ereuna-stentoras-7-iouliou-2018-header.jpg

Μείωση των δεικτών κινδύνου φτώχειας, οικονομικής ανισότητας και υλικής στέρησης για το 2017 σε σχέση με το 2016 σημειώθηκε σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). Ο ένας στους πέντε του συνολικού πληθυσμού της χώρας κατά το 2017 στερήθηκε τουλάχιστον 4 βασικά αγαθά και υπηρεσίες και βρέθηκε αντιμέτωπος με τον κίνδυνο της φτώχειας. 1 στους 10 χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία και δεν την έλαβε, καθώς το 2017 το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 6,1 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού.

H υπηρεσία ανακοίνωσε τους δείκτες που αφορούν την υλική στέρηση και τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού της χώρας, που προκύπτουν από τα στοιχεία της δειγματοληπτικής «Έρευνας εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών» (SILC) του έτους 2017 με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2016. Η έρευνα αποτελεί τη βασική πηγή αναφοράς των συγκριτικών στατιστικών για την κατανομή του εισοδήματος και τον κοινωνικό αποκλεισμό.

1. Υλική στέρηση και συνθήκες διαβίωσης

Για τους δείκτες υλικής στέρησης και συνθηκών διαβίωσης έτος αναφοράς είναι το έτος διενέργειας της έρευνας, δηλαδή το 2017.

Βασικές διαπιστώσεις

Από τη μελέτη των δεικτών για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού της χώρας προκύπτει ότι η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών δεν αφορά μόνο τον φτωχό πληθυσμό, αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού.

Η αύξηση της υλικής στέρησης παρατηρείται κατά τη διάρκεια των ετών από το 2009 και μετά. Το 2017 ήταν η πρώτη χρονιά έπειτα από μία σειρά ετών κατά την οποία το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, με αποτέλεσμα να στερείται τουλάχιστον τέσσερις από τις εννέα συνολικά διαστάσεις της υλικής στέρησης, σημείωσε μείωση τόσο στο σύνολο του πληθυσμού, όσο και κατά ηλικιακή ομάδα, με μόνη εξαίρεση την ομάδα των 65 ετών και άνω, που σημείωσε αύξηση κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες.

Υλική στέρηση αναφορικά με τις βασικές ανάγκες και τις συνθήκες στέγασης

Τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν ελλείψεις βασικών ανέσεων στην κύρια κατοικία κατατάσσονται κατά καθεστώς ιδιοκτησίας ως εξής:

  • 4,8% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία με οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη κ.λπ.).
  • 5,1% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις.
  • 8,0% των νοικοκυριών σε ενοικιασμένη κατοικία.
  • 11,6% των νοικοκυριών σε παραχωρημένη δωρεάν κατοικία.
  • Το 43,7% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των μη φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται σε 4,4%.
  • Το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν οικονομική αδυναμία να έχουν ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα ανέρχεται σε 26,0%, ενώ είναι 45,3% για τα φτωχά νοικοκυριά και 21,5% για τα μη φτωχά νοικοκυριά.
  • Το 78,3% των φτωχών νοικοκυριών και το 47,3% των μη φτωχών δηλώνουν οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσουν έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους περίπου 384 ευρώ.
  • Το 55,2% των νοικοκυριών που έχουν λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.
  • Το 56,5% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου κ.λπ.
  • Το 64,7% των φτωχών νοικοκυριών αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.
  • Το ελάχιστο μέσο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται κατά δήλωσή τους σε 1.720 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.453 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 1.783 ευρώ.
  • Το 23,0% των φτωχών νοικοκυριών, το 8,7% των μη φτωχών νοικοκυριών και το 11,4% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν 1 τουλάχιστον Ι.Χ. επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 12,6% των φτωχών νοικοκυριών, το 4,2% των μη φτωχών και το 5,8% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τον χρειάζονται, λόγω οικονομικής αδυναμίας.

Οικονομική δυνατότητα σχετικά με τις κοινωνικές δραστηριότητες ατόμων ηλικίας 16 ετών και άνω

Ως προς την υλική στέρηση που σχετίζεται με την οικονομική δυνατότητα κάλυψης βασικών αναγκών σχετικών με κοινωνικές δραστηριότητες προέκυψαν τα ακόλουθα ευρήματα:

  • Το 20,9% του πληθυσμού δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συναντιέται (στο σπίτι ή κάπου αλλού) με φίλους ή συγγενείς για ένα γεύμα ή ένα ποτό τουλάχιστον μία φορά τον μήνα. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και το μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 40,5% και 16,2%.
  • Το 26,6% του πληθυσμού δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συμμετέχει τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής, όπως αθλητισμό, σινεμά κ.λπ. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και το μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 50,6% και 20,8%.
  • Το 46,2% του πληθυσμού δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να ξοδεύει χρήματα για τον εαυτό του ή για κάποιο χόμπι χωρίς να συμβουλευτεί κάποιο άλλο μέλος του νοικοκυριού. Το ποσοστό εκτιμάται στο 70,0% για τον φτωχό πληθυσμό και στο 40,4% για τον μη φτωχό πληθυσμό.
  • Το 5,5% του πληθυσμού δεν διαθέτει σύνδεση στο διαδίκτυο για οικιακή χρήση λόγω έλλειψης οικονομικής δυνατότητας. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και το μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 12,4% και 3,9%.

ereuna stentoras 7 iouliou 2018 sterhsh

2. Υγεία ενηλίκων

Με την έρευνα διερευνώνται παράγοντες που επηρεάζουν –θετικά ή αρνητικά– την κατάσταση υγείας του πληθυσμού. Με κριτήριο την κύρια εργασία ή την καθημερινή ασχολία (για όσους δεν εργάζονται) από την έρευνα προκύπτει ότι:

  • 3 στους 10 (25,5%) ηλικίας 16 ετών και άνω κυρίως κάθονται και γενικά έχουν ασχολίες που απαιτούν ελαφριά σωματική προσπάθεια.

Ως παραδείγματα εργασιών στις οποίες κάποιος κυρίως κάθεται αναφέρονται οι εργασίες γραφείου, το διάβασμα, η μελέτη, το γράψιμο, η εργασία σε τηλεφωνικό κέντρο, το ράψιμο, η σχεδίαση, η χρήση Η/Υ, η οδήγηση αυτοκινήτου.

  • 1 στους 10 (9,9%) ηλικίας 16 ετών και άνω κυρίως στέκεται.

Ως παραδείγματα εργασιών στις οποίες κάποιος είναι κυρίως όρθιος αναφέρονται η διδασκαλία, οι πωλήσεις προϊόντων, η ρύθμιση οδικής κυκλοφορίας, οι εργασίες κομμωτηρίων και κουρείων κ.λπ.

  • 5 στους 10 (53,3%) κυρίως περπατούν ή κάνουν εργασίες που απαιτούν μέτρια σωματική προσπάθεια.

Ως εργασίες/ασχολίες στις οποίες κάποιος κυρίως περπατά αναφέρονται η παράδοση επιστολών ή μικρών δεμάτων, οι μεταφορές ελαφριών φορτίων, το πότισμα κήπου ή γρασιδιού κ.λπ., ενώ ως εργασίες/ασχολίες που απαιτούν μέτρια σωματική προσπάθεια οι ηλεκτρολογικές εργασίες, οι υδραυλικές εργασίες, η επισκευή αυτοκινήτων, οι μηχανολογικές εργασίες, το βάψιμο κατοικίας, η φροντίδα άλλων ατόμων, οι οικιακές εργασίες, όπως καθάρισμα, σκούπισμα, ψώνια, παιχνίδια, η απασχόληση με τα παιδιά κ.λπ.

  • 1 στους 10 (11,3%) κάνει βαριές εργασίες που απαιτούν έντονη σωματική προσπάθεια. Ως έντονη σωματική δραστηριότητα ορίζεται η δραστηριότητα που απαιτεί σκληρή σωματική προσπάθεια και η οποία συνήθως προκαλεί γρήγορη αναπνοή και σημαντική αύξηση στους καρδιακούς παλμούς. 

Ως παραδείγματα εργασιών/ασχολιών που απαιτούν έντονη σωματική προσπάθεια αναφέρονται οι κατασκευαστικές εργασίες, η μεταφορά βαριών φορτίων, η χρήση βαριών ηλεκτρικών εργαλείων, οι εργασίες ορυχείων, οι φορτοεκφορτώσεις, το κόψιμο ξύλων, το σκάψιμο ή φτυάρισμα, οι αγροτικές εργασίες κ.λπ.

Χρήση υπηρεσιών υγείας

Κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν από τη διενέργεια της έρευνας περίπου 1 στους 2 (44,7%) ενήλικες ηλικίας 16 ετών και άνω χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία, όμως 1 στους 4 (24,5%) από αυτούς που τη χρειάστηκε δεν την έλαβε. Για περισσότερους από 7 στους 10 (74,6%) ο κύριος λόγος ήταν οικονομικός, καθώς απάντησαν πως δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα. Επίσης το 2,2% απάντησε πως δεν διέθετε χρόνο λόγω εργασίας. Ακόμα, σύμφωνα με την έρευνα, το 19,3% των ανθρώπων που ανήκουν στα φτωχά στρώματα της κοινωνίας δεν ικανοποίησαν κάποια ανάγκη για εξέταση ή θεραπεία, ενώ το ποσοστό είναι πολύ πιο χαμηλό στα μη φτωχά στρώματα της κοινωνίας, βρισκόμενο στο 8,9%.

ereunastentoras 7 iouliou 2018 4ografhma

3. Κίνδυνος φτώχειας

Με βάση τα στοιχεία της «Έρευνας εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών 2017» o πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται στο 34,8% (3.701.800 άτομα) του πληθυσμού της χώρας, παρουσιάζοντας μείωση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (35,6%).

Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των ατόμων ηλικίας 18-64 ετών (38,6%).

Πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας και κατώφλι κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις

  • Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 4.560 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 9.576 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
  • Το έτος 2017 το 20,2% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας.
  • Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 789.585 σε σύνολο 4.162.442 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 2.152.691 στο σύνολο των 10.634.925 ατόμων του πληθυσμού της χώρας.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 24,5%, σημειώνοντας μείωση κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2016.

ereuna stentoras 7 iouliou 2018 ftwxeia
4. Οικονομική ανισότητα

Η ανισότητα εκφράζεται κυρίως με τον δείκτη κατανομής εισοδήματος σε πεντημόρια (S80/S20) και τον δείκτη άνισης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής Gini).

Δείκτης κατανομής εισοδήματος (S80/S20) σε πεντημόρια εισοδήματος

Ο δείκτης S80/S20 σε πεντημόρια εισοδήματος μετρά τη σχετική ανισότητα στη διανομή του εισοδήματος, συγκρίνει το ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα που κατέχει το 20% των πλουσιότερων ατόμων με αυτό που κατέχει το 20% των φτωχότερων και επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές της κατανομής του εισοδήματος.

  • Ο δείκτης S80/S20 το 2017 μειώθηκε κατά 0,5 μονάδες σε σχέση με το 2016 και ανέρχεται στο 6,1. Δηλαδή το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 6,1 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού.
  • Η οικονομική ανισότητα μεταξύ των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω αυξήθηκε κατά 0,3 μονάδες και διαμορφώνεται στο 4,2, ενώ μεταξύ των ατόμων κάτω των 65 ετών διαμορφώνεται στο 6,7, παρουσιάζοντας μείωση κατά 0,7 μονάδες σε σχέση με το 2016.


Δείκτης άνισης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής Gini)

Για καλύτερη αποτύπωση της οικονομικής ανισότητας χρησιμοποιείται συμπληρωματικά ο δείκτης άνισης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής Gini), ο οποίος δεν επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές της κατανομής του εισοδήματος.

  • Ο συντελεστής Gini εκτιμήθηκε το 2017 σε 33,4%, σημειώνοντας μείωση κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2016. Το παραπάνω ποσοστό ερμηνεύεται ως εξής: αν επιλέξουμε 2 τυχαία άτομα του πληθυσμού, αναμένουμε ότι το εισόδημά τους θα διαφέρει κατά 33,4% του μέσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος.
  • Από το 1994, έτος κατά το οποίο άρχισε η έρευνα, η συνολική ανισότητα μειώθηκε κατά 4,0 ποσοστιαίες μονάδες.

Μερίδιο εισοδήματος σε τεταρτημόρια

  • Το 25% του πληθυσμού στο 1ο τεταρτημόριο με το χαμηλότερο εισόδημα κατέχει το 9,3% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, ποσοστό αυξημένο κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2016.
  • Το 25% του πληθυσμού στο 4ο τεταρτημόριο με το υψηλότερο εισόδημα κατέχει το 46,6% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, ποσοστό μειωμένο κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2016.
  • Το 50% του πληθυσμού στο 2ο και 3ο τεταρτημόριο με μεσαία εισοδήματα κατέχει το 44,1% του εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, ποσοστό αυξημένο κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2016.
  • Το υψηλότερο ατομικό ετήσιο εισόδημα για το 1ο τεταρτημόριο ανέρχεται σε 5.187 ευρώ.
  • Το χαμηλότερο ατομικό ετήσιο εισόδημα για το 4ο τεταρτημόριο ανέρχεται σε 10.993 ευρώ.

ereuna stentoras 7 iouliou 2018 anisothta

 

Πηγή: «Έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών: Έτος 2017», Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ)

 

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn