topikh-anaptyxh_1012.jpg

 

Ο καθηγητής Άγγελος Τσακανίκας εκ του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στο 2ο Συνέδριο για την Εκμηχάνιση της Ελληνικής Γεωργίας του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Μηχανημάτων (ΣΕΑΜ) (2/12/19, Θεσσαλονίκη) μεταξύ πολλών ενδιαφερόντων στοιχείων της μελέτης «Αγροτικά μηχανήματα και ανταγωνιστικότητα του αγροτικού τομέα στην Ελλάδα» παρουσίασε και το επίπεδο εκπαίδευσης των απασχολουμένων στον πρωτογενή τομέα το 2018 με στοιχεία από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. – προφανώς επίσημα στοιχεία, όχι με τους αδήλωτους εργάτες γης…

Το 39,1% των απασχολουμένων στον πρωτογενή τομέα έχει απολυτήριο μόνο δημοτικού (στην Ελλάδα έχει μόνο απολυτήριο δημοτικού σχολείου το 10,1%), το 20,6% έχει απολυτήριο γυμνασίου (8,7% συνολικά), το 30,4% έχει απολυτήριο λυκείου (34,2% συνολικά), το 4,2% έχει μεταδευτεροβάθμια τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση (9,7% συνολικά), το 4,5% έχει τριτοβάθμια εκπαίδευση (31,3% συνολικά) και το 0,4% έχει μεταπτυχιακό τίτλο (5,9% συνολικά).

Μάλιστα όλη η εκπαίδευση γίνεται με βάση συστήματα αστικού τύπου σχολείων, δηλαδή σχολεία που ωθούν τους μαθητές στον αστικό τρόπο ζωής και εργασίας, όχι στον αγροτικό. Ο αστικός από τον αγροτικό τρόπο ζωής και εργασίας διαφέρει ριζικά. Έτσι, ακόμα και τα λύκεια και η τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση οδηγούν σε αστικά επαγγέλματα και τρόπο ζωής και όχι σε αγροτικά.

Στους αστούς άλλος είναι ο χώρος εργασίας και άλλος ο χώρος ζωής. Συνήθως πρόκειται για 8ωρο και 5ήμερο στην αστική εργασία και weekend και διακοπές στη ζωή. Στους αγρότες πρόκειται για 24ωρο και 7ήμερο διαθεσιμότητας στην εργασία, ενώ η ζωή και η εργασία συμπίπτουν απολύτως στον χρόνο και τον χώρο.

Τα αγροτικά σχολεία θα έπρεπε να ήταν σχολεία μαθητείας, όπου οι μαθητές θα εργάζονταν στα χωράφια ή στις εκτροφές και παράλληλα θα λάμβαναν τις απαραίτητες γνώσεις γι’ αυτά που κάνουν, ενώ θα ζούσαν μέσα ή δίπλα σε αυτές τις εκμεταλλεύσεις.

Αυτό θα μπορούσε να γίνει ή με σχολεία που θα είχαν κανονικές αγροτικές εκμεταλλεύσεις και όπου οι μαθητές θα ζούσαν δίπλα σε αυτές 24 ώρες, άρα θα είχαν οικοτροφεία για τους μαθητές και τις οικογένειες των εκπαιδευτών-καθηγητών. Εκεί θα τους δινόταν η ευκαιρία να δημιουργούν μικρές αγροτικές επιχειρήσεις μικρής διάρκειας (μηνών ή έτους) ώστε να εκπαιδεύονται στην αγροτική επιχειρηματικότητα, τόσο την οικογενειακή (δηλαδή 2-3 μαθητές μαζί), όσο και τη συλλογική (συνεργατική), που μπορεί να γίνει σε επίπεδο τάξης με τις διαφορετικές εκμεταλλεύσεις.

Το ίδιο αγροτικό σχολείο με μαθητεία θα μπορούσε να γίνει με φιλοξενία 2-3 μαθητών σε κάθε αγρόκτημα, που θα πηγαίνουν στο σχολείο 1-2 ημέρες την εβδομάδα. Οι χώροι φιλοξενίας θα μπορούσαν να είναι αγροτουριστικά καταλύματα (ακόμα και με προγράμματα μορφής LEADER), όπου οι μαθητές θα μάθαιναν τόσο από τον αγρότη (με κατάλληλη βοήθεια από το αγροτικό σχολείο), όσο και από τους καθηγητές για τα θεωρητικά αυτές τις 1-2 μέρες.

