Οι τεχνητές ομοιόμορφες πόλεις που ζουν οι σημερινοί αστοί, οι ομοιόμορφοι τρόποι ζωής, οι ομογενοποιημένες τροφές που προμηθεύονται από σχεδόν απολύτως όμοια καταστήματα προσομοιάζουν με εκείνα τα κοτέτσια από τις εφηβικές μου εργασιακές εμπειρίες, που τα προστατεύαμε από ιώσεις με αυστηρή απολύμανση.
Αν μάλιστα προσθέσεις και τη βίαιη μείωση της βιοποικιλότητας και την «ομογενοποιημένη» ζωή στις πόλεις, οι αστοί, οι άνθρωποι των πόλεων είναι εκτεθειμένοι σε «πανδημίες» κάθε φορά που κάποιος ιός ή βακτήριο ή μικρόβιο μπορέσει να περάσει μέσα στον ομογενοποιημένο πληθυσμό.
Τα οικονομικά στοιχεία έδειξαν ότι πέρσι (2019) η εξάρτηση από τον τουρισμό σε μερικά νησιά του Αιγαίου έφτανε μέχρι και 90% (!). Ο «δίμηνος» ελληνικός τουρισμός είναι μια συγκυριακή κατάσταση.
Οι πόλεις (αστικές μεγαλουπόλεις) και ο τουρισμός δεν αποτελούν επαρκή βάση για μακροχρόνιο στρατηγικό αναπτυξιακό προγραμματισμό.
Ο πρωτογενής τομέας που είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ελληνική γη και επιδέχεται μακροπρόθεσμης στρατηγικής αναπτυξιακής αγροτικής πολιτικής αξιοποιείται μόνο κατά 7-13% στον ελληνικό τουρισμό (ενώ τα ιταλικά ξενοδοχεία ξοδεύουν 70%).
Όλοι ανατρέχουμε στην τελευταία σοβαρή δημοσιευμένη μελέτη «Η Ελλάδα 10 χρόνια μπροστά» για τις αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδος, που έγινε τη δεκαετία του 2010 (Οκτώβριος 2011) από τη MacKinsey, όπου αναφέρεται ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα μπορεί να προέλθει από τον πρωτογενή τομέα, από τη μεταποιητική βιομηχανία αγροτικών προϊόντων και από τον τουρισμό.
Ο ελληνικός τουρισμός ακόμα δεν μπόρεσε να εξαρτάται από στερεές μακροχρόνιες επιλογές, παρά το ότι έφτασε να δίνει περί το 10% απευθείας -και με τον πολλαπλασιαστή περίπου το 20%- του ΑΕΠ.
Ο ελληνικός πρωτογενής τομέας καταγράφει 4% απευθείας στο ΑΕΠ, που φτάνει με τον πολλαπλασιαστή να εξαρτάται από τη γεωργία το 20% του ΑΕΠ.
Μετά την πανδημία του κορονοϊού και την ανάγκη για επανεκκίνηση της οικονομίας οι υπεύθυνοι για τον μακροχρόνιο σχεδιασμό της ανάπτυξης της Ελλάδας, τόσο οι εκλεγμένοι στις δομές της εξουσίας όσο και οι εκλεγμένοι στις δομές των πολιτών της αγροτικής κοινωνίας, θα πρέπει να επανακαθορίσουν ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο του τι επιθυμούν οι πολίτες-καταναλωτές και τι μπορούν να προσφέρουν οι πολίτες-αγρότες σε κοινά συμφωνημένες ανταμοιβές και ποιότητα.
Δεν μπορεί ο μέσος αγροτικός μηνιαίος μισθός να είναι περίπου 600 ευρώ, ο μέσος μισθός των ιδιωτικών υπαλλήλων να είναι 1.000 ευρώ και ο μέσος μισθός των δημοσίων υπαλλήλων να είναι 1.200 ευρώ. Ίσως δεν θα μείνει κανένας αγρότης να παράγει τροφές και άλλα αγροτικά προϊόντα.
