Μετά το σοκ στην ελληνική κοινωνία από την πανδημία λόγω κορονοϊού επαναξιολογούνται οι αξίες των ανθρώπων της ελληνικής κοινωνίας και οι προτεραιότητες όλων.
Κατά τη δύσκολη περίοδο της ραγδαίας αύξησης των κρουσμάτων και των θανάτων τον Μάρτιο και Απρίλιο 2020, η υπεύθυνη ελληνική κυβέρνηση έθεσε ως προτεραιότητα την προστασία της ζωής των Ελλήνων πολιτών.
Ήδη από τη Δευτέρα 4 Μαΐου 2020, η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα για την προσπάθεια επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας.
Ο Νίκος, ο πατέρας μου, μoυ έλεγε ότι όταν έχουμε πρόβλημα χρημάτων (σήμερα θα λέγαμε πρόβλημα πόρων) μειώνουμε τα έξοδα και δουλεύουμε περισσότερο ή αναζητούμε δουλειές για να αυξήσουμε τα έσοδα. Εάν δεν βρίσκαμε δουλειές, τότε αναγκαστικά θα τρώγαμε λιγότερο ή θα αφήναμε κάποια έξοδα για αργότερα.
Στην περίεργη σημερινή κατάσταση του ελληνικού κράτους, αφού μοιάζει να έχει κλείσει ο πρώτος κύκλος της πανδημίας του κορονοϊού, ακούει κάποιος όλο και περισσότερες ομάδες που δεν παράγουν τίποτε, να ζητάνε περισσότερες οικονομικές παροχές από το κράτος. Φαίνεται ότι όλοι ξεχνούν ότι το κράτος δεν παράγει πλούτο. Ό,τι έχει, το έχει πάρει (εισπράξει μέσω της φορολογίας) από τους παραγωγικούς πολίτες του.
Ο Γιώργος, ο παππούς μου, έλεγε μια ιστορία (που μπορεί και να μην είναι ακριβής) ότι όταν ήταν κυνηγημένοι και προκειμένου να αποφύγουν τη γενοκτονία έφυγαν από τον Πόντο, έχοντας κάποιες προτεραιότητες, με την παρακάτω απόλυτη σειρά:
Πρώτον να επιζήσουν. Πρώτα ήταν η ζωή.
Δεύτερον να επιβιώσουν, να έχουν τρόφιμα, για να φτάσουν σε ασφαλέστερο τόπο, που στο μυαλό τους ήταν τότε η πατρίδα, η Ελλάδα. Μόνο που η τότε ελληνική κυβέρνηση έχτισε για τους πρόσφυγες από τον Πόντο τη Μακρόνησο. Ναι, αυτή τη γνωστή Μακρόνησο που αργότερα χρησιμοποίησαν τις εγκαταστάσεις της για να υποστηρίξουν τις επιλογές επόμενων κυβερνήσεων.
Και τρίτον να έχουν κάποια χαρτιά (λεφτά, συμφωνίες κ.λπ.) για να οργανώσουν τη νέα τους ζωή, όσοι επέζησαν. Εάν είχαν μόνο μια επιλογή, τότε θα επέλεγαν μόνο να ζήσουν. Εάν είχαν δύο επιλογές θα φρόντιζαν να ζήσουν και μετά να έχουν τρόφιμα για να φτάσουν στην Ελλάδα.
Κλεισμένος πενήντα επτά (57) ημέρες σε ένα διαμέρισμα στα Πατήσια των Αθηνών σκέφτομαι ότι η πανδημία του κορονοϊού επανέφερε στις προτεραιότητες όλων ως πρώτη επιλογή τη ζωή. Η δεύτερη επιλογή, αφού καταφέραμε (;) να επιζήσουμε είναι να εξασφαλίσουμε την τροφή για όλους μας. Και μόνο αφού έχουμε εξασφαλίσει την τροφή για όλους ίσως θα μπορούσαμε να σκεφτούμε για τα χαρτιά, τα λεφτά, τις υπηρεσίες, τις μεταφορές και τον τουρισμό.
Στο Facebook διάβασα αυτές τις ημέρες «εάν ξυπνάς το πρωί και είσαι υγιής, είσαι ήδη πλούσιος». Έπειτα ο πραγματικός πλούτος είναι η εξασφάλιση της τροφής σου, ο πρωτογενής τομέας. Και περιέργως σχεδόν κανένας στην ελληνική πραγματικότητα δεν αναφέρεται ουσιαστικά στον πρωτογενή τομέα. Όλοι διαγωνίζονται να «πάρουν» από το κράτος τα 535, ή τα 600, ή τα 800 ευρώ, να μην πληρώσουν το κράτος, να πάρουν «επιστρεπτέες προκαταβολές», να πάρουν επιδοτούμενα δάνεια 2.000 ή 4.000 ευρώ, να εισπράξουν επιδοτήσεις ή να πάρουν «de minimis». Όλα από το κράτος.
Αλλά το κράτος δεν παράγει κάτι. Τα λεφτά που έχει τα παίρνει από την παραγωγή, κυρίως από την αγροτική παραγωγή και τις υπεραξίες της μεταποίησης, καθώς και από υπηρεσίες προς τρίτους εκτός Ελλάδας (τουρισμός, ναυτιλία, μεταφορές, εμπόριο, software κ.λπ.).