Αυτή η δεύτερη μορφή δίνει τη δυνατότητα να γίνουν πολλά σχολεία, γιατί δεν απαιτούνται υποδομές με μεγάλο κόστος, χρησιμοποιούνται οι υποδομές των αγροτών, ενώ ταυτόχρονα ανεβαίνει το επίπεδο όλων των αγροτών της περιοχής, καθόσον, για να αξιοποιηθούν ως εκπαιδευτές πρακτικής, θα πρέπει να υποστηριχτούν και βέβαια να γίνουν φορείς εκπαίδευσης οι αγρότες, αρχηγοί αγροτικών εκμεταλλεύσεων της περιοχής. Οι αγρότες που θα φιλοξενούν μαθητές θα παίρνουν μονάδες στα σχέδια βελτίωσης για να εκσυγχρονίζουν τον εξοπλισμό τους και έτσι όλη η αγροτική παραγωγή έχει να ωφεληθεί.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι τα αγροτικά επαγγέλματα (γεωργός, κτηνοτρόφος, ψαράς και δασοκόμος) δεν είναι ελεύθερα επαγγέλματα, αλλά καθαρά επιχειρηματικές μονάδες με υψηλές επενδύσεις (μέσος όρος επένδυσης τουλάχιστον 150.000 ευρώ/επιχείρηση στην ελληνική πραγματικότητα) και πολύ μεγάλες αβεβαιότητες, αφού οι συμβάσεις με τον Θεό είναι απρόβλεπτες.

Οι αγρότες δεν είναι απλώς παραγωγοί, εργάτες γης και καλλιεργητές μέσω επιδοτήσεων, αλλά παράγουν ό,τι θέλει ο καταναλωτής, επομένως πρέπει να γνωρίζουν τεχνικές έρευνας αγοράς και αξιοποίησης των αποτελεσμάτων τους. Επίσης πρέπει να μπορούν να αξιοποιούν αποτελεσματικά και παραγωγικά τις εξελίξεις της επιστήμης και της εφαρμοσμένης έρευνας, η οποία θα έπρεπε να βρίσκεται στην υπηρεσία του αγρότη και όχι… στον κόσμο της, αποκομμένη από τις ανάγκες των αγροτών, ερευνώντας την «επίδραση του πετάγματος της μύγας στη διαμόρφωση αντικυκλώνων στην Ανταρκτική»…

Γιατί όμως δε υπάρχουν σωστά αγροτικά σχολεία; Γιατί δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου αγροτικά σχολεία (μόνο 3-4 αγροτικά σχολεία σε όλη την Ελλάδα); Γιατί, ενώ υπάρχει αυτό ακριβώς το εκπαιδευτικό υπόβαθρο (όπως το έδειξε ο καθηγητής Τσακανίκας), κάποιοι θέλουν να μας πουλήσουν «τεχνολογία» και «καινοτομία» και «information technologies» και «γεωργία ακριβείας» στα 47 στρέμματα μέσο ελληνικό κλήρο, διασπασμένο σε 7 αγροτεμάχια κάθε εκμετάλλευση; Γιατί οι δηλώσεις ΟΔΣΕ δεν γίνονται πιο φιλικές προς τον αγρότη-χρήστη, αλλά συνεπάγονται τέτοια πολυπλοκότητα που συναντάμε μόνο στα σταυρόλεξα, κι έτσι οι αγρότες χάνουν μονίμως επιδοτήσεις γιατί δεν έκαναν «check» σε ένα «κουτάκι»;

Τελικά, παρά τις διαβεβαιώσεις για το ενδιαφέρον όλων για τον αγροτικό κόσμο, μήπως η διαπιστωμένη έλλειψη αγροτικών σχολείων σημαίνει τη διάθεση να μην επιτρέψουμε στους αγρότες να παίζουν τον ρόλο που μπορούν στο ελληνικό κράτος; Μήπως υποδηλώνει τη διάθεση της Εξουσίας να χρησιμοποιούνται οι αγρότες ως συμπλήρωμα και όχι ως πρωταγωνιστές στην πολιτική σκηνή; Μήπως η έλλειψη γενικής εκπαίδευσης και ειδικής αγροτικής εκπαίδευσης κρατά δέσμιους τους αγρότες για να μη διεκδικήσουν ένα καλύτερο επίπεδο ζωής και να απαιτήσουν σεβασμό προς τον πολιτισμό και τον τρόπο ζωής τους;

Διότι, όπως έχει πει ο Νέλσον Μαντέλα (Νόμπελ Ειρήνης 1993): «Education is the most powerful weapon which you can use to change the world» (Η εκπαίδευση είναι το πιο ισχυρό όπλο που μπορείς να χρησιμοποιήσεις για να αλλάξεις τον κόσμο). Αλλά φαίνεται ότι στην Ελλάδα των συντεχνιών ίσως δεν μοιάζει να είναι μια χειροπιαστή προτεραιότητά μας…

Το 2ο Συνέδριο για την Εκμηχάνιση της Ελληνικής Γεωργίας του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Μηχανημάτων (ΣΕΑΜ) ήταν γεμάτο από ανήσυχους αγρότες και αξίζουν συγχαρητήρια στην οργανωτική ομάδα, κυρίως για τους προβληματισμούς που μας έδωσε την ευκαιρία να καταθέσουμε με βάση όσα ακούστηκαν εκεί.

Δημήτρης Μιχαηλίδης

Δημοσιογράφος, συγγραφέας, «Αγρονέα»

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn