Ἔστι δὴ τρία μόρια τῶν πολιτειῶν πασῶν, περὶ ὧν δεῖ θεωρεῖν τὸν σπουδαῖον νομοθέτην ἑκάστῃ τὸ συμφέρον· ὧν ἐχόντων καλῶς ἀνάγκη τὴν πολιτείαν ἔχειν καλῶς, καὶ τὰς πολιτείας ἀλλήλων διαφέρειν ἐν τῷ διαφέρειν ἕκαστον τούτων. Ἔστι δὲ τῶν τριῶν τούτων ἓν μὲν τί τὸ βουλευόμενον περὶ τῶν κοινῶν, δεύτερον δὲ τὸ περὶ τὰς ἀρχάς, τοῦτο δ' ἐστὶ τίνας δεῖ καὶ τίνων εἶναι κυρίας, καὶ ποίαν τινὰ δεῖ γίνεσθαι τὴν αἵρεσιν αὐτῶν, τρίτον δέ τί τὸ δικάζον.
Αριστοτέλης, Πολιτικά Δ, 1297b-1298a
Τα παιδιά του λαού έγιναν κομματικά στελέχη
Αναρωτιόμουν τελευταία πώς δεν μας φαίνεται αφύσικο που οι λαϊκοί εκπρόσωποι που θα έπρεπε να στέλνουν οι περιοχές της ελληνικής επικράτειας στη Βουλή των Ελλήνων για να μεταφέρουν τοπικές αντιλήψεις, κουλτούρα, επιλογές, ανάγκες, κινδύνους, ευκαιρίες, συμφέροντα και πολιτισμό, ώστε όλα αυτά να συνεκτιμώνται κατά την κοινοβουλευτική δραστηριότητα, κατάντησαν προσαρμοσμένα στελέχη που μεταφέρουν την κομματική πειθαρχία στην περιφέρεια.
Να οργανωθούμε, ρε παιδιά
Αφιέρωσα αφύσικα πολύ χρόνο για να μπορέσω να συγκεντρώσω έννοιες και να περιγράψω με επάρκεια τη νομοθετική, την εκτελεστική εξουσία και το πολιτικό κόμμα όπως εμφανίζονται σήμερα στην Ελλάδα με το σοβαρό μειονέκτημα της έλλειψης νομικού υπόβαθρου να με στοιχειώνει. Όχι πως αλλάζει κάτι από τη διατύπωση, μόνο που βίωσα το χαοτικό πλέγμα και τους οργανικούς διαγκωνισμούς μεταξύ των εξουσιών. Δοκιμάστε να αναζητήσετε τις έννοιες, (ξανα)διαβάστε και το Σύνταγμα και θα καταλάβετε τι εννοώ.
Η νομοθετική εξουσία καθορίζεται από τη διατύπωση και την ψήφιση διοικητικών νόμων και κανόνων δικαίου σύμφωνων με το Σύνταγμα και ασκείται από τη Βουλή της λαϊκής αντιπροσωπίας και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το Σύνταγμα επίσης διατυπώνεται και ψηφίζεται από τη Βουλή όταν αναλαμβάνει αναθεωρητικό ρόλο.
Η εκτελεστική εξουσία είναι διακριτή οργανική και λειτουργική δομή της Πολιτείας, που ασχολείται με τη διακυβέρνηση της χώρας με βάση κυρίως τη διοικητική νομοθεσία, το Σύνταγμα και αποφάσεις, ασκείται από την κυβέρνηση με τη δημόσια διοίκηση, με καταλυτική συμμετοχή του Προέδρου της Δημοκρατίας και ελέγχεται από τη Βουλή και τη δικαστική εξουσία.
Με λες αγάπη, μα δεν είμαι η αγάπη σου
Πολιτικό κόμμα, στο πλαίσιο της αντιπροσωπευόμενης δημοκρατίας, μπορούμε να πούμε τη συλλογικότητα που οργανώνει τους πολίτες με σκοπό την εκλογή αντιπροσώπων στη βάση συγκεκριμένων προτάσεων ή/και ιδεολογικών προτιμήσεων που αποσκοπούν στο κοινό καλό.
Τώρα το πώς βρέθηκαν τα κόμματα να διαπλέκουν νομοθετική και εκτελεστική εξουσία και μέσω αυτών να ελέγχουν τη δικαστική, επιτρέποντας και στην οικονομική εξουσία να ελέγχει τον Τύπο, και όλοι αυτοί να καταδυναστεύουν τον φουκαρά λαό εξ ονόματός του είναι μυστήριο, αλλά ονομάζεται αστική δημοκρατία.
Έχουν και αυτοί φυσικά τις ελίτ τους, που δικτυώνονται με άλλες αντίστοιχες κάτω από ένα άγνωστο σε μας πρωτόκολλο, που χάριν απλότητας συνήθως ονομάζουμε «σύστημα», «κέντρα εξουσίας» ή χαρακτηρίζουμε με άλλους, πιο σαφείς φυλετικούς ή επιθετικούς συνωμοσιολογικούς προσδιορισμούς. Όσο προχωράς, τόσο απομακρύνεσαι από τα θεμέλια της ανθρώπινης ευτυχίας, της ευδαιμονίας ή του δικαιώματος συμμετοχής σε κάποιο σκοπό. Κόλαση κανονική.
Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια
Όταν οι ξενόθρεφτοι πρόγονοι των σημερινών πολιτικών μας προσπάθησαν να φέρουν την αστική δημοκρατία στην αγέννητη ακόμα νέα Ελλάδα, υπολόγιζαν περισσότερο τους εκπροσώπους των περιοχών. Τους φέρονταν αντίστοιχα βρόμικα, τους έταζαν, διαπλέκονταν εξίσου με τον Τύπο απευθείας –αφού δεν υπήρχε οικονομική ελίτ– και στρέφονταν εναντίον του κοινού εχθρού Καποδίστρια, που προσπαθούσε σχεδόν μόνος του να βάλει σε μια σειρά τη χώρα. Όμως τους βοήθησαν σε βάθος χρόνου να βρουν τον δρόμο προς την ενεργή συμμετοχή στην κεντρική διοίκηση της χώρας και τους δέχτηκαν στη συντεχνία τους. Αφού πρώτα τους αστικοποίησαν για να έχουν μια ικανή μάζα για βάση επιρροής.
Τότε ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας προσπαθούσε τη διανομή γαιών σε ακτήμονες, ίδρυσε σχολεία και υποθήκευσε την προσωπική περιουσία του για να εξασφαλίσει βασικά αγαθά για χήρες και ορφανά, προσπάθησε να δημιουργήσει κεντρική τράπεζα και να αποκαταστήσει με μονάρχη την Πολιτεία για να φέρει χρήματα και διεθνή αλληλεπίδραση. Όμως οι πολιτικοί με τους κοτζαμπάσηδες και τους καραβοκύρηδες έπαιζαν τα δικά τους παιχνίδια νομής εξουσίας, δανείων και εθνικών γαιών για να αποδυναμώσουν τον κυβερνήτη και να βγουν κερδισμένοι από την αναμπουμπούλα.
Επιτέλους νόμος και τάξη!
Από τότε όμως πολλά άλλαξαν. Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε, ο στρατός χειραγωγήθηκε, η τάξη και η πρόσβαση στη διαπλοκή αποκαταστάθηκε. Από τους κοτζαμπάσηδες, τις Αυλές και τους επαναπατρισθέντες επιχειρηματίες και λόγιους δημιουργήθηκε σταδιακά μια νέα αστική ελίτ. Οι πολιτικοί και οι προύχοντες με απογόνους και νέο αίμα της έγκρισής τους μετασχηματίστηκαν σε συντεχνία και η πολιτική σε «γη της επαγγελίας» για κοινωνικούς τυχοδιώκτες.
Όσοι δικτυώθηκαν αποζημιώθηκαν για τις θυσίες τους στον Αγώνα, ακόμα και για αυτές που δεν έκαναν. Οι μη δικτυωμένοι πέθαναν στην ψάθα. Πολλοί παρακάλεσαν τους νέους διαχειριστές σε σημείο που να χαρακτηριστούν λιγούρηδες. Άλλοι κατάλαβαν τα παιχνίδια εξουσίας, αλλά ήταν πια αργά. Τα θεμέλια της πολιτικής ζωής μας ολοκληρώθηκαν με το αίμα του αδιάφθορου, σε αυτό που σήκωνε τα επόμενα χρόνια διαφθοράς, διαπλοκής, οικογενειοκρατίας, ευνοιοκρατίας και καταπίεσης των φουκαράδων.
Η άλλη όψη του «Τις πταίει;»
Η ανεξαρτησία των εξουσιών όμως δεν βόλευε, ειδικά της νομοθετικής και της εκτελεστικής, την περίοδο μάλιστα που ο στρατός είχε ακόμα θερμοκέφαλους λειτουργούς που γλυκοκοίταζαν την ιδέα της δικτατορίας ή ο βασιλιάς έδινε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε πολιτικούς που δεν μπορούσαν να έχουν την πλειοψηφία στη Βουλή για να νομοθετήσουν, κατά δήλωσή του «ακόμα και στον κηπουρό». Τότε οι υπόλοιποι φιλόδοξοι πολιτικοί στράβωναν και τελικά ο Τρικούπης τους διευκόλυνε στο μουρντάρεμα των εξουσιών μέσω κομματικών μηχανισμών και στελεχών με το διάσημο άρθρο του «Τις πταίει;», όπου πρόβαλε το ζήτημα της αρχής της «δεδηλωμένης» εμπιστοσύνης της Βουλής στις διοριζόμενες κυβερνήσεις.
… Αν προήγοντο οι ειρημένοι πολιτευταί εις την εξουσίαν διά της ψήφου της Βουλής, η παράλυσις της διοικήσεως και η παρ’ αυτών, ως εκλεκτών του Έθνους κατάχρησις της εξουσίας κατά τας εκλογάς προς παραβιασμόν της συνειδήσεως των εκλογέων ηδύνατο να εκληφθή ως ένδειξις της ανικανότητος του ελληνικού λαού προς την αυτοδιοίκησιν. Αλλ’ η διοικητική καχεξία και τα κατά τας εκλογάς όργια δεν είνε έργον εξουσίας εκπροσωπούσης την πλειοψηφίαν της Βουλής και, επομένως, ευθυνούσης διά των πράξεών της το Έθνος.
… Παν άλλο άρα δύνανται να θεωρηθώσιν τα παρ’ αυτών σχηματισθέντα υπουργεία ή ως εθνικά, η δε διαγωγή τοιούτων υπουργείων ουδόλως δικαιολογεί μομφάς κατά του Έθνους, προκαλεί μόνον σκέψεις περί της καταχρήσεως της συνταγματικής προνομίας του διορισμού και της παύσεως των Υπουργών.
… Ίνα μη συμβή τούτο και έχη ο τόπος κυβέρνησιν ιδίαν υπηρετούσαν την πολιτικήν του Έθνους, απεφασίσθη κατά ξενικήν εισήγησιν, εν τέλει του έτους 1867, η πτώσις του καθ’ όλον το έτος εκείνο κυβερνήσαντος αληθώς κοινοβουλευτικού υπουργείου, η αντικατάστασις αυτού δι’ άλλου εκ της μειονοψηφίας της Βουλής και η διάλυσις της Βουλής παρακολουθουμένη υπό επεμβάσεων κατά τας εκλογάς προς μετατροπήν της μειονοψηφίας εις πλειονοψηφίαν.
… Αμέσως μετά την διάλυσιν της τελευταίας Βουλής, αντί να ίδωμεν τους πολιτευομένους σπεύδοντας προς τας επαρχίας αυτών, όπως προκαλέσωσι την υπέρ αυτών ψήφον του λαού, είδομεν απ’ εναντίας τους αξιούντας να αντιπροσωπεύσωσι τας επαρχίας σπεύδοντας εις Αθήνας όπως λάβωσιν ενταύθα το χρίσμα της υπουργικής υποψηφιότητας.
… Αηδιάζοντες και αγανακτούντες επί τω θεάματι, του οποίου παριστάμεθα θεαταί, και βλέποντες την γενικήν κατάπτωσιν του φρονήματος των πολιτευομένων, διστάζομεν επί στιγμήν και ερωτώμεν ημάς αυτούς, μη τυχόν αληθώς πταίει το Έθνος; Θαρρούντες όμως απαντώμεν, το Έθνος δεν πταίει.
… Μετά τα παθήματα του 1862, τίθεται εκ νέου εις το Έθνος το δίλημμα της υποταγής εις την αυθαιρεσίαν ή της επαναστάσεως. Είνε το Έθνος καταδικαστέον διότι δεν σπεύδει να παραδεχθή το δεύτερον. Καλούνται εις την εξουσίαν κυβερνήσεις αποκρουόμεναι παρά της πλειοψηφίας του Έθνους, χορηγείται εις αυτάς η διάλυσις της Βουλής και συνάμα παν μέσον επηρεασμού των συνειδήσεων του λαού και νοθεύσεως των εκλογών, και λέγομεν ύστερον, ότι πταίει ο λαός διά την τοιαύτην κατάστασιν. Τι δύναται ο λαός κατ’ αυτής; Ουδέν άλλο ή να επαναστατήση. Αλλά τις ο δυνάμενος να κατακρίνη ευλόγως τον λαόν διότι την επανάστασιν θεωρεί ως έσχατον καταφύγιον, και πριν ή προέλθη εις αυτήν ζητεί να ίδη εξαντλούμενα όλα τα προληπτικά μέσα; Αν δεν πταίει ο λαός, πταίουν οι πολιτευόμενοι, λέγουσιν οι άλλοι, και η εξαχρείωσις αυτών ευθύνει το Έθνος, αφού ούτοι εις το Έθνος ανήκουσιν.
Απαντώμεν, ότι η διαγωγή των πολιτευομένων θα ηύθυνε το Έθνος, αν η Ελλάς αυτοδιοικείτο, αλλ’ αφού διά της διαστροφής του Συντάγματος και της εικονικότητος της Βουλής κυβερνάται πράγματι η Ελλάς ως μοναρχία απόλυτος, επόμενον ήτο να καταστώσι και οι πολιτευόμενοι οποίους διαπλάττει αυτούς το νόθον καθεστώς. Όστις των πολιτευομένων δεν ασπάζεται τα γινόμενα ουδέν άλλο δύναται να πράξη ή να παύση πολιτευόμενος αφού κατά το παρ’ ημίν καθεστώς ουδέν υφίσταται δι’ αυτού στάδιον εννόμου και εντίμου ενεργείας. Οι πολιτευόμενοι είνε πλάσματα του επικρατούντος εν τη πολιτεία στοιχείου, το δε Έθνος ου μόνον δεν είνε το επικρατούν στοιχείον εν τη πολιτική, αλλ’ εικονικήν μόνον έχει μετοχήν εις αυτήν.
… Θεμέλιον του πολιτεύματος τούτου είνε η ύπαρξις δύο κομμάτων εν τη Βουλή, τούτο δε αναγνωρίζουσι και αυτοί οι θιασώται της προσωπικής κυβερνήσεως, αλλά το αναγνωρίζουσιν μόνον, ίνα ονειδίσωσιν την Βουλήν επί τω καταμερισμώ αυτής εις πολλά κόμματα.
… Δεν πταίει άρα το πολίτευμα, δεν πταίουσιν οι αντιπρόσωποι του Έθνους, δεν πταίει το Έθνος, αν η Βουλή είνε κατατετμημένη εις πολλά κόμματα και δεν έχει έτοιμην πλειονοψηφίαν, όταν ζητηθή. Ας αφεθή να λειτουργήση το πολίτευμα εν τη βεβαιότητι ότι εκ της πλειονοψηφίας της Βουλής μορφούται η κυβέρνησις, και ταχέως θα ίδωμεν την Βουλήν συντασσομένην εις δύο κόμματα.
… Αθυμούντες επί τη καταστάσει εις ην περιήλθον τα της πολιτείας και άτινα ζωηρότερον αισθανόμεθα ήδη υπό τας εντυπώσεις των επιτελουμένων τη εισηγήσει της κυβερνήσεως και παρά των οργάνων αυτής εκλογικών οργίων, ηθελήσαμεν να εξετάσωμεν μήπως ημείς πταίομεν, όπως εν ημίν αυτοίς αναζητήσωμεν την θεραπείαν. Αλλ’ η ειλικρινής μελέτη του θέματος μας ήγαγεν εις το αλάνθαστον συμπέρασμα ότι δεν πταίει το Έθνος. Αλλού έγκειται το κακόν και εκεί πρέπει να ζητηθή η θεραπεία.
Χ. Τρικούπης, «Τις πταίει;», εφημερίδα «Καιροί», 29 Ιουνίου 1874
Ο κουφός τα ταιριάζει όπως θέλει
Το διάσημο άρθρο του Τρικούπη τον ηρωοποίησε, αφού τον έστειλε για ώρες στη φυλακή και έστρωσε δάφνες την αρχή μιας ένδοξης πολιτικής καριέρας που είχε απ’ όλα. Είναι όμως γεμάτο απειλές εξ ονόματος του λαού, σοφισμούς προσεταιρισμού των δικαίων του έθνους, τεχνάσματα, ύμνους στον εγγλέζικο δικομματισμό και τη συντήρηση, ιδεολογική καπηλεία, ωραιοποίηση των βολικών μηχανισμών και απαξιωτικά σχόλια για όσους ήδη νέμονταν την εξουσία και εμπόδιζαν την πρόσβασή του σε αυτή.
Και φυσικά η οργάνωση και η λειτουργία των εξουσιών ήταν πράγματι προβληματική, αλλά ο Τρικούπης φωτογράφιζε μια βολική διέξοδο, εκλαμβάνοντας ως υγιείς και οργανικές σημαντικές παθογένειες του πολιτικού συστήματος και απαξιώνοντας ό,τι εμπόδιζε τον δρόμο του προς την εξουσία. Και τα κατάφερε. Το 1875 ο βασιλιάς Γεώργιος του αναθέτει σχηματισμό κυβέρνησης για τη διενέργεια εκλογών. Στην έναρξη των εργασιών της νέας Βουλής ο Γεώργιος εκφωνεί τον «Λόγο του θρόνου», γραμμένο από τον Τρικούπη, όπου αναγνώριζε την αρχή της «δεδηλωμένης».
Άλλα ήταν τα προβλήματα, Χαρίλαε
Διαβάζοντας με προσοχή το άρθρο του Τρικούπη και προβάλλοντας τις εικόνες του στο παρόν, μάλλον διαπιστώνουμε ότι δεν ήταν η αρχή της «δεδηλωμένης» το βασικό πρόβλημα, αφού τα χάλια που περιγράφει ο Τρικούπης, ακόμα και αυτά που δεν χαρακτηρίζει ως τέτοια, εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα. Άρα τις πταίει, Χαρίλαε; Θέλει κάποιος να δοκιμάσει με άλλη μαντεψιά; Εκείνο που σίγουρα δρομολόγησε ο Τρικούπης ήταν η συντήρηση της συντεχνίας των πολιτικών σε περιβάλλον δικομματικό ανεξάρτητα από το πολίτευμα και η ενίσχυση των κομμάτων ως μηχανισμών που νέμονταν την εξουσία ελέω οικονομικής ελίτ, εφόσον μπορούσαν να καρπωθούν τη λαϊκή εντολή.
Κατά τα λοιπά οι σύντομης διάρκειας κυβερνήσεις κλιμακώθηκαν μαζί με την εξαγορά βουλευτών και την αποξένωσή τους από τη λαϊκή βάση τους, τις κακοδιαχειρίσεις και πτωχεύσεις, τις εθνικές ταπεινώσεις, τις συμφεροντολογικές αποστασίες, τον χρηματισμό των δημόσιων λειτουργών, την ενίσχυση της διαπλοκής με συμφέροντα, την απαξίωση της λαϊκής θέλησης και την ανεξέλεγκτη δράση των ελίτ μέσα στη λούμπα της ιστορίας, που επαναλαμβάνεται. Με τέτοιο τρόπο, που η τόσο πεισματική προσκόλληση της αστικής δημοκρατίας σε αυτή την παρά φύσιν σχέση κομμάτων, κυβερνήσεων και κοινοβουλίου καταλήγει ένα κακόγουστο παιχνίδι εις βάρος της ανθρώπινης ευτυχίας.
Και καμιά βλακεία να περνά η ώρα
Ποιο θα ήταν το πρόβλημα αν τα κόμματα ετοίμαζαν κυβερνήσεις και προγράμματα διακυβέρνησης, αφήνοντας ήσυχες τις τοπικές κοινωνίες να εκλέξουν ανεξάρτητους αντιπροσώπους για μία και μόνη φορά καθέναν. Και τους έστελναν στο Κοινοβούλιο να ακούσουν και να αποφασίσουν με τη βοήθεια της αποστέλλουσας κοινωνίας ποια κυβέρνηση με ποιο πρόγραμμα και ποια διοικητική κουλτούρα προτιμούν να κυβερνήσει. Χωρίς αυτό το αρρωστημένο πλαίσιο που ζέχνει από παντού.
Είναι σίγουρο ότι σύντομα θα δημιουργούνταν νέοι σχηματισμοί και μηχανισμοί ελέγχου που θα έφθειραν και θα απαξίωναν και αυτή την προσέγγιση, αναιρώντας τα οφέλη και αποκαθιστώντας τη συστημική τάξη με τρόπο αριστοτεχνικό. Αλλά δεν χρειάζεται να σκάμε γι’ αυτό γιατί οι σημερινοί μηχανισμοί αποκλείεται να επιτρέψουν να συμβεί. Απλώς μια απορία διατύπωσα. Δεν ρώτησα καν ποιος φταίει.
Δημήτρης Φυντάνης