Ο μόνος πραγματικός αναγκαίος πλούτος αυτή τη στιγμή, στην πολεμική εποχή της πανδημίας του κορονοϊού, μετά την υγεία μας, είναι η ελληνική αγροτική παραγωγή, κυρίως για τη διατροφική ασφάλεια των Ελλήνων.
Ο κίνδυνος για έναν «ξαφνικό θάνατο» της πρωτογενούς παραγωγής μεγαλώνει, συμπαρασύροντας και τη διατροφική ασφάλεια του πληθυσμού της χώρας. Και αυτό λόγω του ότι οι Έλληνες αγρότες είναι ανοργάνωτοι (χωρίς συνεταιρισμούς και συλλόγους), διαλυμένοι, ιδιοτελείς, υποταγμένοι σε πελατειακές και κομματικές εξαρτήσεις, τόσο μέσω πολιτικών «νταβατζήδων» όσο και μέσω της υποτίμησης και κοινωνικής απαξίωσης των συμπολιτών αγροτών.
Άκουσα ότι διατέθηκαν 11 εκατ. ευρώ για την προώθηση του «Μένουμε σπίτι» και άλλα 9 εκατ. ευρώ για το «Μένουμε ασφαλείς». Ίσως να είναι έτσι, ίσως και όχι. Αυτό που θα ήταν σημαντικό είναι να υποστηριχθεί η εκστρατεία «Αγοράζουμε ελληνικά τοπικά προϊόντα».
Ο αγρότης, ο φροντιστής του περιβάλλοντος, παίρνει δωρεάν ενέργεια από τον ήλιο, δωρεάν αέρα, χρησιμοποιεί νερό για το οποίο πληρώνει κάτι και παίρνει ιχνοστοιχεία από το έδαφος για να παράγει τα αγροτικά προϊόντα, τον μόνο πραγματικό πλούτο της Ελλάδας. Τεχνητά υποτιμημένο, αλλά πραγματικό πλούτο. Λένε ότι ο πρωτογενής τομέας είναι το 3,8% του ΑΕΠ. Αλλά μετράνε μόνο για παράδειγμα τις ντομάτες που αγοράζει ένας πολίτης να φάει. Δεν μετράνε τη σάλτσα από ντομάτες που υπολογίζεται στη μεταποίηση. Δεν μετράνε τις ντοματοσαλάτες που πουλάνε τα εστιατόρια (που υπολογίζονται στις υπηρεσίες), ούτε τις ντομάτες που τρώνε στα ξενοδοχεία (που υπολογίζονται στον τουρισμό). Εάν τα υπολόγιζαν όλα (πολλαπλασιαστής 5), τότε εξαιτίας της σημερινής αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα, ο Έλληνας θα όφειλε το 20% του σημερινού ΑΕΠ του στον πρωτογενή τομέα.
Σε μελέτη συμβολής του τουρισμού στη Χαλκιδική και στην Πέλλα προέκυψε ότι για κάθε 1 ευρώ που ξοδεύει ο τουρίστας-επισκέπτης στη Χαλκιδική το τελικό φαινόμενο εισόδημα στην Ελλάδα είναι 0,80 € (!) και για κάθε 1 € που ξοδεύει ο τουρίστας-επισκέπτης στην Έδεσσα, το τελικό φαινόμενο εισόδημα είναι 2,5 €. Αυτό, ίσως, σημαίνει για μένα, που δεν καταλαβαίνω τα οικονομικά του «London Schools of Economics», ότι για κάθε ευρώ που ξοδεύει ο τουρίστας στη Χαλκιδική πρέπει εγώ, ο Έλληνας πολίτης, να συνεισφέρω για τη φιλοξενία του 0,20 €! Και αυτό συμβαίνει διότι οι επιχειρηματίες του τουρισμού δεν φροντίζουν να αγοράζουν ελληνικά προϊόντα αλλά στέλνουν τα λεφτά στο εξωτερικό από όπου παίρνουν πρώτες ύλες, προσωπικό και εξοπλισμό. Οι Έλληνες ξενοδόχοι ξοδεύουν το 7% στην Ελλάδα (ειδικότερα στην Κρήτη ξοδεύουν το 13%), την ώρα που οι Ιταλοί ξενοδόχοι αγοράζουν ιταλικά προϊόντα κατά το 70% των εξόδων τους.
Ο πλούτος της Ελλάδας στη σημερινή συγκυρία είναι η πρωτογενής της παραγωγή. Σε έλλειψη πόρων και με υποχρέωση αποκλειστικής μοναδιαίας επιλογής, η επιλογή πρέπει να είναι «πρωτογενής τομέας». Η χαμένη χρονιά (2020) της τουριστικής «βιομηχανίας», ανοίγει τη συζήτηση για νέο παραγωγικό μοντέλο, ασχέτως των σημερινών υποδομών και συγκυριακών εσόδων των τελευταίων δεκαετιών. Επιβάλλεται να προσδιοριστεί η στρατηγική για την αγροτική ανάπτυξη της χώρας και η συνδιαμόρφωση του «Εθνικού Σχεδίου Επενδύσεων Ανασυγκρότησης του Αγροτικού Τομέα», όχι οριζόντιων επιδοτήσεων ψηφοθηρικού προσανατολισμού.
Για την καταγραφή, Δημήτρης Μιχαηλίδης, «Αγρονέα»