Από τότε που φέρεται να το είπε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, οργισμένος με τη δολοφονία του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη από παρακρατικούς, πολλά έχουν αλλάξει. Πολλά, αλλά όχι όλα. Τα κέντρα εξουσίας παρέμειναν. Άλλαξαν οι διαχειριστές, αφού αλλάξαν οι εποχές, ανταλλάχθηκαν οι επιρροές και αναδομήθηκαν οι ισορροπίες. Τελικά, το μόνο που δεν αλλάζει είναι το χαμηλό ενδιαφέρον για τους κατοίκους της, την ευτυχία και την ευημερία τους. Το πρωί μαλάκες και το βράδυ ένοχοι, είμαστε καταδικασμένοι πειρατές του βίου μας. Δεν υπάρχει συνωμοσία, υπάρχουν μόνο τα ίχνη της αστικής μας ανεπάρκειας.
Ανήκομεν εις την Δύσιν
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ξεκινώντας από την εύνοια του παλατιού, με το οποίο τελικά συγκρούστηκε, πέρασε στη σύνδεση με αυτό που θεωρούσε φυσικό χώρο της συντηρητικής αστικής δημοκρατίας που ήθελε: την κοινωνικοοικονομική ελίτ. Με αυτήν πορεύτηκε, την ενίσχυσε και τον στήριξε. Της έδωσε ευκαιρίες να διευρυνθεί με ανοίγματα στις τέχνες, την παιδεία και τις επιστήμες και αυτή ανταποκρίθηκε. Κάποια στιγμή, μέσα από κύματα ανάπτυξης και «αποταμιευτικής» λιτότητας, ωφελήθηκαν λιγάκι και οι άλλες τάξεις, αφού φυσικά πρώτα εγκαταστάθηκε και τακτοποιήθηκε η αστική μεσαία τάξη, απαραίτητο λειτουργικό συστατικό όλων των συντηρητικών κοινωνιών.
«Δεν υπάρχει τίποτε δυσκολότερο
από το να κυβερνήσεις τους Έλληνες.
Και αυτό γιατί όλοι νομίζουν
ότι είναι ικανοί για όλα».
Κωνσταντίνος Καραμανλής
Στη συνέχεια, ο Ανδρέας Παπανδρέου του πήρε τη σκυτάλη. Ήξερε να διαβάζει καλύτερα τις εποχές, τις ευκαιρίες και τα ευαίσθητα χαρακτηριστικά του ευρωπαίου, πια, ρωμιού. Μελέτησε τις συνθήκες και κατάφερε να μιλήσει στις ψυχές των αχόρταγων νεοελλήνων με χειρουργική ακρίβεια. Είδε θετικά, εκεί που ο προκάτοχός του έβλεπε προβλήματα και μετασχημάτισε την αναμονή σε ελπίδα. Εισήγαγε νέο λεξιλόγιο, με νέα ήθη και τη λογική «εδώ και τώρα». Οι νεότεροι μπορούν να καταλάβουν το κλίμα, ακούγοντας ομιλίες του σημερινού πρωθυπουργού, που παραφράζει όλες τις δημοφιλείς εκφράσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, εκτός από το «περήφανα νιάτα, τιμημένα γηρατειά». Εκείνος, σύντομα κατάφερε να γίνει «ο Αντρέας» με το ζιβάγκο. Αυτός, ακόμα προσπαθεί.
Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες
Ο φυσικός χώρος του Ανδρέα Παπανδρέου δεν ήταν η παλιά ελίτ, ούτε υπήρξε ποτέ αγαπητός τους. Οι καιροί όμως άλλαζαν, το τοπίο και η παγκοσμιοποίηση του χρησίμευσε στην αποδυνάμωσή τους και στην εγκατάσταση νέων, μεταβατικών μεγαλοεπιχειρηματιών που θα στήριζαν τα εγχειρήματα των αλλεπάλληλων αλλαγών του. Η πρόκληση ήταν στον μετασχηματισμό των κλακαδόρων, των τσανακογλειφτών και των σφουγγοκωλάριων του προηγούμενου συστήματος σε τσάμπα πρωταγωνιστές της νέας ελληνικής κοινωνίας. Ήταν μάλλον τακτική-μονόδρομος, για να τους αποσπάσει από τον προαλειφόμενο ως υπερκομματικό εθνάρχη Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κάπου εκεί ξεκίνησε η «πασοκοποίηση» της κοινωνίας μας.
Δεν είναι συγκέντρωση αυτή, είναι λαοθάλασσα…
Το πλέγμα που ύφανε ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ενισχυμένο. Συντεχνίες και δικαιώματα, τοπικές οργανώσεις, οικογενειοκρατία για όλους, αναγνώριση «προϋπηρεσίας», εισαγωγή πληθυσμών, επιδόματα και επιδοτήσεις, τζάμπα αυξήσεις, διαπλοκή για αρχάριους, διορισμοί στα δικά μας παιδιά, φοιτητικές οργανώσεις, ελεγχόμενη τρομοκρατία, ελεγχόμενος στρατός, ελεγχόμενο δημόσιο, οργανωμένο βαθύ κράτος με ομφάλιο λώρο στο βαθύ ΠΑΣΟΚ. Αποδόμησε την κουρασμένη ελληνική κοινωνία και την αναδόμησε σε λίγους μήνες με αυτοτροφοδοτούμενους αλλά πυραμιδικά ελεγχόμενους μηχανισμούς που τον κοίταζαν στα μάτια και στα χέρια με ελπίδα. Νομοτελειακά, κάποτε ήρθε η παρακμή για τον ίδιο και ακολούθως για το «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ.
«Μαζί,
για μια Ελλάδα που αγαπάμε,
σε μια Ευρώπη που θέλουμε».
Ανδρέας Παπανδρέου
Η «πασοκοποιημένη» κοινωνία μας όμως βολεύτηκε και αρνήθηκε να προσαρμοστεί. Οι δεσμοί των συμφερόντων, της διαπλοκής, των συντεχνιακών δικαιωμάτων, της ευρείας οικογενειοκρατικής δομής, των επιδοτήσεων, της μη παραγωγικής ανάλωσης, των υπέρογκων συντάξεων και κρατικών μισθών, των κακομαθημένων συμβούλων, των κρατικοδίαιτων κουμπάρων και οι στρατιές των ανώτερων, πια, δικών μας υπηρεσιακών παραγόντων, δεν ένιωσαν απώλεια συνεκτικών δεσμών. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε τόσο καλά τη δουλειά, που οι κοινωνικές αυτές συστοιχίες αναζητούσαν και κάποτε έβρισκαν κάποια άλλα χέρια να κοιτάζουν με ελπίδα. Τελευταία αποτυχημένη προσπάθεια ήταν αυτή του Γιώργου Παπανδρέου, με το «λεφτά υπάρχουν». Αυτό όμως που ο «Αντρέας» έκανε με τέχνη και μαεστρία των εντυπώσεων, οι επόμενοι το έκαναν άτσαλα με δανεικά κι αγύριστα. Και λεφτά δεν υπήρχαν. Εκτός από αυτά που είχαν ήδη καβατζώσει οι αχόρταγοι καιροσκόποι.
Green Guardians
Τα ίχνη αυτής της εποχής είναι παντού. Αμειβόμενη τεμπελιά και ανεμελιά. Οι πρασινοφρουροί μπορεί να χάσανε από νωρίς κάποια προνόμια των κλαδικών οργανώσεων και να εκφυλίστηκαν συνδικαλιστικά, αλλά βρίσκονταν παντού, ως γνήσιοι εγγυητές της βαθιάς «πασοκοποίησης» των πάντων. Βολέματα, δίκτυα αμοιβαίων μικροεξυπηρετήσεων, συμφέροντα, καταπατήσεις, άνομα δικαιώματα, έγκριση επιδομάτων και ειδικών συντάξεων, εκβιαστικές ασάφειες, δομικές προχειρότητες, θολά τοπία, προαγωγές ημετέρων, άρνηση της τεχνολογίας και της μηχανοργάνωσης, συλλογή έμμεσων δηλώσεων πίστης και αφοσίωσης, παρακρατικός έλεγχος οργανισμών, εφαρμογή περιοριστικών πλαισίων, οργάνωση λαϊκών κινητοποιήσεων και άθροιση μικροσυμφερόντων ήταν μερικά από τα διαχρονικά τους καθήκοντα, συχνά υπακούοντας σε μια εσωτερική φωνή. Μπορείς ακόμα και σήμερα να αναγνωρίσεις έναν πρασινοφρουρό, ακόμα κι αν δεν είναι προφανής η σχέση του με τους μηχανισμούς εξουσίας.
Mea Culpa
Οι ξένοι χρησιμοποιούν τον όρο «pasokification» για να περιγράψουν τη γρήγορη συρρίκνωση των σοσιαλιστικών κομμάτων σε περιόδους λιτότητας, όπως το ΠΑΣΟΚ που πέρασε από το 43,92% του 2009 στο 6,28% του 2015, επιτρέποντας την άνοδο των εθνικιστών, της λαϊκής δεξιάς ή των αριστερών. Τη χρήση του όρου φαίνεται πως ξεκίνησε ο Τζέιμς Ντοράν σε σχετικό του άρθρο, αλλά τι ξέρουν αυτοί οι ξένοι; Αυτοί, που δοκιμάζουν να οικειοποιηθούν τις εμπειρίες μας, μιλούν για μετακίνηση ψηφοφόρων. Στη δική μας πραγματικότητα ο μόνος που μετακινήθηκε είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, ως νέο καπέλο εξουσίας στη βαθιά δομή της «πασοκοποιημένης» κοινωνίας. Δεδομένων των συνθηκών, αυτό μοιάζει περισσότερο με την εμπειρία του καουμπόη που προσπαθεί να κρατηθεί μερικά δευτερόλεπτα παραπάνω στην πλάτη του ταύρου, για να ανακηρυχθεί νικητής του πανηγυριού.
Η φωνή του Κυρίου σου
Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορείς να έχεις καθαρότερη εικόνα για πολλές από τις επιλογές του σημερινού πρωθυπουργού, ξεκινώντας από τις προεκλογικές υποσχέσεις και φτάνοντας μέχρι το Μάτι. Υπάρχει κάποιος που δεν παρατήρησε ότι η φωνή του Αλέξη Τσίπρα αλλάζει χροιά στα μπαλκόνια και στα πόντιουμ, πλησιάζοντας την ένρινα αντίλαλη βραχνάδα του «Αντρέα»; Παρά την προσεκτική παράφραση των εκφράσεων που αντιγράφει, τα «εμπρός να σηκώσουμε τον ήλιο επάνω από την Ελλάδα», αμέσως μετά την νικηφόρα εκλογική αναμέτρηση του ΣΥΡΙΖΑ, πλαισιωμένα με τις αρμόζουσες κινήσεις, περιγράφουν πλήρως τη σχέση και τη σχετικότητα. Και ήταν το επιστέγασμα εκτεταμένων μιμήσεων και αντιγραφών, προκειμένου να επιτρέψει η «πασοκοποιημένη» κοινωνία την ανάβαση του Αλέξη Τσίπρα στη θέση του καπέλου, ως υποκατάστατος διαχειριστής.
Εμπρός Αντρέα, για μια Ελλάδα νέα
Δεν είναι μικρό κατόρθωμα ότι κατάφερε να τραβήξει το εξκάλιμπερ της τεμπέλικης επίπλαστης μεσαίας τάξης, που αποτελεί τον φέροντα οργανισμό της «πασοκοποιημένης» κοινωνίας μας. Εκεί που απέτυχε παταγωδώς κάθε υπερπροικισμένο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, ακόμα και ο γιος του ιδρυτή, αρίστευσε ο Τσίπρας. Όμως αυτό δημιουργεί προηγούμενο του οποίου πρέπει να φανεί αντάξιος. Είναι επιτυχία που, μοιραία, έφερε σε δεύτερη προτεραιότητα τη συντροφική σχέση με τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, τις υποσχέσεις για επανάσταση και τις απόπειρες ελέγχου του βαθέως κράτους. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα συντηρητικότερο στην Ελλάδα σήμερα από τη βολεμένη «πασοκοκοινωνία» που μετράει αντίστροφα μέχρι την ώρα της πλήρους αποκαταστάσεώς της. Μπορεί να κάνει υπομονή, βλέποντας κάποια παιδιά της να ζουν με παροχές και επιδόματα κοινωνικού υστερήματος και ανθρωπιστικής δράσης, αλλά η υπομονή έχει και τα όριά της.
Μπαρουτόκοσμε!
Πάντως, το συγκεκριμένο απολίθωμα της ελληνικής κοινωνίας ποτέ δεν δούλεψε, ούτε προτίθεται να το κάνει. Θέλει να συνεχίσει τον παρασιτικό του βίο και επείγεται για την αποκατάσταση της υγείας του οργανισμού που απομυζά. Επιτρέπει τη συναλλαγή στις Πρέσπες. Θέλει να προστατέψει συντεχνιακά και άλλα δικαιώματα, εισοδήματα και μηχανισμούς αφανούς εξουσίας. Επιτρέπει τη διαπραγμάτευση των μνημονίων αλλά απαγορεύει τον Βαρουφάκη. Θέλει όμως να προστατέψει και τα ανώτερα παιδιά της. Να βλέπει τον πρωθυπουργό να υπερασπίζει κάθε μέτριο διοικητή οργανισμού και σώματος που δυσλειτουργεί επιτρέποντας θάνατο, μιζέρια και καταστροφή. Όταν ο θάνατος αφορά και τα παιδιά της, τότε το πράγμα περιπλέκεται και μας δίνει την ευκαιρία να γίνουμε μάρτυρες σε κωμικοτραγικές παραστάσεις αποπροσανατολισμένης μικροπολιτικής. Όπως στο Μάτι και στον Νέο Βουτζά. Με την ανοχή της κάθε αντιπολίτευσης που ξέρει ότι δεν μπορεί να δράσει ηγετικά χωρίς άδεια της «πασοκοκοινωνίας».
Αυτή είναι η έννοια της «πασοκοποίησης», τόσο απλή και τόσο άπιαστη για κάθε ξένο.
Δημήτρης Φυντάνης