10_0112.jpg

Η κοινωνική οικονομία ανήκει στους πολίτες και στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, δεν ιδιωτικοποιείται ούτε κρατικοποιείται. Εάν τελικά αυτό συμβαίνει, τότε αναιρείται και συνιστά κακέκτυπο και πολιτικοοικονομική απάτη.

Η κοινωνική οικονομία είναι μια κοσμοϊστορική ανάγκη. Είναι η άδηλη οικονομία, την οποία δεν μπορούσε να φορολογήσει και να προσμετρήσει το κράτος, αλλά με αυτήν μπορούσαν να επιβιώσουν οι οικογένειες και οι κοινότητες υπό δύσκολες συνθήκες. Στη σημερινή εποχή η κοινωνική οικονομία έρχεται να καλύψει το κενό που αφήνουν στην οικονομία και στην απασχόληση ο δραστικός περιορισμός της άδηλης οικονομίας, αλλά και τα πεπερασμένα όρια του κράτους και της αγοράς.

Κοινωνική οικονομία δεν είναι μια υπεργολαβία που δίνει ένας Δήμος με απευθείας ανάθεση και αποσπασματικά σε μια ΚΟΙΝΣΕΠ. Αυτές οι περιπτώσεις δεν συνιστούν ούτε ποσοτικό ούτε ποιοτικό μέγεθος για να χαρακτηρίσουν μια πολιτική για την κοινωνική οικονομία, αλλά συνιστούν το κακέκτυπο του θεσμού. Κι αυτό συμβαίνει βέβαια όταν ελάχιστοι φορείς έχουν πρόσβαση στις δημόσιες και ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις, όπως στην παρούσα περίοδο.

Κοινωνική οικονομία χωρίς κοινωνία δεν γίνεται. Σε διαφορετική περίπτωση είναι πρόσχημα για τη διαιώνιση του συστήματος εκμετάλλευσης. Το Υπουργείο Εργασίας στην Ελλάδα απέτυχε ολοσχερώς στην προώθηση της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας (ΚΑΛΟ) –όπως τη λέει– ακριβώς γιατί, αντί να προωθήσει την κοινωνία ως όλον, εξυπηρετεί μέσω της ΚΑΛΟ ιδιωτικά και κρατικά συμφέροντα.

Έχουμε ως παράδειγμα την πρόσφατη προβολή της Έκθεσης ΚΑΛΟ και την εν γένει πολιτική του Υπουργείου Εργασίας, η οποία παρουσιάζει μια μαγική εικόνα, που απέχει από την πραγματικότητα. Οι πόροι τους οποίους όφειλε η κυβέρνηση να διαθέσει σύμφωνα με τις κοινοτικές οδηγίες στο πεδίο πηγαίνουν για άλλες ανάγκες του κράτους (κοινωφελής εργασία, παιδικοί σταθμοί, φροντίδα στο σπίτι, κοινωνικά παντοπωλεία κ.λπ.).

Αποκρύπτεται το γεγονός ότι ο σχεδιασμός περιορίζει τους δικαιούχους σε ένα πολύ μικρό κομμάτι του χώρου που παράγει προϊόντα και υπηρεσίες. Αποκρύπτεται ότι απευθύνεται μόνο στις ΚΟΙΝΣΕΠ και τις ΚΟΙΣΠΕ και μερικές κυβερνητικές οργανώσεις (Κ.Ο.), αποκλείοντας επί της ουσίας τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, άλλους αστικούς συνεταιρισμούς, καταναλωτικούς συνεταιρισμούς και μη κερδοσκοπικά ιδρύματα.

Αγνοεί δηλαδή το κομμάτι εκείνο που διαμορφώνει τους μετρήσιμους δείκτες της κοινωνικής οικονομίας στο ΑΕΠ –έστω αυτό το πενιχρό 1,8% που υπάρχει στην Ελλάδα–, προβάλλοντας κάτι που δεν είναι στατιστικά ανιχνεύσιμο σήμερα στην ελληνική οικονομία.

Αρνείται τη διαβούλευση με τα δίκτυα, τις ενώσεις και τις ομοσπονδίες του χώρου, ενώ ταυτόχρονα επιλέγει αυθαίρετα ως συνομιλητές μεμονωμένους φορείς, με τους οποίους αναπτύσσει πολιτικές και οικονομικές πελατειακές σχέσεις.

Δημιούργησε ένα Μητρώο Κοινωνικής & Αλληλέγγυας Οικονομίας, που μέχρι στιγμής δεν έχει ωφελήσει σε τίποτα πρακτικά τις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, αντιθέτως τις ταλαιπωρεί γραφειοκρατικά.

Είναι φανερό ότι η πρόσκληση για κέντρα στήριξης της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας εξαιτίας της επιλεκτικής λογικής με την οποία συντάχθηκε έχει καταστεί άγονη: Από τον αρχικό σχεδιασμό για 120 περίπου κέντρα, τελικά προκηρύχθηκαν περίπου 89, υπεβλήθησαν μόνο 42 αιτήσεις και πληρούν τα τυπικά κριτήρια συμμετοχής μόνο 13. Η πλήρης κρατική ανικανότητα.

Το ελληνικό κράτος υφαρπάζει τους πόρους της κοινωνικής οικονομίας για άλλους σκοπούς, ενισχύοντας τον κρατισμό του. Ενώ ελάχιστοι Δήμοι έχουν ολοκληρωμένο σχέδιο για να ενισχύσουν υλικά και θεσμικά την κοινωνική οικονομία.

Ο απολογισμός της 2ης Έκθεσης ΚΑΛΟ (7-11 Νοεμβρίου 2018, Αθήνα), αν γινόταν, θα έδειχνε ένα φιάσκο για το Υπουργείο Εργασίας. Περιορισμένοι ήταν οι εκθέτες και ελάχιστοι οι επισκέπτες το πενθήμερο που διεξήχθη η έκθεση. Η αποχή από τη μεριά της κοινωνίας των πολιτών ήταν μια αντίδραση στον εμπαιγμό που επιχειρείται με ένα ψευδεπίγραφο ενδιαφέρον για τον χώρο. Ο κόσμος γύρισε την πλάτη στο εγχείρημα του Υπουργείου Εργασίας, αφού το μεγαλύτερο μέρος των φορέων του μητρώου (1.300 περίπου) αρνήθηκε να συμμετάσχει σε μια τέτοια πολιτική απάτη.

Η κορυφή του παγόβουνου ήταν οι απευθείας παράνομες αναθέσεις, η έλλειψη ουσιαστικής διαβούλευσης με τους φορείς, ο αποκλεισμός για τους πολλούς και το στημένο παιχνίδι για τους λίγους εκλεκτούς «πελάτες». Ο κόσμος που ασχολείται πραγματικά με την κοινωνική οικονομία, ύστερα από έξι χρόνια υποσχέσεων, έχει αντιληφθεί πλέον ότι όλο αυτό το γεγονός ήταν μια επικοινωνιακή φούσκα.

Στις ομιλίες του πρωθυπουργού αλλά και της υπουργού Εργασίας ακούστηκαν για μία ακόμα φορά οι ίδιες περσινές εξαγγελίες: Τα 11 εκατ. ευρώ που έχουν προκηρυχθεί –φιάσκο– για τα κέντρα στήριξης και τα 27 εκατ. ευρώ της προδημοσίευσης για όλους τους φορείς της ΚΑΛΟ. Η συμμετοχή ήταν υποτονική. Για μερικές μικρές οικοτεχνίες που πουλούσαν κυρίως μαρμελάδες, μέλι και λάδι η έκθεση είχε κάποιο όφελος. Για τη μεγάλη μερίδα των ΚΟΙΝΣΕΠ η συγκεκριμένη έκθεση δεν είχε κανένα πρακτικό ενδιαφέρον, εξάλλου δεν συμμετείχε κανένας μεγάλος συνεταιρισμός με πολιτικό σχεδιασμό –αποκλεισμό– του Υπουργείου Εργασίας.

Το Υπουργείο Εργασίας φαίνεται μεν προβληματισμένο για όσα έχουν βγει στο φως της δημοσιότητας τελευταία, αλλά χωρίς ορατή διαφοροποίηση στις πολιτικές επιλογές του. Αλλά και η δημοσιογραφική κάλυψη σε αυτά τα θέματα είναι ελάχιστη. Έτσι, το βάρος της παρουσίασης των ουσιαστικών προϋποθέσεων ανάδειξης της κοινωνικής οικονομίας πέφτει στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και στα μέσα επικοινωνίας που αυτές διαθέτουν, κυρίως στο διαδίκτυο.

Για να γίνει σεβαστή όμως η φωνή τους, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπερβούν τον κατακερματισμό τους και να λειτουργήσουν ως ενιαίος χώρος ενός κοινωνικού εταίρου. Η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα μοιάζει να έχει καταληφθεί από σφετεριστές, κυριαρχείται από κλειστές ελίτ και δεν μπορεί να προχωρήσει παρά μόνο με κινηματικές διαδικασίες που προέρχονται και απευθύνονται στο όλον της κοινωνίας των πολιτών.

Ελίτ και σφετεριστές έχουν τον πρώτο λόγο στον χώρο της κοινωνικής οικονομίας και, για να κρατήσουν τον έλεγχο, θέλουν αυτόν μικρό, κατακερματισμένο και μέσα στη σύγχυση για το τι είναι και τι δεν είναι πραγματικά η κοινωνική οικονομία. Σήμερα συνειδητά συγχέεται η κοινωνική οικονομία με την κοινωνική επιχειρηματικότητα και τους κοινωνικούς επιχειρηματίες. Ακόμα και στον αγροτικό τομέα, όπου παράγεται το 1,8% του ΑΕΠ από συνεταιριστικές οργανώσεις, έχουν παρεισφρήσει σφετεριστές και σήμερα ο συνεργατισμός εκπροσωπείται από εταιρίες της ιδιωτικής οικονομικής (τράπεζες, τεχνικές και άλλες κερδοσκοπικές εταιρίες).

Εχθρός εξάλλου είναι όλο το σημερινό σύστημα εξουσίας, που θέλει αδύναμη την κοινωνία των πολιτών. Ο αυταρχισμός της εξουσίας είναι δεδομένος. Η μόνη αχίλλειος πτέρνα ώστε να πληγεί το σύστημα σφετερισμού της κοινωνικής οικονομίας είναι εκεί που παραβιάζεται η νομιμότητα στους κοινοτικούς πόρους. Έτσι, μετά την αποκάλυψη της διαρκούς εξαπάτησης του Υπουργείου Εργασίας σε σχέση με την κοινωνική οικονομία και τις ανεκτέλεστες συμβάσεις για την έκθεση, δημιουργείται το κατάλληλο κλίμα για μια συνολική ιδεολογική ανασυγκρότηση κατά των ελίτ που λυμαίνονται τον χώρο, με σύνθημα «Δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα, ταράξτε τους στη νομιμότητα».

Βρέθηκε ένας μίτος στον λαβύρινθο της διαφθοράς με τις απευθείας αναθέσεις. Η ιστορία αυτή έχει πολλά επεισόδια κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν. Θα χρειαστούν μήνες έρευνας στη Διαύγεια για να εντοπιστούν τεκμήρια. Χρειάζονται πολλοί εθελοντές για την έρευνα και τη διαφάνεια. Η δημοσιογραφία της κοινωνίας των πολιτών είναι ο μόνος τρόπος. Καλούμε τους εθελοντές να ψάξουν σε βάθος τη Διαύγεια και να τροφοδοτήσουν τους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Και βέβαια, να οργανωθεί ο χώρος.

Υπάρχει πλέον μια ξεκάθαρη ιδεολογική γραμμή που διαχωρίζει τους σφετεριστές του χώρου από την κοινωνία των πολιτών. Από τη μία μεριά είναι οι ληστρικές ελίτ των κλειστών κυκλωμάτων και από την άλλη το όλον της κοινωνίας. Από τη μία μεριά η οικονομική ολιγαρχία, που θέλει να ποδηγετήσει και να οικειοποιηθεί την κοινωνική οικονομία για ιδιωτικά συμφέροντα, πολλές φορές και με κρατικίστικες επιλογές υπέρ των ημετέρων, και από την άλλη το σύνολο της κοινωνίας και η δημοκρατική νομιμότητα.

Στις σύγχρονες κοινωνίες δεν μπορεί να υπάρξει άλλη νομιμότητα εκτός της δημοκρατικής νομιμότητας. Οι πολίτες έχουν αναφαίρετο δικαίωμα να περιφρουρήσουν την ισονομία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Να καταγγείλουν και να ζητήσουν την εφαρμογή του νόμου. Και οι μόνοι ίσως που μπορούν να το επιβάλουν είναι οι πολίτες και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

Δημήτρης Μιχαηλίδης,
Δημοσίως γράφων-«ΑγροΝέα»

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn