Pente_avevaiothtes_kai_mia_gia_th_DEH.jpg

Ημέρα Δευτέρα 21 Μαΐου 2018. Ώρα: 07:41. Πριν λίγες μέρες ανέλαβα να διεκπεραιώσω έναν διακανονισμό στη Δ.Ε.Η. και τώρα πατούσα το πλήκτρο της ελεγχόμενης εισόδου. Την ίδια στιγμή ένας συμπαθητικός νεαρός βγαίνει και μου χώνει στην παλάμη δυο χαρτάκια με αριθμούς προτεραιότητας, ένα για κάθε γραμμή εξυπηρέτησης. Τον κοιτώ απορημένος και μου λέει πως τελικά δεν τα χρειάζεται. Τον ευχαριστώ, μπαίνω και χτυπώ το πλήκτρο για δικό μου χαρτάκι. Στα 5 λεπτά που μεσολάβησαν από τα χαρτάκια του συμπαθητικού νεαρού είχαν ήδη περάσει 15 νούμερα.

Η αβεβαιότητα της διαχείρισης

Πέντε μόλις μέρες πριν αντιμετώπισα έναν τεράστιο λογαριασμό ρεύματος σε μία από τις εταιρίες που είμαι διαχειριστής και βόγκηξα. Τέσσερις μέρες πριν η πρωινή επίσκεψη συνεργάτη μου στα γραφεία της Δ.Ε.Η. αποδείχθηκε μάταιη. Μερικές ώρες κλήσεων στον πενταψήφιο εξυπηρέτησης πελατών μάς έκαναν σοφότερους. Μάθαμε ότι το θέμα μας είχε προωθηθεί σε δικηγορικό γραφείο, άγνωστο ποιο, γιατί το ηλεκτρονικό σύστημα εκείνη την ώρα ξεκουραζόταν. Από την επόμενη η γραμμή δεν απάντησε ποτέ.

Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για πληροφορίες σχετικά με δυνατότητες διακανονισμού και συνεργαζόμενα δικηγορικά γραφεία, έπεσα πάνω σε δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Δ.Ε.Η., που αρνούνταν την ανάθεση των οφειλών πελατών σε εισπρακτικές και ισχυριζόταν ότι προχώρησε μόνο σε χρήση υπηρεσιών ειδικών συμβούλων. Την άλλη μέρα, ευτυχώς για μένα, με πήραν τηλέφωνο εκ μέρους της Δ.Ε.Η. από γνωστή εισπρακτική με αριθμό μητρώου «1». Κάναμε κάποια προεργασία, αλλά η φιλότιμη κυρία στο τηλέφωνο μετά τη δεύτερη επικοινωνία μας μου πρότεινε να πάω από τα γραφεία της Δ.Ε.Η.

Η αβεβαιότητα της δημόσιας εικόνας

Δευτέρα πρωί λοιπόν 07:42 και είμαι ήδη εφοδιασμένος με χαρτάκια προτεραιότητας, λογαριασμούς, καταστατικό, ταυτότητα και προοπτική για χρήματα. Όμως το ευγενικό προσωπικό μάς ενημερώνει ότι το ηλεκτρονικό σύστημα της Δ.Ε.Η. θα λειτουργήσει στις 10:30. Αναρωτιέμαι αν φταίει ο GDPR ή η σύνδεση των εισπρακτικών στο intranet της Δ.Ε.Η. ή και τα δυο. Αφού έχω χρόνο, αποφασίζω να κάνω και λίγο ρεπορτάζ. Ξεκινώ με φωτογραφίες. Πρώτα εξωτερικά. Βρωμιά, παρακμή και τσαπατσουλιά. Μέσα κάπως καλύτερα. Μόλις τραβώ την πρώτη φωτογραφία με το κινητό μου, αρχίζει η επίθεση από το προσωπικό. Πρώτα η συμπαθητική υπάλληλος, μετά ο σεκιουριτάς και τέλος η προϊσταμένη.

Τους διαβεβαιώνω ότι δεν τράβηξα πρόσωπα και πως είμαι εκδότης της εφημερίδας «Στέντορας». Τους δείχνω το τεύχος που κυκλοφορεί. Το θεωρούν χειρότερο από το να ήμουν απλώς περίεργος ή τουρίστας και επιμένουν να σβήσω τις φωτογραφίες. Συμφωνούμε να καλέσουν την αστυνομία –πρότεινα και εισαγγελέα υπηρεσίας, αλλά δεν εισακούστηκα– για να με αναγκάσει να σβήσω τις φωτογραφίες, ελπίζοντας και σε μία εγγραφή στο βιβλίο συμβάντων. Ο σεκιουριτάς επιστρέφει και φτύνει κάτι μισόλογα για να μην τολμήσω να δημοσιεύσω φωτογραφία του, υποθέτω ότι μπέρδεψε καθήκοντα με δικαιώματα, η προϊσταμένη τον διώχνει, του δίνει να βγάλει και μερικές φωτοτυπίες και σταματάει.

Η αβεβαιότητα της ισονομίας

Σε λίγο η προϊσταμένη μού δίνει το κινητό της να μιλήσω με τη διευθύντριά της, που διαμαρτύρεται γιατί τους φέρομαι έτσι, αφού αυτοί με έχουν βοηθήσει τόσο! Προσπαθώ να καταλάβω τι εννοεί η έξαλλη διευθύντρια, αλλά μου το σερβίρει μόνη της. Με μπέρδεψαν με συνάδελφό μου εκδότη εβδομαδιαίας εφημερίδας που τους χρωστούσε εξυπηρετήσεις. Η ταραγμένη προϊσταμένη μπέρδεψε τα έντυπα. Η συγχυσμένη πια διευθύντρια, μόλις κατάλαβε ότι καρφώθηκε, με ρώτησε –πάντα από το τηλέφωνο– γιατί έδειξα άλλη εφημερίδα, που φυσικά το αρνήθηκα, αφού κρατούσα ακόμα τη δική μου. Ακόμα κι αν ήμουν κανονικός εκδότης, δεν θα άλλαζα με τίποτα τον «Στέντορα».

Κάποια στιγμή το όργανο της τάξης έρχεται. Πρώτα συζητά ιδιαιτέρως με την προϊσταμένη στο γραφείο της και έπειτα με καλούν για την επιβολή του νόμου. Στην ερώτηση του οργάνου αν γνωρίζω τη νομοθεσία απαντώ αρνητικά. Ζητά ευγενικά και δείχνω τις φωτογραφίες, όπου διαπιστώνει ότι δεν υπάρχουν πρόσωπα, παρά μόνο άδεια γραφεία, το σήμα της Δ.Ε.Η. και μία πλάτη. Μου ζητά να τις σβήσω και συνεργάζομαι. Με πληροφορεί ότι η προϊσταμένη θα μπορούσε να υποβάλει μήνυση. Απαντώ ότι κάτι τέτοιο για έναν εκδότη είναι καλό και ότι έτσι θα μου έφτιαχνε τη μέρα. Παρ’ όλα αυτά μάλλον με συμπαθεί και μου συστήνει να είμαι πιο διακριτικός όταν το κάνω αυτό, όταν δηλαδή τραβώ φωτογραφίες σε χώρους που απαγορεύεται.

Προσπαθώ να καταλάβω πώς γίνεται διακριτική δημοσίευση παράνομων φωτογραφιών, αλλά με διακόπτει η προϊσταμένη, που με ρωτάει τι είδους δημοσίευση σκοπεύω να κάνω. Το όργανο συμμερίζεται την απορία της. Τους επισημαίνω ότι στο σημείο αυτό ξεπέρασαν τα όρια και δεν επιμένουν. Παρατηρώ ότι το όργανο καταγράφει στοιχεία ταυτότητας και συμβάν σε ένα ωραίο σπιράλ τετραδιάκι. Δεν μοιάζει πολύ υπηρεσιακό, αλλά, αφού κάνει τη δουλειά του, ποιος ασχολείται με φόρμες και κουτάκια. Τελειώνουμε τη συζήτηση, αφήνω προϊσταμένη και όργανο για τον επίλογο της κοινωνικής τους παρέμβασης και βγαίνω στο πεζοδρόμιο. Συζητάω για λίγο με άγνωστους φίλους οφειλέτες και ξαναμπαίνω ελπίζοντας σε ηλεκτρονικό θαύμα πρόωρης επαναφοράς του συστήματος.

Η αβεβαιότητα μέσων και μεθόδων

Το σύστημα δεν επανέρχεται, αλλά βρίσκω την ευκαιρία να επιβεβαιώσω την ορθότητα των μέσων και της μεθόδου υλοποίησης του αρχικού μου στόχου, του διακανονισμού. Επιβεβαιώνω κάρτα στο ταμείο, κωδικό πληρωμής προκαταβολής σε γραφείο, τη δυνατότητα υλοποίησης του διακανονισμού που πρότεινε η εισπρακτική την ώρα επαναφοράς του ηλεκτρονικού συστήματος. Αισθάνομαι ικανοποιημένος. Βγαίνω ξανά και περιμένω να μου περάσουν χρήματα στην κάρτα για να αρχίσω με την προκαταβολή που μου είπαν ότι πρέπει να προηγηθεί του διακανονισμού.

Τα χρήματα έρχονται. Πηγαίνω στο γραφείο και επιβεβαιώνω ότι μπορώ να πληρώσω στο ταμείο με τον κωδικό πληρωμής του τελευταίου μου λογαριασμού όποιο ποσό δηλώσω. Στο ταμείο δεν δέχονται παρά μόνο το σύνολο του λογαριασμού. Η συμπαθής υπάλληλος –αυτή που με εντόπισε να βγάζω φωτογραφίες– νόμιζε ότι εννοούσα πως θα πάω στην τράπεζα. Συνεννοούμαστε τελικά και κάνω πληρωμή από τον λογαριασμό της κάρτας με το κινητό μου. Προθυμοποιείται και μου εκτυπώνει και την απόδειξη μεταφοράς. Και αυτή με συμπάθησε μάλλον. Προσπαθεί να με βοηθήσει με ειλικρίνεια.

Η αβεβαιότητα της διοίκησης

Επιβεβαιώνω το ραντεβού μας με το σύστημα για τις 10:30 και βγαίνω στο πάρκο απέναντι. Κάνω τηλεφωνήματα στο γραφείο μου και σε συνεργάτες. Λίγο πριν την προκαθορισμένη ώρα επιστρέφω και παρακολουθώ την κλιμάκωση της ενόχλησης και οργής των πελατών όσο το σύστημα δεν επανέρχεται. Σαν να το κάνει επίτηδες. Ηλικιωμένοι, εργαζόμενοι με άδεια, επιχειρηματίες, επαγγελματίες, που διαμαρτύρονται για τις πολλαπλές άκαρπες μεταβάσεις. Ταλαιπωρημένοι με το ζήτημα παρακράτησης καταβολών υπέρ Δ.Ε.Η. από τα ΕΛ.ΤΑ. Η λύση στο πρόβλημα είναι να κάνεις την αφαίρεση μόνος σου και να πας σε τράπεζα για να κάνεις κατάθεση. Η Δ.Ε.Η. δεν το κάνει και τα ΕΛ.ΤΑ. δεν είναι πια αξιόπιστα.

Μια καλόκαρδη υπάλληλος που μάζευε από το πρωί λογαριασμούς από κάθε πικραμένο για να βεβαιώσει την καταβολή μέσω ΕΛ.ΤΑ. όταν θα ερχόταν το σύστημα χάνει την ψυχραιμία της και μιλάει στον κόσμο με αγένεια. Έπειτα από λίγο φωνάζει σαν αποτυχημένη νηπιαγωγός. Ευτυχώς που δεν έγινε νηπιαγωγός. Κάποια στιγμή η προϊσταμένη ενημερώνει ότι τα κεντρικά απάντησαν ότι το σύστημα θα αργήσει πολύ να λειτουργήσει. Δεν ξέρουν πόσο. Νέο κύμα οργής. Πολλά πελατειακά απωθημένα. Άλλα τόσα των υπαλλήλων. Όλοι είναι υπεύθυνοι, αλλά κανείς δεν έχει απαντήσεις. Πόσο απαίσιο μπορεί να είναι για οποιονδήποτε το να τον εκθέτει ο οργανισμός του;

Η χωροχρονική βεβαιότητα

Λόγω της γιορτής Κωνσταντίνου και Ελένης από το πρωί κουτιά με γλυκά και χαρτοπετσέτες με σπανακοπιτάκια πηγαινοέρχονταν. Συνάδελφοι σε άδεια εμφανίζονταν, κινητά χτυπούσαν και εύχονταν. Λόγω του συστήματος κάνανε και λίγο πηγαδάκι παραπάνω. Ήπιαν και ένα έξτρα καφεδάκι. Ίσως και ένα κρύο τσάι. Ύστερα, όταν προδόθηκαν, τους βγήκαν όλα από τη μύτη. Βλέπεις, καλοί άνθρωποι όλοι και με καλές προθέσεις. Και πώς να δικαιολογήσεις τα αδικαιολόγητα.

Και εκεί, μέσα στη βοή διαμαρτυριών και στον χαμό, μια φωνή υψώθηκε και δημιούργησε το πρώτο σταθερό σημείο αναφοράς για το εκρηκτικό μικρό μας οικοσύστημα. Απλό και αφοπλιστικό: «Εσύ κάτσε όσο θες, εγώ στις τρεις σχολάω». Ήταν για κάποιον γκρινιάρη, αλλά όλοι πήραμε το μήνυμα. Και όλα λύθηκαν. Όλοι θυμηθήκαμε τις τέσσερις αμείλικτες συντεταγμένες μας.

Αργότερα το σύστημα σηκώθηκε. Κι ύστερα από τα μέσα που είχα επιβεβαιώσει τίποτα δεν δούλεψε. Και από Παρασκευή σε Δευτέρα άλλαξαν και οι οδηγίες διακανονισμού αναδρομικά χωρίς μεταβατικό διάστημα. Και πάλι εξυπηρετήθηκα. Ελπίζω και όλοι οι υπόλοιποι. Δεν έχουμε σύστημα, αλλά έχουμε καρδιά.

Δημήτρης Φυντάνης

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn