Με ενδιαφέρον παρακολουθούμε, όσοι θέλουμε και όσοι μπορούμε, τη μονομερή συμμετοχή μας στον αποκλεισμό δρόμων από τους αγρότες, όπως κάνουν τακτικά και οι διαδηλωτές στους κεντρικούς δρόμους των μεγάλων πόλεων της Ελλάδας. Η μόνη διαφορά είναι ότι στις μεγάλες πόλεις πρόκειται για ολιγόωρες ή έστω ημερήσιες (;) δραστηριότητες, ενώ στις αγροτικές κινητοποιήσεις αντιμετωπίζονται πολυήμεροι αποκλεισμοί.
Οι δρόμοι (αστικοί, αγροτικοί ή εθνικοί) είναι το ανάλογο των αρτηριών, που μεταφέρουν το αίμα, τη ζωή, στα διάφορα μέρη του «συνόλου». Ένας αποκλεισμός τους ισοδυναμεί με περιστασιακό έμφραγμα και συνακόλουθα με θάνατο του «συνόλου». Είναι σωτήριος ο αποκλεισμός, αν πρόκειται π.χ. για σταμάτημα αιμορραγίας, και είναι θανατηφόρος, ο ίδιος αποκλεισμός, αν είναι μακροχρόνιος, αν προκαλεί έμφραγμα στο «σύνολο». Άλλο διαμαρτυρία, άλλο διαδήλωση, άλλο συλλαλητήριο, άλλο πρόκληση του ενδιαφέροντος του συνόλου της κοινωνίας, άλλο ο θάνατος του «συνόλου».
Η βασική διαφορά είναι η διαφορά προσέγγισης των ίδιων θεμάτων από δύο διαφορετικούς κόσμους, από τον αγροτικό κόσμο και από τον αστικό χώρο. Αλλά και η ανομία και η σχεδόν πλήρης αδυναμία εφαρμογής ενός στοιχειώδους κράτους δικαίου από μία κυβέρνηση. Η βασικότερη αιτία είναι η μη αναγνώριση του γεγονότος ότι πρόκειται για σύγκρουση δύο πολιτισμών, η σύγκρουση δύο τρόπων ζωής, η σύγκρουση της αυτάρκους αγροτικής κοινωνίας, σε πλήρη αρμονία με το περιβάλλον της, με τον «παρασιτικό» τεχνητό αστικό χώρο.
Για πολλά χρόνια, από την απελευθέρωση της Ελλάδας, μιας Ελλάδας που δεν υπέστη τον διαφωτισμό της Αναγέννησης, ο αστικός χώρος συγκέντρωσε όλες τις υπηρεσίες και τις δραστηριότητες προστιθέμενης αξίας, που ζει και υπάρχει (παρασιτικά ή συμβιωτικά;) μόνο χάρις στη συνεχή τροφοδότησή του από την παραγωγή πλούτου και αξιών από την αγροτική κοινωνία.
Και ενώ ένα κράτος δικαίου θα κατένειμε δίκαια (δηλαδή ηθικά, δηλαδή έτσι ώστε να επιβιώνουν οι κοινωνίες και οι άνθρωποι των κοινωνιών) τον παραγόμενο από τους αγρότες πλούτο, τελικά έχουμε μία πάρα πολύ άνιση κατανομή. Και οι αγρότες τελικά κινδυνεύουν να μην επιβιώνουν.
Εδώ ίσως θα άξιζε να επισημάνουμε ότι δεν κρίνουμε με την παρούσα προσέγγιση την εργασία ή την προσπάθεια του κάθε ανθρώπου ή του κάθε εργαζομένου. Απλώς καταγράφουμε από μια κάποια απόσταση τις καταστάσεις. Όλοι οι εργαζόμενοι δουλεύουν και ιδρώνουν και κάνουν κάτι. Ό,τι και αν κάνουν είναι υπηρεσίες, άρα δεν είναι παραγωγή, είτε είναι παραγωγή προστιθέμενης αξίας, άρα όχι αυτοτελούς αξίας. Μόνο οι αξίες είναι παραγωγή πραγματικού πλούτου ακόμα στη σημερινή κοινωνία. Ίσως σε μία άλλη εποχή να είναι κάτι άλλο οι αξίες. Ίσως…
Όταν οι παραγωγοί πραγματικού πλούτου δεν είναι επαρκώς (και ισότιμα) πλούσιοι, αλλά οι πλούσιοι βρίσκονται στον χώρο της μεταποίησης και των υπηρεσιών, τότε η ανισότητα αναζητεί ευκαιρίες εκτόνωσης ή έστω ευκαιρίες επισήμανσης της ανισότητας.
Ασχοληθείς μερικά χρόνια με κτηνοτρόφους (αιγοπροβατοτρόφους), συνειδητοποίησα ότι η οικονομική τους χρονιά είναι από τον Νοέμβριο έως των Οκτώβριο και όχι από τον Ιανουάριο στον Δεκέμβριο, που είναι η οικονομική χρονιά των αστών. Το ίδιο συμβαίνει και με γεωργούς, όπου η οικονομική χρονιά ολοκληρώνεται με το μάζεμα της σοδειάς. Τώρα μάλιστα που οι ετήσιες επιδοτήσεις από την Κοινή Γεωργική Πολιτική δίνονται τον Οκτώβριο και ολοκληρώνονται τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους, ο οικονομικός απολογισμός μπορεί να γίνει μέχρι το τέλος του χρόνου. Έτσι οι αγρότες μπορούν να έχουν μία αρκετά επαρκή εικόνα των εσόδων και των εξόδων τους και να μπορούν να κάνουν τις εκτιμήσεις τους και να λάβουν τις αποφάσεις τους τέτοια περίοδο, δηλαδή Ιανουάριο με Φεβρουάριο κάθε έτους. Και συζητούν και εκφράζονται όπως θέλουν να εκφραστούν ή να διαδηλώσουν ή ή…
Ο Ιανουάριος, ο Φεβρουάριος και λίγο ο Μάρτιος είναι η περίοδος για κινητοποιήσεις. Λίγο δυσκολεύουν οι αναγκαίες εργασίες στους ελαιώνες τους γεωργούς και οι γεννήσεις αιγοπροβάτων τους κτηνοτρόφους, αλλά οι περισσότεροι αγρότες μπορούν να κάνουν ακριβείς απολογισμούς και να εκτιμήσουν τις αναγκαίες ενέργειες.
Είχα την ευκαιρία το 2016 να κινηθώ σε όλα τα μπλόκα της εθνικής Θεσσαλονίκης – Αθηνών και να σταθώ από 4 φορές σε κάθε μπλόκο και να συζητήσω και να παρακολουθήσω τα τεκταινόμενα. Προσπαθώ να παρακολουθήσω και τι καταγράφεται στις συζητήσεις αγροτών φέτος. Συνδυάζοντας όλα τα παραπάνω με περίπου 220 συμμετοχές σε συζητήσεις (ομιλίες, εκδηλώσεις, σεμινάρια, συνέδρια, επισκέψεις) για αγροτικά θέματα και θέματα τοπικής ανάπτυξης κάθε χρόνο, μπορώ να εκτιμήσω ότι και πάλι οι αγροτικές κινητοποιήσεις έχουν το ίδιο πρόβλημα.
Λείπει ο κοινός παρονομαστής. Λείπει ο κοινός στόχος. Λείπει το σωστό ενδιαφέρον για το μέλλον του αγροτικού κόσμου. Λείπει η οργάνωση. Ίσως λείπει και η διάθεση για συνεννόηση όλων των αγροτών.
Υπάρχει ίσως πολύ ενδιαφέρον για τους αγρότες, όπως άλλωστε υπήρχε και για την κατανομή των άμεσων ενισχύσεων, με αποτέλεσμα να εισπράττουν οι «παλαιοί» αγρότες (ιστορικά δικαιώματα) δυσανάλογα πολλά λεφτά εις βάρος του μέλλοντος του αγροτικού κόσμου και υπέρ των σημερινών «κατεχόντων».
Υπάρχει ίσως πολύ ενδιαφέρον για τους αγρότες με στόχο να τροφοδοτηθούν κομματικές δεξαμενές με μικρούς και αδικημένους αγρότες (πρέπει να υπάρχουν μικροί και αδικημένοι) ακόμα και εις βάρος του κοινού μέλλοντος όλων των αγροτών.
Υπάρχει ίσως πολύ ενδιαφέρον για τους αγρότες για να ενδυναμωθούν ομαδοποιήσεις που εξυπηρετούν σκοπιμότητες περιστασιακές, ακόμα και προσωπικές φιλοδοξίες.
Όλα είναι πιθανόν υπαρκτά και ανεκτά εάν υπήρχε ο κοινός παρονομαστής: το μέλλον του αγροτικού κόσμου. Είναι τραγικό, ενώ το μέλλον του αγροτικού τομέα είναι υπέρλαμπρο, το μέλλον του αγροτικού κόσμου (δηλαδή των αγροτών) να είναι ζοφερό (άσχημο).
Το 2050 όλοι λένε ότι θα απαιτείται επιπλέον 60% της σημερινής παραγόμενης τροφής, δηλαδή θα υπάρχει έλλειμμα 1.000.000.000 τόνων ισοδύναμου σιτηρών. Επομένως ο αγροτικός τομέας αντιμετωπίζει ορίζοντα υπέρλαμπρης συνεχούς ανάπτυξης.
Ταυτόχρονα οι παραγωγοί πραγματικού πλούτου αποκλείονται με διαδικασίες, προδιαγραφές, νομοθεσίες, εξουσιοδοτήσεις, πιστοποιήσεις και άλλες ισοδύναμου αποτελέσματος με αποκλεισμό από τη διαχείριση του παραγόμενου από αυτούς πλούτου. Ο πλούτος μεταφέρεται (υφαρπάζεται) τεχνητά μέσω των διαδικασιών από τους αστούς. Και ταυτόχρονα κρατούν (οι αστοί και τα αστικά πολιτικά συστήματα και δομές) τους αγρότες διασπασμένους τεχνητά, ώστε να μην απαιτήσουν όλοι μαζί τον χώρο που τους αναλογεί.
Αλλά το «καζάνι βράζει». Βράζει από την αίσθηση της αδικίας. Βράζει από την κατάφωρη ανισοκατανομή των πόρων. Βράζει από την άνιση προσπάθεια των ισότιμων τάχα πολιτών. Βράζει από τον 365 μέρες διαθέσιμο για εργασία (ή/και εργαζόμενο, όπως οι κτηνοτρόφοι) αγρότη με τον οκτάωρο εργαζόμενο σε ελεγχόμενες συνθήκες εργασίας και με τον απολαμβάνοντα σαββατοκύριακο ανάπαυσης. Βράζει από την προοπτική της αγροτικής σύνταξης με την πολλών προνομίων σύνταξη και το εφάπαξ και την «εθελουσία συνταξιοδότηση» με 180.000 € πριμ (!). Βράζει από τη διαφορά στην ποιότητα ζωής. Βράζει από την υφαρπαγή των παιδιών των αγροτών και τον εθισμό τους στην αστική ζωή (σύγχρονοι γενίτσαροι;), που σημαίνει αποδεκατισμό των αγροτικών κοινωνιών. Βράζει από την τελευταία επιδρομή στα μόνα «ζεστά» χρήματα, που μάλιστα έρχονται από την Ε.Ε. μέσω των επιδοτήσεων, που από αποζημίωση για τα δωρεάν δημόσια αγαθά έγιναν θύμα στις φορολογικές ανάγκες για συντήρηση ενός αναποτελεσματικού κράτους και για μισθοδοσία αστών μισθωτών (των κομμάτων;). Βράζει από τη συνεχή υποτίμηση των αγροτών και την υπεροπτική αλαζονεία των υπαλλήλων του δημοσίου και των διαφόρων επιστημόνων. Βράζει από την αίσθηση ότι τον τελικό λογαριασμό όλων των μνημονίων και των παιχνιδιών των αστών θα τον πληρώσει ο αγροτικός κόσμος απλώς με χρονική καθυστέρηση. Βράζει με την αίσθηση ότι τους αγρότες τους θέλουν όλοι μόνο για να παράγουν και να πληρώνουν χρέη και όχι ως ισότιμους πολίτες. Βράζει με την αίσθηση ότι κανένας σχεδόν στο επικρατούν αστικό σύστημα δεν τους εκπροσωπεί και δεν τους υποστηρίζει. Βράζει από την εντύπωση ότι τους χρησιμοποιούν μόνο για την αύξηση της δικής τους ισχύος στο αστικό παιχνίδι.
Τελικά μοιάζει ότι δεν αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για πολύ σοβαρή αντιπαράθεση αγροτών και αστών και, αντί να βρεθεί ένας τρόπος συμβίωσης, απλώς τους βάζουν να εκτονωθούν περιστασιακά με τις αγροτικές κινητοποιήσεις για να μην ακουμπούν τα σοβαρά υπαρξιακά θέματα του αγροτικού κόσμου.
Δημήτρης Μιχαηλίδης,
Δημοσιογράφος στα «Αγρονέα»