτιά να ζεστάνει απλώς τους σπόρους και τους κάνει να βλαστήσουν, άρα το δάσος ξαναφυτρώνει χωρίς πρόβλημα. Εάν καεί ένα δάσος «προστευόμενο», αφρόντιστο, τότε η φωτιά καίει δυνατά διότι έχει ξερόχορτα, αρπάζουν φωτιά οι κορμοί των δένδρων, αναπτύσσονται υψηλές θερμοκρασίες και οι σπόροι καίγονται, γίνονται κάρβουνο και βέβαια δεν βλασταίνουν.
Σε μια κατοικία που στο έδαφος γύρω της έχει ξερή λεπτή βλάστηση είναι πολύ εύκολο το καλοκαίρι να ξεκινήσει πυρκαγιά που θα θέσει σε κίνδυνο αυτήν, αλλά και τις γειτονικές κατοικίες. Είναι σημαντική η δυνατότητα πρόσβασης των πυροσβεστικών οχημάτων σε αυτήν, η προετοιμασία της κατοικίας και του περιβάλλοντος χώρου από τους ιδιοκτήτες, αλλά και οι ενέργειές τους πριν από και κατά την άφιξη της πυρκαγιάς.
Σε περίπτωση υψηλού δάσους, με δεδομένο ότι δεν επιτρέπεται η αυθαίρετη κοπή δένδρων από τη δασική νομοθεσία, προτείνεται ο καθαρισμός των θάμνων κάτω από τη συστάδα των δένδρων και το κλάδεμα των χαμηλότερων κλαδιών μέχρι ύψος 2,5 μέτρων, πάντα με ενημέρωση της οικείας δασικής Αρχής. Έτσι μειώνεται η πιθανότητα να ανέβει η πυρκαγιά από τα χόρτα και τους θάμνους στα δέντρα.
Εάν υπάρχει ελαιώνας, αμπελώνας, πορτοκαλεώνας κ.λπ., ο καθαρισμός των χόρτων κάνει πολύ δύσκολη την ανάφλεξη και την καταστροφή τους, ενώ προστατεύονται ταυτόχρονα οι παρακείμενες κατοικίες. Γενικά τα ξερά χόρτα πρέπει να κόβονται και να απομακρύνονται. Σε περίπτωση που η κατοικία είναι χτισμένη σε έδαφος με κλίση, ένας φράχτης από σκυρόδεμα προς την κατεύθυνση απ’ όπου αναμένεται η άφιξη πιθανής πυρκαγιάς αυξάνει την ασφάλεια της κατοικίας.
Συνοπτικά, τα αρνητικά χαρακτηριστικά των δρόμων σε περιοχές μείξης δέντρων-οικισμών είναι: στενοί δρόμοι, αδιέξοδοι δρόμοι, δρόμοι με μεγάλη κλίση, κακής ποιότητας οδόστρωμα με λακκούβες ή νεροφαγώματα, έλλειψη θέσεων αναστροφής και έλλειψη σήμανσης στους δρόμους. Τα παραπάνω απαιτούν παρέμβαση της τοπικής αυτοδιοίκησης και της περιφέρειας, αλλά και τη συμβολή των κατοίκων της κοινότητας (σ.σ. τμήματα του κειμένου είναι από το ενημερωτικό φυλλάδιο «Συμβολή στην πρόληψη των δασικών πυρκαγιών με τη μεθοδολογία INCA» του Ινστιτούτου Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, ΕΛΓΟ «Δήμητρα», www.fria.gr).
Θα επανέλθουμε με την ανάγκη για ισόρροπη συμμετοχή όλων των τομέων της οικονομίας και κυρίως με το πώς η λανθασμένη ή ιδιοτελής επιλογή των εκλεγμένων τοπικών «αρχόντων» για τσιμεντοποίηση και για «πόλεμο» και η απομάκρυνση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας από την ύπαιθρο της Αττικής σκοτώνουν ή ακόμα και δολοφονούν τους νεοαστούς κατοίκους και όλη την οικονομία της περιοχής.
Δημήτρης Μιχαηλίδης,
Δημόσια γράφων-«ΑγροΝέα»