Επιβίωση και ζωή σημαίνει ισορροπία. Κάθε ανισορροπία οδηγεί σε θάνατο του συστήματος. Σε περιόδους βίαιης αποκατάστασης των ισορροπιών, όπως είναι οι επαναστάσεις και οι πόλεμοι, οι σοβαροί και ψύχραιμοι ηγέτες πρέπει να προετοιμάζουν νέα ισορροπημένα συστήματα, προσβλέποντας στην επιβίωση των κοινωνιών τους. Και σήμερα έχουμε πολεμική περίοδο.
Όλα τα σοβαρά κράτη προετοιμάζονται για τη μετά κορονοϊό εποχή με κατ’ αρχήν φροντίδα για την εξασφάλιση της διατροφικής αυτάρκειάς τους. Ο Νο 1 εξαγωγέας σιτηρών παγκοσμίως, η Ρωσία, πρότεινε (στις 27/3/2020) ποσοστώσεις εξαγωγών σε 7 σιτηρά (σιτάρι, καλαμπόκι, κριθάρι). Ακόμα και η κυβέρνηση των Σκοπίων αποφάσισε την αποθεματοποίηση στο ύψος του 30% σίτου, σικάλεως και αλεύρων που παράχθηκε το 2019.
Με σεβασμό διαβάζουμε και ξαναδιαβάζουμε την επιστολή που έστειλε τον Σεπτέμβριο του 2010 σε όλους ο Δρ Φώτιος Βακάκης (Γεωπόνος-Γεωργοοικονομολόγος) με τίτλο «Η οικονομική κρίση ως ευκαιρία για ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό ανάπτυξης της ελληνικής γεωργίας». Ανάμεσα στο πολυσέλιδο υπόμνημα επισημαίνουμε:
«Τώρα, με την κορύφωση της οικονομικής κρίσης και την ανάγκη επαναπροσδιορισμού των προτεραιοτήτων για ταχύτερη ανάκαμψη, πρέπει να επανορθώσουμε τις παραλείψεις που έγιναν στο παρελθόν, να επανεκτιμήσουμε τις δυνατότητες της χώρας και να οραματιστούμε το μέλλον της ελληνικής γεωργίας με φαντασία και ρεαλισμό. Σήμερα, είμαστε περισσότερο έμπειροι, περισσότερο ευαισθητοποιημένοι στα θέματα της ποιοτικής γεωργίας, της περιβαλλοντικής προσαρμογής, της αειφορίας των φυσικών πόρων και της υγιεινής των τροφίμων».
«Οι αγρότες θα έπρεπε, με ενιαία φωνή, να ζητούν από την πολιτεία όπως οι υπηρεσίες που υποστηρίζουν τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη, να αναπτύξουν δύο παράλληλες στοχευμένες προσπάθειες, τις οποίες οι ίδιοι πρέπει να στηρίξουν με την οργανωμένη ενεργό συμμετοχή τους: Η πρώτη, αφορά την ανάληψη πρωτοβουλίας ώστε με ευρεία πολιτική συναίνεση και συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων της γεωργίας, να προσδιοριστεί η στρατηγική για τη γεωργική ανάπτυξη της χώρας. Η δεύτερη αφορά τον άμεσο σχεδιασμό και εφαρμογή των αυταπόδεικτα τεχνικά εφικτών, οικονομικά βιώσιμων, κοινωνικά αποδεκτών και μεγάλης κλίμακας γεωργικών παραγωγικών επενδύσεων της επόμενης δεκαπενταετίας, με ενιαίο χαρακτηρισμό «Εθνικό Σχέδιο Επενδύσεων Ανασυγκρότησης της Ελληνικής Γεωργίας». Πρόκειται για παρέμβαση “δημοσίου συμφέροντος” και δεν συγκρίνεται ως προς την αποτελεσματικότητα με την οικονομική παροχή που δίνεται συνήθως στους αγρότες ως κίνητρο αναστολής των εκάστοτε κινητοποιήσεών τους, όσο μεγάλη και αν είναι η παροχή αυτή».
Για την καταγραφή, Δημήτρης Μιχαηλίδης, «Αγρονέα»